Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

Ἑρμηνεία τῆς εἰκόνας τῆς Περιτομῆς τοῦ Κυρίου


Ὀκτὼ ἡμέρες μετὰ τὴν μεγάλη Δεσποτικὴ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, τὴν μητρόπολη τῶν ἑορτῶν σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, ἡ Ἐκκλησία μᾶς γιορτάζει ἄλλη μία μεγάλη Δεσποτικὴ ἑορτή, τὴν Περιτομὴ τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ εἰκόνα τῆς ἑορτῆς στὴν ὁποία θὰ ἀναφερθοῦμε προέρχεται ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος (Ρωσσικόν), τοῦ Ἁγίου Ὅρους. Ὁ ὀκταήμερος κατὰ τὴν Μητέρα, καὶ ἄναρχος κατὰ τὸν Πατέρα, ὡς βρέφος Χριστὸς εἰκονίζεται ξαπλωμένος ἀνάμεσα στὴν Παναγία, τὸν Ἰωσήφ, καὶ τοὺς Ἱερεῖς τοῦ ναοῦ νὰ δέχεται ἀπὸ ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος ὄχι μόνο τὴν περιβολὴ τῶν σπαργάνων, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ τὴν περιτομὴ τῆς σαρκός.

Ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ δόθηκε ἀρχικὰ στὸν Ἀβραὰμ προέβλεπε τὴν περιτομὴ σὲ κάθε ἀρσενικὸ παιδί, «περιτμηθήσεται ὑμῶν πᾶν ἀρσενικόν, καὶ περιτμηθήσεσθε τὴν σάρκα τῆς ἀκροβυστίας ὑμῶν, καὶ ἔσται εἰς σημεῖον διαθήκης ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ὑμῶν καὶ παιδίον ὀκτὼ ἡμερῶν περιτμηθήσεται ὑμίν, πᾶν ἀρσενικὸν εἰς τὰς γενεᾶς ὑμῶν» (Γέν. κέφ. ἲζ 10 - 12).

Ἡ περιτομὴ ἂν καὶ τρομερὰ ἐπώδυνη καὶ αἱματηρὴ πράξη, ἦταν ἀπαραίτητη γιὰ νὰ δηλώση τὸν πιστὸ καὶ καθαρὸ Ἰσραηλίτη. Ὡστόσο ὁ βαθύτερος λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο γινόταν ἡ περιτομὴ φαίνεται ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ στὸν Ἀβραάμ, «καὶ ἔσται εἰς σημεῖον διαθήκης ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ὑμῶν». Ἔχει νὰ κάνη δηλαδὴ μὲ συμφωνία, μὲ διαθήκη, ἀνάμεσα στὸν Θεὸ καὶ τοὺς πιστούς Του. Ἄλλωστε περιτομὴ εἶχαν καὶ ἄλλοι λαοί, ὅπως οἱ εἰδωλολάτρες καὶ οἱ ἱερεῖς τῶν Αἰγυπτίων, οἱ Σαρακηνοί, οἱ Ἰσμαηλίτες καὶ ἄλλοι, ἀλλὰ οἱ περισότεροι ἀπὸ αὐτοὺς δὲν τὴν ἔκαναν ἀπὸ θεοσέβεια, ἀλλὰ χάριν συνηθείας (Σέβ. Μητρ. Ἰεροθέου: «Οἱ Δεσποτικὲς Ἑορτές»).

Ἡ περιτομὴ ἦταν προτύπωση τοῦ Βαπτίσματος ποὺ θὰ δινόταν μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς ἦταν ἐκεῖνος ποὺ ἔδωσε τὸν Νόμο στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, καὶ ὁ ἴδιος ἔπρεπε νὰ τὸν ἐφαρμόσει καὶ στὸν ἑαυτό Του. Ἔτσι ὥστε νὰ τὸν συμπληρώσει καὶ νὰ τὸν ὑπερβεῖ. Εἶναι πολὺ χαρακτιριστικὸ τὸ πρῶτο στιχηρὸ ἰδιόμελο τοῦ ἑσπερινοῦ της ἑορτῆς «Συγκαταβαίνων ὁ Σωτήρ, τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων, κατεδέξατο σπαργάνων περιβολήν, οὐκ ἐβδελύξατο σαρκὸς τὴν περιτομήν», διότι δείχνει ὅτι ὁ Χριστὸς δέχτηκε τὴν περιτομὴ ἀπὸ φιλανθρωπία καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπο, καθὼς καὶ γιὰ νὰ ἀποδείξει ὅτι προσέλαβε ἀληθινὴ ἀνθρώπινη φύση, καὶ ὄχι ὅπως ὑποστήριζαν οἱ Δοκιτιστὲς κατὰ δόκησιν καὶ κατὰ φαντασίαν.Ὁ Χριστὸς ἀπέδειξε μὲ τὴν Περιτομή Του, ὅτι τὸ Σῶμα του δὲν ἦταν ὁμοούσιο μὲ τὴν θεότητα. Τὸ σῶμα ἀφοῦ θεώθηκε ἀπὸ τὴν θεότητα τοῦ Λόγου, ἔγινε ὁμόθεο ὄχι ὅμως ὁμοούσιο μὲ τὸν Θεό. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι καὶ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι πηγὴ τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ δὲν ἔχει τὴν ἴδια οὐσία μὲ τὴν θεότητα. (Μητροπολίτου Ἰεροθέου ἔνθ. ἀνωτ.).

