Ἡ ἁγία Εὐφηµία! Ὁ Γέροντας, διηγήθηκε τό ἑξῆς: «Εἶχα γυρίσει ἀπό τόν κόσµο, ὅπου εἶχα βγῆ γιά ἕνα ἐκκλησιαστικό θέµα. Τήν Τρίτη15, κατά ἡ ὥρα 10 τό πρωΐ, ἤµουν µέσα στό Κελλί µου καί ἔκανα τίς Ὧρες. Ἀκούω χτύπηµα στήν πόρτα καί µιά γυναικεία φωνή νά λέη: «Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων ἡµῶν...». Σκέφθηκα: «Πῶς βρέθηκε γυναίκα µέσα στό Ὄρος;». Ἐν τούτοις ἔνιωσα µιά θεία γλυκύτητα µέσα µου καί ρώτησα:
– Ποιός εἶναι;
–
Ἡ Εὐφηµία, ἀπαντᾶ. »Σκεφτόµουν, «ποιά Εὐφηµία; Μήπως καµµιά γυναίκα
ἔκανε καµµιά τρέλλα καί ἦρθε µέ ἀνδρικά στό Ὄρος; Τώρα τί νά κάνω;».
Ξαναχτυπᾶ. Ρωτάω: «Ποιός εἶναι;». «Ἡ Εὐφηµία», ἀπαντᾶ καί πάλι.
Σκέφτοµαι καί δέν ἀνοίγω. Στήν τρίτη φορά πού χτύπησε, ἄνοιξε µόνη της ἡ
πόρτα, πού εἶχε σύρτη ἀπό µέσα. Ἄκουσα βήµατα στόν διάδροµο. Πετάχτηκα
ἀπό τό Κελλί µου καί βλέπω µιά γυναίκα µέ µανδήλα. Τήν συνώδευε κάποιος,
πού ἔµοιαζε µέ τόν Εὐαγγελιστή Λουκᾶ, ὁ ὁποῖος ἐξαφανίσθηκε. Παρ᾿ ὅλο
πού ἤµουν σίγουρος ὅτι δέν εἶναι τοῦ...
– Ἡ µάρτυς Εὐφηµία, ἀπαντᾶ.
– Ἄν εἶσαι ἡ µάρτυς Εὐφηµία, ἔλα νά προσκυνήσουµε τήν Ἁγία Τριάδα. Ὅ,τι κάνω ἐγώ νά κάνης καί σύ.
Μπῆκα
στήν Ἐκκλησία, κάνω µιά µετάνοια λέγοντας: «Εἰς τό ὄνοµα τοῦ Πατρός».
Τό ἐπανέλαβε µέ µετάνοια. «Καί τοῦ Υἱοῦ». «Καί τοῦ Υἱοῦ», εἶπε µέ ψιλή
φωνή.
– Πιό δυνατά, ν᾿ ἀκούω, εἶπα καί ἐπανέλαβε δυνατώτερα.
»Ὕστερα κάθησε ἡ Ἁγία στό σκαµνάκι καί ἐγώ στό µπαουλάκι καί µοῦ ἔλυσε τήν ἀπορία πού εἶχα (στό ἐκκλησιαστικό θέµα).
»Μετά
µοῦ διηγήθηκε τήν ζωή της. Ἤξερα ὅτι ὑπάρχει µιά ἁγία Εὐφηµία, ἀλλά τόν
βίο της δέν τόν ἤξερα. Ὅταν µοῦ διηγεῖτο τά µαρτύριά της, ὄχι ἁπλῶς τά
ἄκουγα, ἀλλά σάν νά τά ἔβλεπα˙ τά ζοῦσα. Ἔφριξα! Πά, πά, πά!
– Πῶς ἄντεξες τέτοια µαρτύρια; ρώτησα.
– Ἄν ἤξερα τί δόξα ἔχουν οἱ Ἅγιοι, θά ἔκανα ὅ,τι µποροῦσα νά περάσω πιό µεγάλα µαρτύρια.
»Μετά
ἀπ᾿ αὐτό τό γεγονός γιά τρεῖς µέρες δέν µποροῦσα νά κάνω τίποτα.
Σκιρτοῦσα καί συνεχῶς δόξαζα τόν Θεό. Οὔτε νά φάω, οὔτε τίποτα...
συνεχῶς δοξολογία».
Πηγή: (Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου» τοῦ ἱερομονάχου Ἰσαάκ, Ἅγιον Ὅρος), Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό, Τράπεζα Ιδεών