Ὁ ἅγιος Ἀντώνιος μιλώντας γιὰ τὴν ἀρετὴ ἔλεγε «Πρέπει νὰ μὴ λέμε ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν στὸν ἄνθρωπο νὰ ἐπιτύχη ἐνάρετο βίο, ἀλλὰ μόνο ὅτι δὲν εἶναι εὔκολο.
Οὔτε εἶναι εὔκολο νὰ τὸ ἀντιληφθοῦν
αὐτὸ οἱ τυχόντες ἄνθρωποι. Συμμετέχουν σὲ ἐνάρετη ζωὴ ὅσοι εἶναι εὐσεβεῖς καὶ ἔχουν
νοῦν θεοφιλῆ, ποὺ σκέπτονται ὅπως ἀρέσει στὸν Θεό.
Γιατί ὁ κοινὸς νοῦς εἶναι
κοσμικὸς, σκέπτεται δηλαδὴ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου καὶ εὐμετάβολος, ποὺ
παρέχει νοήματα ἀγαθὰ καὶ κακά, ἀφοῦ ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὰ φυσικὰ πράγματα καὶ
ρέπει πρὸς τὴν ὕλη. Ἐνῶ ὁ θεοφιλὴς νοῦς τιμωρεῖ τὴν κακία, τὴν ὁποία ἐγκολπώνονται
αὐτοπροαίρετα οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ ραθυμία».
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς μιλώντας γιὰ τὸ ἴδιο
θέμα σημειώνει «Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι ρίζα καὶ ἀρχὴ κάθε ἀρετῆς, ἡ δὲ ἀγάπη
πρὸς τὸν κόσμο εἶναι πρόξενος κάθε κακίας. Γι᾽ αὐτὸ καὶ εἶναι ἀντίθετες μεταξὺ
των αὐτὲς οἱ δύο καὶ φθείρονται ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη, καθὼς φωνάζει καὶ ὁ Ἀδελφόθεος·
“ἡ ἀγάπη τοῦ κόσμου εἶναι ἔχθρα πρὸς τὸν Θεὸ· ὅποιος θέλει νὰ εἶναι φίλος τοῦ
κόσμου, καθίσταται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ”.
Καὶ ὁ ἀγαπημένος ἀπὸ τὸν Χριστὸ Ἰωάννης ἐπίσης λέγει “ἐὰν κάποιος ἀγαπᾶ τὸν κόσμο, δὲν ἔχει μέσα του τὴν ἀγάπη τοῦ Πατρός, διότι κάθε τί ποὺ εἶναι στὸν κόσμο, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, δὲν εἶναι ἀπὸ τὸν Πατέρα”.
Ἂς προσέχουμε, μήπως ἀγαπώντας
τὶς πονηρὲς ἐπιθυμίες καὶ δεικνύοντας ἀλαζονεία πρὸς ἀλλήλους, ξεπέσουμε ἀπὸ τὴν
ἀγάπη τοῦ οὐρανίου Πατέρα.
Διότι σὲ αὐτὰ τὰ δύο συμπεριέλαβε
κάθε πάθος, ποὺ μᾶς φέρει σὲ διάσταση μὲ τὸν Θεὸ».
Ὁ ἅγιος Βασίλειος μιλώντας
πρὸς τοὺς νέους τούς λέγει « Ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀρετὴ εἶναι πρῶτα- πρῶτα
τραχὺς καὶ δυσκολοπερπάτητος καὶ ἀνηφορικὸς καὶ γεμάτος ἀπὸ πολὺ ἱδρῶτα καὶ
κόπο.
Γι᾽ αὐτὸ δὲν εἶναι εὔκολο
στὸν καθένα νὰ ἀρχίσει νὰ τὸν βαδίζει, γιατί εἶναι ἀνηφορικός, οὔτε ἀφοῦ ἀρχίσει
νὰ τὸν βαδίζει νὰ φτάσει εὔκολα στὸ τέρμα. Ὅταν ὅμως φτάσει στὴν κορυφὴ μπορεῖ
νὰ δεῖ πόσο ὁμαλὸς καὶ καλὸς εἶναι, πόσο εὔκολος καὶ εὐκολοπερπάτητος καὶ περισσότερο
εὐχάριστος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ὁδηγεῖ στὴν κακία, καὶ ποὺ ὁ ἴδιος ὁ ποιητὴς εἶπε ὅτι
εἶναι εὔκολο διὰ μιᾶς νὰ τὸν ἀκολουθήσει κανείς».
Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο
συνεχίζει « Ἡ ἀρετὴ εἶναι τὸ μόνο ἀναφαίρετο ἀπὸ τὰ κτήματα, γιατί παραμένει στὸν
ἄνθρωπο καὶ ἐφ᾽ ὅσον ζεῖ καὶ ὅταν πεθάνει».
