Δηλαδή νά γεννοῦν καί ἀνατρέφουν τά παιδιά τους μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, νά προσεύχωνται πολύ, νά κάνουν ἐλεημοσύνη στούς πτωχούς, ἀναπήρους καί ἀναξιοπαθοῦντας ἀδελφούς καί νά κοινωνοῦν τῶν 'Αχράντων Μυστηρίων, κατά τήν ἐντολή τοῦ Πνευματικοῦ τους.
'Ακόμη νά μή δέχωνται αἱρετικούς καί ὕποπτους ἀνθρώπους στά σπίτια τους, νά ζοῦν μέ εἰρήνη ἀναμεταξύ τους, νά φροντίζουν μέ ἰδιαίτερη ἀγάπη τούς γονεῖς καί γέροντες τῆς οἰκογενείας τους καί νά ὑπακούουν σέ ὅλα τούς πνευματικούς τους ποιμένες.
Στήν ἐρώτησι κάποιου πρός τόν π. Κλεόπα, ἄν γνωρίζη ἀνθρώπους μέ τήν καρδιακή προσευχή, ἐκεῖνος ἀπήντησε:
«'Εγνώρισα μερικούς ἐρημίτες, πού ζοῦσαν στίς τρώγλες τῶν δασῶν γύρω ἀπό τό Μοναστήρι Συχαστρία, τήν Σύχλα, τήν Παλαιά 'Αγαπία, τό Ποκρώβ, ἀλλά πόσο εἶχαν προοδεύσει στήν ἀρετή, αὐτό μόνο ὁ Θεός τό ξέρει. Τώρα ἔφυγαν ὅλοι αὐτοί ἀπό τόν κόσμο.
'Από τήν Μονή Συχαστρία εἶχαν τήν καρδιακή προσευχή, ἀπ' ὅσους ἠμπόρεσα νά γνωρίσω, ὁ π. Γερβάσιος Γκάσπαρ, ὁ π. Παῒσιος Νικητένκου, μάγειρας τοῦ Μοναστηριοῦ (1970) καί ὁ ἀδελφός μου π. Γεράσιμος.
῞Ομως ἡ καρδιακή προσευχή εἶναι ἕνα μυστικό ἔργο, τό ὁποῖον μόνο ὁ Θεός τό γνωρίζει καί αὐτός πού τήν ἔχει πού δύσκολα τήν λέγει στούς ἄλλους. Μάλιστα μερικές φορές οὔτε ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος δέν γνωρίζει ὅτι ἔχει τήν καρδιακή προσευχή.
'Υπάρχουν καί λαϊκοί πού ἔχουν αὐτή τήν πνευματική προσευχή, ὥστε ξεπερνοῦν ἀκόμη καί τούς μοναχούς. Νά σᾶς εἰπῶ ἕνα θαυμαστό γεγονός πού εἶδα ἐδῶ στήν ἐκκλησία, πρίν ἀπό δέκα χρόνια. Εὑρισκόμουν στό ῞Αγιο Βῆμα. Εἶχα ἔλθει στήν ἐκκλησία ἀπό τίς 4 τό πρωῒ καί ἐδιάβαζα τήν θεία Μετάληψι μπροστά στήν 'Αγία Τράπεζα γονατιστός.
Μετά ἀπό ὀλίγη ὥρα μπῆκε μέσα μία γυναῖκα νά προσευχηθῆ, ἡ ὁποία εἶχε ἔλθει ἀπό τό βράδυ στό Μοναστήρι Δέν τήν ἐγνώριζα. Προσκύνησε ὅλες τίς εἰκόνες κι ἔκανε παντοῦ μετάνοιες. Δέν ἐγνώριζε ὅτι κάποιος ἦταν μέσα στήν ἐκκλησία. *Ητο σκοτάδι καί χειμῶνας ὁ καιρός.
Βλέποντάς της ἐγώ νά προσεύχεται ἔτσι ἐπίμονα τήν ἐκύτταζα ἀπό τήν 'Ωραία Πύλη κι αὐτή ἐπῆγε καί ἐγονάτισε στό μέσον τῆς ἐκκλησίας μέ τά χέρια ὑψωμένα κι ἔλεγε ἀπό τήν καρδιά της αὐτά τά λόγια: «Κύριε, μή μέ ἐγκαταλείπης. Κύριε, μή μέ ἐγκαταλείπης!»
Εἶδα ἔνα κίτρινο φῶς τριγύρω της κι ἐτρόμαξα. Κατόπιν ἡ γυναῖκα ἔπεσε μέ τό πρόσωπο στήν γῆ καί προσευχόταν σιωπηλά.
'Η φωτεινή ἀκτῖνα πού τήν περιέλουζε ἐμεγάλωσε περισσότερο καί μετά ἐξαφανίσθηκε. Κατόπιν, ἀφοῦ ἔσβησε τό θεῖο ἐκεῖνο φῶς, ἡ γυναῖκα σηκώθηκε στά πόδια της καί βγῆκε ἔξω ἀπό τήν ἐκκλησία.
῏Ητο μία ἁπλῆ γυναῖκα ἀπό τά χωριά μας. 'Ιδού λοιπόν, ποιός ἔχει τό δῶρον τῆς προσευχῆς. 'Ιδού πού καί οἱ λαϊκοί ξεπερνοῦν τούς μοναχούς! 'Εγώ ἔκανα Προσκομιδή κι ἀπό τήν μεγάλη μου συγκίνησι ἄρχισα νά κλαίω. 'Ενῶ τά χέρια μου, πού κρατοῦσα τά χαρτιά, ἔτρεμαν. Μόνο ὁ Θεός γνωρίζει πόσοι ἐκλεκτοί ὑπάρχουν σ' αὐτό τόν κόσμο!
Μετάφρασις-ἐπιμέλεια ὑπό Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου
Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου
Ἅγιον Ὅρος Ἄθω
1999
Πηγή: Ἀναβάσεις