Συνφωνα μὲ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνὸ ἡ περιτομὴ ἦταν τύπος τοῦ Βαπτίσματος, τῆς ἀχειροποιήτου δηλαδὴ περιτομῆς ὅπου ὁ ἄνθρωπος ἀποβάλλει τὴν ἁμαρτία.

Εἶναι ἔκδηλη στὴν εἰκόνα ἡ εὐλάβεια τῶν γονέων ἀλλὰ καὶ τῶν ἱερέων. Ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς κρατᾶ ἀνοικτὸ βιβλίο, ὑποδηλώνοντας ἔτσι τὸν νόμο ποὺ ἦταν δοσμένος ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ ὁ ἄλλος μὲ κάποιο αἰχμηρὸ ἀντικείμενο πλησιάζει πρὸς τὸν Ἰησοῦ. Ἡ τελετὴ λαμβάνει χώρα ἐντός του ναοῦ, ἐνῶ μπροστὰ ἀπὸ τὸν Χριστὸ εἰκονίζεται ὁ ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας, ποὺ ἑορτάζει τὴν ἴδια μέρα. Εἶναι ἐνδεδυμένος μὲ περίτεχνο φαιλόνι ὅπως καὶ τὰ ἄμφια τῶν ἱερέων. Φοράει ὠμόφορο χρυσοκέντητο, κρατάει χρυσὸ εὐαγγέλιο, ἐνῶ μὲ τὸ ἄλλο χέρι εὐλογεῖ.

Πρέπει νὰ τονίσουμε τὴν σπουδαιότητα αὐτῆς τῆς μεγάλης Δεσποτικῆς ἑορτῆς, διότι ἀποτελοῦσε προεικόνιση τοῦ μεγάλου μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος. Ὁ Θεὸς ἔδωσε τὸν νόμο στὴν Παλαιὰ Διαθήκη γιὰ νὰ προετοιμάση τὸν λαὸ γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστὴς λέγει «ὁ νόμος διὰ Μωϋσέως ἐδόθη, ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο». Ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἐπιτυγχάνεται διὰ τῆς ἐξωτερικῆς τηρήσεως τοῦ νόμου, ἀλλὰ διὰ τῆς κοινωνίας μὲ τὸ Πρόσωπο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.

Σημειώνη ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας πὼς ἡ περιτομὴ δὲν εἶχε τὴν δύναμη νὰ καταργήση τὸν θάνατο, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ βάπτισμα ὅπου ὁ ἄνθρωπος γίνεται μέρος τοῦ ἀναστημένου Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὑπερβαίνει τὸν νόμο καὶ κατατάσσεται στὰ τέκνα τοῦ θεοῦ.

Γιὰ τὸ θέμα τῆς περιτομῆς καὶ τῆς ἀκροβυστίας ἔγινε μεγάλο ζήτημα στὴν Ἐκκλησία, ὅταν μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ τέθηκε ὁ προβληματισμὸς γιὰ τὸ ἂν οἱ προσήλυτοι στὸν Χριστιανισμὸ ἔπρεπε νὰ περιτέμνονται. Ἐκεῖ, οἱ Ἰουδαῖοι ὑποστήριζαν ὅτι ἄνευ περιτομῆς «οὐ δύνασθαι σωθῆναι». Ἡ ἀπόφαση τῆς Ἀποστολικῆς ἐκείνης Συνόδου ἦταν νὰ μὴ περιτέμνονται ὅσοι προσέρχονται ἐκ τῶν ἐθνῶν, ἀλλὰ νὰ ἀπέχουν ἀπὸ εἰδωλόθυτα, αἷμα, πνικτὸ καὶ πορνεία.. Ὁδηγήθηκαν σ’ αὐτὴ τὴν ἀπόφαση ἀκριβῶς διότι, ἒφ ὅσον ἡ περιτομὴ ἦταν προτύπωση τοῦ Βαπτίσματος προετοιμάζοντας τὸν λαὸ γιὰ τὴν παρουσία τοῦ Σωτῆρος, δὲν ἦταν ἀπαραίτητο νὰ ὑπάρχει.

Ἡ ὅλη παράσταση διακρίνεται γιὰ τὴν λιτότητα καὶ τὴν σεμνότητά της, καθὼς καὶ γιὰ μία μεγαλοπρέπεια ποὺ κρύβεται πίσω ἀπὸ τὶς κινήσεις τῶν προσώπων, ἐνῶ κεντρικὸ παραμένει πάντοτε τὸ σῶμα τοῦ μικροῦ Χριστοῦ.