Ἔκπληξη καὶ θαυμασμός! Αὐτὰ τὰ αἰσθήματα κατέλαβαν τὶς ψυχὲς τῶν μαθητῶν ποὺ ἔγιναν αὐτόπτες μάρτυρες τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου. Τὸ θέαμα ἦταν πράγματι ἐντυπωσιακό. Ὁ Κύριος ὕψωσε τὰ χέρια Του γιὰ νὰ τοὺς εὐλογήσει κι ἐνῶ τοὺς εὐλογοῦσε, ἄρχισε νὰ ὑψώνεται ἀπὸ τὸ ἔδαφος καὶ νὰ ἀνεβαίνει πρὸς τὸν οὐρανὸ μέσα σὲ σύννεφο ποὺ Τὸν μετέφερε σὰν ἄλλο ὄχημα βασιλικό. Σκηνὴ μεγαλοπρεπὴς καὶ ἐκπληκτική.
Ἀλλὰ δὲν ἦταν μόνο οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐξεπλάγησαν ἀπὸ τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως. Ἔκπληξη δοκίμασαν καὶ οἱ Ἄγγελοι, ποὺ εἶδαν τὸν Κύριο Ἰησοῦ νὰ συνεχίζει τὴ θριαμβευτικὴ πορεία Του στοὺς οὐρανοὺς καὶ νὰ ἀνεβαίνει μέχρι τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ. «Ἄγγελοι, τὴν ἄνοδον τοῦ Δεσπότου, ὁρῶντες ἐξεπλήττοντο», τονίζει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος.
Ἡ ἔκπληξη τῶν Ἀγγέλων περιγράφεται συμβολικὰ μὲ ὑπέροχο τρόπο μέσα στὴν Ἁγία Γραφὴ:
–Ἀνοῖξτε τὶς πύλες νὰ περάσει ὁ Βασιλιάς! ἀκούστηκε μὲ τόνο ἐπιβλητικὸ ἡ ἀγγελικὴ προσταγή: «Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης». –«Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;»… Ποιὸς εἶναι Αὐτὸς ὁ Βασιλιὰς τῆς δόξας;
–«Κύριος κραταιὸς καὶ δυνατός, Κύριος δυνατὸς ἐν πολέμῳ», ἀπάντησε ἡ τιμητικὴ συνοδεία καὶ συνέχισε νὰ προστάζει: «Ἄρατε πύλας…»· ἀνοῖξτε τὶς πύλες τ’ οὐρανοῦ, διότι Αὐτὸς ποὺ εἰσέρχεται εἶναι ὁ «Κύριος τῶν δυνάμεων, αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης».
Ὁ παραπάνω διάλογος ποὺ περιέχεται στὸν 23ο Ψαλμό (στίχ. 7-9) ἀκούστηκε γιὰ πρώτη φορὰ στὰ χρόνια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, κατὰ τὴν ἐπίσημη εἴσοδο καὶ ἐγκατάσταση τῆς Κιβωτοῦ τῆς Διαθήκης, στὴν πρωτεύουσα τοῦ Ἰσραήλ, τὴν Ἱερουσαλήμ. Ὡστόσο τὸ ἱστορικὸ ἐκεῖνο γεγονὸς ἦταν προφητικὴ καὶ συμβολικὴ ἀπεικόνιση τῆς πραγματικῆς εἰσόδου τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ στὰ οὐράνια σκηνώματα. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐφαρμόζουν αὐτὸ τὸ ἁγιογραφικὸ κείμενο στὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως καὶ χρησιμοποιοῦν τὰ λόγια αὐτὰ γιὰ νὰ ἐκφράσουν τὴν ἀπορία τῶν Ἀγγέλων. Τὴν ἴδια ἀπορία ἀποτυπώνει πολὺ ἐκφραστικὰ κι ὁ προφήτης Ἠσαΐας σ’ ἕνα λόγο του ποὺ ἀναγινώσκεται στὸν Ἑσπερινὸ τῆς Ἑορτῆς: «Τίς οὗτος ὁ παραγενόμενος ἐξ Ἐδώμ, ἐρύθημα ἱματίων ἐκ Βοσόρ, οὕτως ὡραῖος ἐν στολῇ βίᾳ μετὰ ἰσχύος;» (Ἡσ. ξγ΄ [63] 1)· ποιὸς εἶναι Αὐτὸς ποὺ κατέφθασε ἀπὸ τὴν Ἐδὼμ καὶ ἀπὸ τὴν πρωτεύουσά της Βοσὸρ μὲ κατακόκκινα τὰ ἱμάτιά Του; Ποιὸς εἶναι Αὐτὸς ὁ τόσο πολὺ ὡραῖος μὲ τὴν πολεμικὴ στολή Του ποὺ καταφθάνει μὲ σπουδὴ καὶ μὲ δύναμη;…
Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀπορία διατυπώνουν οἱ Ἄγγελοι: Ποιὸς εἶναι Αὐτὸς ποὺ διασχίζει τοὺς οὐρανοὺς ὡς ἔνδοξος θριαμβευτής;… Δὲν ἀνήκει στοὺς Ἀγγέλους. Ἀπὸ τὸν κόσμο τῶν ἀνθρώπων ἔρχεται, «παραγενόμενος ἐξ Ἐδώμ». Εἶναι Ἄνθρωπος. Ὅμως στὸ πρόσωπό Του ἀναγνωρίζουν τὸν Δεσπότη καὶ Θεό τους. Καὶ τί συγκλονιστικό! Φέρει σημάδια σφαγῆς. Τὰ ἐνδύματά Του εἶναι καταματωμένα. Αὐτὸς εἶναι ποὺ ἔχυσε τὸ πανάγιο Αἷμα Του γιὰ νὰ λυτρώσει τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὸς ποὺ ὑπέμεινε τὰ φρικτὰ παθήματα καὶ τὸν ἐπονείδιστο θάνατο, τώρα ἀνεβαίνει Νικητὴς στὸν ἐπουράνιο θρόνο. Κι ἐδῶ ἀκριβῶς εἶναι ποὺ οἱ Ἄγγελοι παρατηροῦν μία παράδοξη ἀνατροπὴ τάξεως: Ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἶχε πλασθεῖ «βραχύ τι παρ’ ἀγγέλους ἠλαττωμένος» (Ψαλ. η΄ 6), στὸ πρόσωπο τοῦ ἀναληφθέντος Κυρίου, ἀνεβαίνει ψηλότερα κι ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς Ἀγγέλους καὶ κάθεται στὴν πιὸ τιμητικὴ θέση: στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός, ὡς ἔνδοξος Βασιλιάς!
Πῶς νὰ μὴν ἐκπλήσσεται ὁ ἀγγελικὸς κόσμος; Πῶς νὰ μὴν ἐκπλήσσεται καὶ ἡ δική μας ψυχὴ καθὼς ἀναλογίζεται τὸ ὕψος τῆς τιμῆς ποὺ μᾶς ἐπιφυλάσσει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ!… Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου ὡς Θεανθρώπου, τὸ γεγονὸς δηλαδὴ ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἐκάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρὸς καὶ ὡς Ἄνθρωπος, αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀνύψωση τοῦ ἀνθρώπου δηλώνει. Καὶ τί ἀνύψωση! Ἀλήθεια, ἐρωτᾶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «δὲν ἦταν ἀρκετὸ γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση νὰ βρίσκεται μεταξὺ τῶν Ἀγγέλων; Αὐτὴ ἡ τιμὴ δὲν θὰ ἦταν ἤδη ἄρρητη; Κι ὅμως ὑψώθηκε πάνω ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους, ξεπέρασε τοὺς ἀρχαγγέλους, ὑψώθηκε πιὸ πάνω ἀπὸ τὰ Χερουβίμ, ἀνέβηκε πάνω ἀπὸ τὰ Σεραφίμ, ξεπέρασε τὶς ἀγγελικὲς Ἀρχὲς καὶ δὲν σταμάτησε παρὰ μόνο ὅταν ἔφθασε στὸν Θρόνο τοῦ Κυρίου» (Εἰς τὴν Ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου, Ὁμιλία Α΄, ΕΠΕ 36, 214).
Πῶς νὰ μὴν ἐκπλήσσεται κάθε ἄνθρωπος μπροστὰ σ᾿ αὐτὸ τὸ μεγαλεῖο;… Ἀλλὰ ἂς μὴ μένουμε μόνο στὴν ἔκπληξη. «Τὰ τῆς γῆς ἐπὶ τῆς γῆς καταλιπόντες… δεῦτε ἀνανήψωμεν καὶ εἰς ὕψος ἐπάρωμεν ὄμματα καὶ νοήματα». Ἂς ἀφήσουμε ἐπιτέλους ὅ,τι γήινο καὶ φθαρτὸ κι ἂς ὑψώσουμε τὸ βλέμμα καὶ τὴ σκέψη μας στὸν οὐρανό. Στὴν ἄρρητη δόξα ποὺ ἐξασφάλισε ὁ ἀναληφθεὶς Κύριος στοὺς πιστοὺς μαθητές Του, δηλαδὴ σὲ ὅλους ὅσοι πιστεύουν στὸ ὄνομά Του καὶ ζοῦν ἑνωμένοι μαζί Του διὰ τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ τὴν αἰώνια δόξα ἂς ποθήσουμε μὲ ὅλη μας τὴν ψυχή, διότι αὐτὴ θὰ μᾶς κάνει ἀληθινὰ εὐτυχισμένους.
