«Μὴ ἔστω μάχη…». Ἂς μὴ μαλώνουμε ἐμεῖς καὶ οἱ βοσκοί μας· «ὅτι ἄνθρωποι ἀδελφοί ἐσμεν ἡμεῖς»· ἐφόσον εἴμαστε καὶ συγγενεῖς. Ὅλη ἡ χώρα δὲν εἶναι μπροστά σου; Διάλεξε ποῦ θέλεις νὰ βόσκουν τὰ κοπάδια σου. Ἂν ἐσὺ πᾶς ἀριστερά, ἐγὼ θὰ πάω δεξιά· ἂν πᾶς δεξιά, ἐγὼ ἀριστερά.
Μὲ τέτοια λόγια εἰρήνης μίλησε ὁ δίκαιος Ἀβραὰμ στὸ Λώτ (Γεν. ιγ´ [13] 8-9). Τί εἶχε συμβεῖ; Εἶχαν πληθυνθεῖ τὰ ποίμνια τῶν δύο ἀνδρῶν καὶ δὲν τοὺς χωροῦσε ἡ περιοχὴ τῆς γῆς Χαναὰν στὴν ὁποία εἶχαν κατασκηνώσει. Ἔτσι, μάλωναν οἱ βοσκοί τους γιὰ τὰ βοσκοτόπια, ποιὸς θὰ ὁδηγοῦσε πρῶτος τὰ πρόβατα καὶ τὰ ἄλλα ζωντανὰ στὰ πιὸ εὔφορα μέρη γιὰ νὰ βοσκήσουν ἄφθονο χορτάρι.
Τότε ἔλαμψε γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ ἡ ἀρετὴ τοῦ πατριάρχη Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος εἶπε τὰ παραπάνω λόγια καὶ πρόλαβε τὸ κακὸ στὴν ἀρχή του.
Νὰ χωρισθοῦμε, Λώτ, πρότεινε ὁ Ἀβραάμ. Νὰ κατευθυνθοῦμε σὲ διαφορετικὰ μέρη. Οἱ καρδιές μας ὅμως νὰ μὴ χωρίσουν. Νὰ μείνουμε ἀγαπημένοι. Πάνω ἀπ᾿ ὅλα νὰ μὴ χάσουμε τὴν εἰρήνη μας. Καὶ πρόσθεσε:
–Διάλεξε ἐσὺ πρῶτος.
Δηλαδὴ ὁ δίκαιος τίμησε τὸν Λώτ, ἂν καὶ ἦταν νεότερός του. Παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ δικαίωμά του νὰ ἐπιλέξει πρῶτος, νὰ διαλέξει τὴν πιὸ εὔφορη χώρα. Καὶ δὲν παραιτήθηκε σὲ ἀσήμαντο ζήτημα. Ἡ περιουσία τοῦ Ἀβραὰμ ἦταν τὰ ποίμνια. Τὰ καλὰ βοσκοτόπια ἦταν οὐσιαστικὰ ἡ πηγὴ τοῦ πλουτισμοῦ του.
Ὁ πατριάρχης ὅμως δὲν νικήθηκε ἀπὸ ἰδιοτελεῖς ὑπολογισμούς. Ἦταν ἀνώτερος ἄνθρωπος· ὑλικὰ πολὺ πλούσιος, ἀλλὰ πνευματικὰ ἀκόμη περισσότερο. Εἶχε πολὺ δυνατὴ πίστη. Πάντοτε ἄφηνε τὴ ζωή του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ μὲ μιὰ θαυμαστὴ ἐμπιστοσύνη.
Ὁ Λὼτ ἀντίθετα δὲν συγκινήθηκε ἀπὸ τὴν τιμὴ ποὺ τοῦ ἔκανε ὁ θεῖος του. Δὲν τοῦ εἶπε: «Ὄχι, θεῖε μου, ἐσὺ νὰ διαλέξεις πρῶτος, ποὺ εἶσαι ὁ εὐεργέτης μου, ποὺ σοῦ χρωστάω τόσο πολλά». Ἀλλὰ «ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ἐπεῖδε πᾶσαν τὴν περίχωρον Ἰορδάνου» (Γεν. ιγ´ [13] 10). Σήκωσε τὰ μάτια του καὶ ἀγκάλιασε μὲ βλέμμα ἄπληστο τὴν περίχωρο τοῦ Ἰορδάνη, ποὺ ἦταν εὔφορη καὶ καταπράσινη. «Καὶ ἐξελέξατο ἑαυτῷ Λὼτ πᾶσαν τὴν περίχωρον τοῦ Ἰορδάνου» (στίχ. 11). Καὶ διάλεξε αὐτὴ τὴν περιοχὴ γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἡ ἐπιλογή του ἔγινε μὲ βάση τὸ ἐγωιστικό του συμφέρον. Νικήθηκε ἀπὸ «τὴν ἐπιθυμίαν τῶν ὀφθαλμῶν» (Α´ Ἰω. β´ 16), ἀπὸ τὴν πλεονεξία.