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος σὲ ὁμιλία του στὸ κατὰ Ἰωάννη Εὐαγγέλιο λέγει «Διατὶ ἔχει συνδεθεῖ ἡ
μεγάλη εὐχαρίστηση μὲ τὴν κακία καὶ μὲ τὴν ἀρετὴ ὁ πολὺς κόπος καὶ ὁ ἱδρώτας; Ἂς
ὑποθέσουμε ὅτι ὑπάρχει ἕνας βασιλεὺς καὶ ἕνας στρατηγὸς καὶ ἐνῶ ὁ βασιλεὺς κοιμᾶται
καὶ μεθοκοπᾶ, ὁ στρατηγὸς μὲ μεγάλες ταλαιπωρίες στήνει τρόπαια. Εἶς ποῖον θὰ ἀποδώσης
τὴν νίκη;
Καὶ ποῖος ἐκαρπώθη τὴν εὐχαρίστηση
αὐτῶν τῶν γεγονότων; Βλέπεις ὅτι ἡ ψυχὴ στρέφεται μᾶλλον πρὸς ἐκεῖνα, διὰ τὰ ὁποῖα
ἐκοπίασε;
Δι᾽ αὐτὸ ὁ Θεὸς ἀνέμιξε τοὺς
κόπους μὲ τὴν ἀρετή, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ ἐξοικειώση τὴν ψυχὴ μὲ τὴν ἀρετή. Δι᾽ αὐτὸ
τὴν ἀρετὴ τὴν θαυμάζομεν, ἔστω καὶ ἂν δὲν τὴν ἐπιτυγχάνομεν, κατηγοροῦμεν ὅμως
τὴν κακίαν, ἔστω καὶ ἂν εἶναι πολὺ εὐχάριστος.
Δι᾽ αὐτὸ σᾶς συμβουλεύω, ἀφοῦ ἀφήσετε τὴν ἀμέλειαν,
νὰ ἀκολουθήσετε τὴν ἀρετή. Διότι ἡ ἐκ τῆς κακίας εὐχαρίστηση διαρκεῖ ὀλίγον, ἐνῶ
ἡ ἐξ αὐτῆς λύπη εἶναι διαρκής. Ἀντιθέτως ἡ ἐκ τῆς ἀρετῆς χαρὰ εἶναι αἰώνια καὶ ὁ
ἐξ αὐτῆς κόπος προσωρινὸς».
Ὁ Γέροντας Παΐσιος σὲ ἐρώτηση
πῶς θὰ ἀποκτήσουμε πνευματικὴ ὀμορφιὰ ἀπαντοῦσε «Ἂν ἀγωνισθῆς μὲ θεῖο ζῆλο νὰ ἀποκτήσης
ἀρετές, θὰ ἀποκτήσης καὶ πνευματικὴ ὀμορφιά. Ἡ Παναγία εἶχε καὶ τὴν ἐξωτερικὴ
καὶ τὴν ἐσωτερικὴ ὀμορφιὰ· ὅποιος τὴν ἔβλεπε ἀλλοιωνόταν.
Ἐκείνη ἡ πνευματικὴ ἁπαλάδα,
ποὺ σκορποῦσε, θεράπευε ψυχές. Μὲ τὴν ἐσωτερική της ὀμορφιὰ καὶ τὴν δύναμη τῆς
χάριτος τί ἱεραποστολὴ ἔκανε! Ἀλλὰ καὶ κάθε ἄνθρωπος, ἂν ἐργασθῆ πνευματικὰ καὶ
σμιλέψη τὸν χαρακτήρα του, χαριτώνεται καὶ ὀμορφαίνει ἡ ψυχή του.
Ὅποιος ἔχει πνευματικὴ ὀμορφιὰ
ποὺ δίνει ἡ ἀρετή, λάμπει ἀπὸ τὴν θεία χάρη. Γιατί ὅσο ἀποκτάει ὁ ἄνθρωπος ἀρετὲς
θεώνεται καὶ ἑπόμενο εἶναι νὰ ἀκτινοβολῆ καὶ νὰ προδίδεται ἀπὸ τὴν θεία χάρη».
1.Ὁ Μέγας Ἀντώνιος Ἐκδ.
Ρηγόπουλος σελ. 226
2. Γρηγ. ΠαλαμᾶΕ.Π.Ε. τόμ.
10 σελ. 337
3. Βασιλειανὸ Ἀποθησαύρισμα
Ἐκδ. Φωτοδότες σελ. 115
4. Ἰ. Χρυσοστόμου Ε.Π.Ε.
τόμ. 13 σελ. 351
5. Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου
Λόγοι τόμ. Ε΄ σελ. 161