Ἀλλὰ δὲν ἦταν μόνο οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐξεπλάγησαν ἀπὸ τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως. Ἔκπληξη δοκίμασαν καὶ οἱ Ἄγγελοι, ποὺ εἶδαν τὸν Κύριο Ἰησοῦ νὰ συνεχίζει τὴ θριαμβευτικὴ πορεία Του στοὺς οὐρανοὺς καὶ νὰ ἀνεβαίνει μέχρι τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ. «Ἄγγελοι, τὴν ἄνοδον τοῦ Δεσπότου, ὁρῶντες ἐξεπλήττοντο», τονίζει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος.
Ἡ ἔκπληξη τῶν Ἀγγέλων περιγράφεται συμβολικὰ μὲ ὑπέροχο τρόπο μέσα στὴν Ἁγία Γραφὴ:
–Ἀνοῖξτε τὶς πύλες νὰ περάσει ὁ Βασιλιάς! ἀκούστηκε μὲ τόνο ἐπιβλητικὸ ἡ ἀγγελικὴ προσταγή: «Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης». –«Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;»… Ποιὸς εἶναι Αὐτὸς ὁ Βασιλιὰς τῆς δόξας;
–«Κύριος κραταιὸς καὶ δυνατός, Κύριος δυνατὸς ἐν πολέμῳ», ἀπάντησε ἡ τιμητικὴ συνοδεία καὶ συνέχισε νὰ προστάζει: «Ἄρατε πύλας…»· ἀνοῖξτε τὶς πύλες τ’ οὐρανοῦ, διότι Αὐτὸς ποὺ εἰσέρχεται εἶναι ὁ «Κύριος τῶν δυνάμεων, αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης».
Ὁ παραπάνω διάλογος ποὺ περιέχεται στὸν 23ο Ψαλμό (στίχ. 7-9) ἀκούστηκε γιὰ πρώτη φορὰ στὰ χρόνια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, κατὰ τὴν ἐπίσημη εἴσοδο καὶ ἐγκατάσταση τῆς Κιβωτοῦ τῆς Διαθήκης, στὴν πρωτεύουσα τοῦ Ἰσραήλ, τὴν Ἱερουσαλήμ. Ὡστόσο τὸ ἱστορικὸ ἐκεῖνο γεγονὸς ἦταν προφητικὴ καὶ συμβολικὴ ἀπεικόνιση τῆς πραγματικῆς εἰσόδου τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ στὰ οὐράνια σκηνώματα. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐφαρμόζουν αὐτὸ τὸ ἁγιογραφικὸ κείμενο στὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως καὶ χρησιμοποιοῦν τὰ λόγια αὐτὰ γιὰ νὰ ἐκφράσουν τὴν ἀπορία τῶν Ἀγγέλων. Τὴν ἴδια ἀπορία ἀποτυπώνει πολὺ ἐκφραστικὰ κι ὁ προφήτης Ἠσαΐας σ’ ἕνα λόγο του ποὺ ἀναγινώσκεται στὸν Ἑσπερινὸ τῆς Ἑορτῆς: «Τίς οὗτος ὁ παραγενόμενος ἐξ Ἐδώμ, ἐρύθημα ἱματίων ἐκ Βοσόρ, οὕτως ὡραῖος ἐν στολῇ βίᾳ μετὰ ἰσχύος;» (Ἡσ. ξγ΄ [63] 1)· ποιὸς εἶναι Αὐτὸς ποὺ κατέφθασε ἀπὸ τὴν Ἐδὼμ καὶ ἀπὸ τὴν πρωτεύουσά της Βοσὸρ μὲ κατακόκκινα τὰ ἱμάτιά Του; Ποιὸς εἶναι Αὐτὸς ὁ τόσο πολὺ ὡραῖος μὲ τὴν πολεμικὴ στολή Του ποὺ καταφθάνει μὲ σπουδὴ καὶ μὲ δύναμη;…
Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀπορία διατυπώνουν οἱ Ἄγγελοι: Ποιὸς εἶναι Αὐτὸς ποὺ διασχίζει τοὺς οὐρανοὺς ὡς ἔνδοξος θριαμβευτής;… Δὲν ἀνήκει στοὺς Ἀγγέλους. Ἀπὸ τὸν κόσμο τῶν ἀνθρώπων ἔρχεται, «παραγενόμενος ἐξ Ἐδώμ». Εἶναι Ἄνθρωπος. Ὅμως στὸ πρόσωπό Του ἀναγνωρίζουν τὸν Δεσπότη καὶ Θεό τους. Καὶ τί συγκλονιστικό! Φέρει σημάδια σφαγῆς. Τὰ ἐνδύματά Του εἶναι καταματωμένα. Αὐτὸς εἶναι ποὺ ἔχυσε τὸ πανάγιο Αἷμα Του γιὰ νὰ λυτρώσει τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὸς ποὺ ὑπέμεινε τὰ φρικτὰ παθήματα καὶ τὸν ἐπονείδιστο θάνατο, τώρα ἀνεβαίνει Νικητὴς στὸν ἐπουράνιο θρόνο. Κι ἐδῶ ἀκριβῶς εἶναι ποὺ οἱ Ἄγγελοι παρατηροῦν μία παράδοξη ἀνατροπὴ τάξεως: Ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἶχε πλασθεῖ «βραχύ τι παρ’ ἀγγέλους ἠλαττωμένος» (Ψαλ. η΄ 6), στὸ πρόσωπο τοῦ ἀναληφθέντος Κυρίου, ἀνεβαίνει ψηλότερα κι ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς Ἀγγέλους καὶ κάθεται στὴν πιὸ τιμητικὴ θέση: στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός, ὡς ἔνδοξος Βασιλιάς!
Πῶς νὰ μὴν ἐκπλήσσεται ὁ ἀγγελικὸς κόσμος; Πῶς νὰ μὴν ἐκπλήσσεται καὶ ἡ δική μας ψυχὴ καθὼς ἀναλογίζεται τὸ ὕψος τῆς τιμῆς ποὺ μᾶς ἐπιφυλάσσει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ!… Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου ὡς Θεανθρώπου, τὸ γεγονὸς δηλαδὴ ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἐκάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρὸς καὶ ὡς Ἄνθρωπος, αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀνύψωση τοῦ ἀνθρώπου δηλώνει. Καὶ τί ἀνύψωση! Ἀλήθεια, ἐρωτᾶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «δὲν ἦταν ἀρκετὸ γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση νὰ βρίσκεται μεταξὺ τῶν Ἀγγέλων; Αὐτὴ ἡ τιμὴ δὲν θὰ ἦταν ἤδη ἄρρητη; Κι ὅμως ὑψώθηκε πάνω ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους, ξεπέρασε τοὺς ἀρχαγγέλους, ὑψώθηκε πιὸ πάνω ἀπὸ τὰ Χερουβίμ, ἀνέβηκε πάνω ἀπὸ τὰ Σεραφίμ, ξεπέρασε τὶς ἀγγελικὲς Ἀρχὲς καὶ δὲν σταμάτησε παρὰ μόνο ὅταν ἔφθασε στὸν Θρόνο τοῦ Κυρίου» (Εἰς τὴν Ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου, Ὁμιλία Α΄, ΕΠΕ 36, 214).
Πῶς νὰ μὴν ἐκπλήσσεται κάθε ἄνθρωπος μπροστὰ σ᾿ αὐτὸ τὸ μεγαλεῖο;… Ἀλλὰ ἂς μὴ μένουμε μόνο στὴν ἔκπληξη. «Τὰ τῆς γῆς ἐπὶ τῆς γῆς καταλιπόντες… δεῦτε ἀνανήψωμεν καὶ εἰς ὕψος ἐπάρωμεν ὄμματα καὶ νοήματα». Ἂς ἀφήσουμε ἐπιτέλους ὅ,τι γήινο καὶ φθαρτὸ κι ἂς ὑψώσουμε τὸ βλέμμα καὶ τὴ σκέψη μας στὸν οὐρανό. Στὴν ἄρρητη δόξα ποὺ ἐξασφάλισε ὁ ἀναληφθεὶς Κύριος στοὺς πιστοὺς μαθητές Του, δηλαδὴ σὲ ὅλους ὅσοι πιστεύουν στὸ ὄνομά Του καὶ ζοῦν ἑνωμένοι μαζί Του διὰ τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ τὴν αἰώνια δόξα ἂς ποθήσουμε μὲ ὅλη μας τὴν ψυχή, διότι αὐτὴ θὰ μᾶς κάνει ἀληθινὰ εὐτυχισμένους.
Πηγή: Ο Σωτήρ