Να η απάντηση που δίνει ο Άγιος Ιωάννης οΧρυσόστομος.
«Ποια απολογία θα έχουμε, ποια συγγνώμη, όταν Αυτός μεν κατέβηκε απ’ τους ουρανούς
για μας, ενώ εμείς δεν ερχόμαστε ούτε απ’ το σπίτι μας προς Αυτόν;
Όταν οι μάγοι, που ήταν άνθρωποι βάρβαροι και αλλόφυλοι, τρέχουν απ’ την
Περσία να δουν Αυτόν ξαπλωμένο μέσα στην φάτνη, ενώ εσύ ο Χριστιανός δεν
ανέχεσαι ούτε μια μικρή απόσταση να βαδίσεις, για ν’ απολαύσεις το μακάριο αυτό
θέαμα;
Καθ’ όσον, αν έρθουμε με πίστη, οπωσδήποτε θα Τον δούμε ξαπλωμένο μέσα στην
φάτνη. Γιατί η Τράπεζα αυτή αναπληρώνει τη θέση της φάτνης. Κι εδώ πραγματικά θ’
απλωθεί το Δεσποτικό Σώμα, όχι σπαργανωμένο, όπως ακριβώς τότε, αλλά
περιστοιχιζόμενο από παντού με το Πνεύμα το Άγιο. Αντιλαμβάνονται οι μυημένοι
τα λεγόμενά μου.
Οι μεν λοιπόν μάγοι προσκύνησαν μόνο, εσύ όμως, αν έρθεις με καθαρή
συνείδηση, θα σου επιτρέψουμε και να το πάρεις και να πας μ’ αυτό στο σπίτι
σου.
Έλα λοιπόν κι εσύ προσφέροντας δώρα, όχι τέτοια όπως εκείνοι, αλλά πολύ πιο
σεμνότερα.
Πρόσφεραν εκείνοι
λιβανωτό; Εσύ πρόσφερε προσευχές καθαρές, τα πνευματικά αυτά θυμιάματα.
Πρόσφεραν εκείνοι σμύρνα;
Εσύ πρόσφερε ταπεινοφροσύνη, ταπεινωμένη καρδιά και ελεημοσύνη.
Αν προσέλθεις μ’ αυτά τα δώρα, με πολύ μεγάλο θάρρος θα απολαύσεις την ιερή
αυτή Τράπεζα. Καθ’ όσον εγώ γι’ αυτό τα λέγω αυτά τώρα, επειδή γνωρίζω ότι
οπωσδήποτε θα έρθουν πολλοί κατά την ημέρα εκείνη και θα πλησιάσουν χωρίς
προσοχή στην πνευματική αυτή θυσία.
Για να μην το κάνουμε λοιπόν αυτό για το κακό μας, ούτε προς καταδίκη της ψυχής
μας, αλλά για τη σωτηρία της, από τώρα ήδη σας το τονίζω και σας παρακαλώ, αφού
καθαρίσετε το εαυτό σας με κάθε τρόπο, τότε να έρθετε και να πλησιάσετε τα ιερά
μυστήρια».