Σύμφωνα μὲ τὴ νοοτροπία τῶν ἀνθρώπων, ὁ Λὼτ ἅρπαξε ἔξυπνα μιὰ πολὺ καλὴ εὐκαιρία, χωρὶς κιόλας νὰ ἀδικήσει κανένα φανερά. Ποιὰ ὅμως ἦταν ἡ συνέχεια;
Ἀφοῦ χωρίσθηκαν θεῖος καὶ ἀνιψιός, ἐμφανίσθηκε ὁ Θεὸς στὸν Ἀβραάμ:
–«Ἀνάβλεψον τοῖς ὀφθαλμοῖς σου καὶ ἴδε». Σήκωσε τὰ μάτια σου ἐσὺ ποὺ δὲν νικήθηκες ἀπὸ τὰ μάτια σου, ἀλλὰ στήριξες τὴν ἐλπίδα σου σ᾿ Ἐμένα. Σήκωσε τὰ μάτια σου καὶ κοίταξε τὸν τόπο στὸν ὁποῖο βρίσκεσαι, ἀπ᾿ τὸ βορρὰ μέχρι τὸ νότο, κι ἀπ᾿ τὴν ἀνατολὴ μέχρι τὴ δύση. Ὅλη αὐτὴ τὴ γῆ ποὺ βλέπεις, θὰ τὴ δώσω σ᾿ ἐσένα καὶ στοὺς ἀπογόνους σου ὡς κτῆμα αἰώνιο… Σήκω καὶ διάσχισε τὴ χώρα αὐτὴ καὶ περπάτησέ την ὅπως γυρίζει ἀφέντης τὰ κτήματά του… (Γεν. ιγ´ [13] 14-17).
Ὁ πατριάρχης δὲν ἔσπευσε νὰ ἁρπάξει τίποτε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἐξασφάλισε πολὺ περισσότερα ἀπὸ ὅσα μποροῦσε νὰ φαντασθεῖ.
Ἀντίθετα ὁ Λὼτ ἐκεῖ ὅπου κατοίκησε, στὰ Σόδομα, μιὰ ἀπὸ τὶς πόλεις τῆς εὔφορης ἐκείνης περιοχῆς, καθημερινὰ «ψυχὴν δικαίαν ἀνόμοις ἔργοις ἐβασάνιζε» (Β´ Πέτρ. β´ 8)· ζώντας ἀνάμεσα σὲ πολὺ ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὰ παράνομα ἔργα τους ποὺ ἔβλεπε νὰ κάνουν, ταλαιπωροῦσε καὶ ἔθετε σὲ δοκιμασία τὴν ψυχή του, ποὺ τελικὰ δὲν παρασύρθηκε. Κατόπιν αἰχμαλωτίσθηκε σὲ πόλεμο μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς κατοίκους τῶν Σοδόμων καὶ ἀργότερα σώθηκε τὴν τελευταία στιγμὴ ἀπὸ τὴν καταστροφὴ τῶν Σοδόμων (βλ. Γεν. ιδ´ [14] καὶ ιθ´ [19]). Τόση ταλαιπωρία τοῦ χάρισε ἡ πλεονεξία του, ἡ ἔλλειψη πίστεως στὸ Θεὸ καὶ σεβασμοῦ στὸ θεῖο του!
Τὸ θλιβερότερο ὅμως εἶναι ὅτι τὸ λάθος τοῦ Λὼτ συνεχῶς ἐπαναλαμβάνεται στὴν ἱστορία τῶν λαῶν καὶ στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Οἱ περισσότεροι ἀκολουθοῦν τὴν ἐπιλογή του καὶ ρίχνουν τὸν ἑαυτό τους σὲ μεγάλους πειρασμοὺς καὶ βλάβη γιὰ τὴν ψυχή τους. Γιὰ τέτοιες βλέψεις πόσοι ποταμοὶ ἀνθρώπινου αἵματος ἔχουν χυθεῖ, γιὰ τὸν ἔλεγχο τῶν πετρελαιοπηγῶν καὶ τῶν ἄλλων πλουτοπαραγωγικῶν πηγῶν, γιὰ τοὺς ἀπέραντους σιτοβολῶνες, γιὰ τοὺς μεγάλους ἐμπορικοὺς κόμβους καὶ τὰ στρατηγικὰ σημεῖα τῆς ὑφηλίου!… Πόσοι ἰδιοκτῆτες γειτονικῶν χωραφιῶν, πόσοι συνέταιροι μάλωσαν! Πόσα ἀδέλφια μάλωσαν στὴ διανομὴ τῆς πατρικῆς κληρονομιᾶς!
Καὶ βέβαια γιὰ τοὺς πολέμους μεταξὺ τῶν λαῶν ἐμεῖς μόνο προσευχὴ μποροῦμε νὰ κάνουμε. Στὰ ζητήματα ὅμως τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς ἂς μάθουμε νὰ ὑποχωροῦμε γιὰ χάρη τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἀγάπης, εἰδικὰ στὰ κληρονομικὰ θέματα, ποὺ ταλαιπωροῦν τόσες καὶ τόσες οἰκογένειες!
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι δὲν εἶναι εὔκολο νὰ νικήσει κανεὶς τὴν πλεονεξία του. Χρειάζεται πολλὴ πίστη, ἀνωτερότητα, κάποτε καὶ ἀνεξικακία. Ἂς ζητήσουμε αὐτὲς τὶς ἀρετὲς ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὴ θερμὴ καὶ ἐπίμονη προσευχή μας. Ἂς ζητήσουμε ἀκόμη τὴ συμβουλὴ καὶ ἐνίσχυση τοῦ Πνευματικοῦ μας. Γι᾿ αὐτὴ τὴν εὐλογημένη ὑποχώρηση πολὺ θὰ μᾶς εὐλογήσει ὁ Θεὸς καὶ ἀπὸ πολλὰ δεινὰ θὰ μᾶς προστατεύσει, ὅπως προστάτευσε καὶ εὐλόγησε πολὺ πλούσια τὸν πατριάρχη Ἀβραάμ.
Πηγή: Ο Σωτήρ