Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς Καπερναούμ, προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατόνταρχος παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος. καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἑκατόνταρχος ἔφη· Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου. καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν, ἔχων ὑπ’ ἐμαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καὶ πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, καὶ ἔρχεται, καὶ τῷ δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο, καὶ ποιεῖ. ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐθαύμασε καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον. λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσι καὶ ἀνακλι- θήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς τῷ ἑκατοντάρχῳ· ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. καὶ ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ.
Καθὼς ὁ Κύριος εἰσέρχεται στὴν πόλη τῆς Καπερναούμ,
τὸν πλησιάζει ἕνας Ρωμαῖος ἑκατόνταρχος ─ ἀξίωμα
ἀντίστοιχο μὲ τοῦ σημερινοῦ λοχαγοῦ ─ καὶ
ἱκετεύει γιὰ τὴ θεραπεία τοῦ παραλύτου δούλου του, ὁ ὁποῖος ὑποφέρει φοβερά.
–Ἐγὼ ὁ ἴδιος θὰ ἔλθω στὸ σπίτι σου καὶ θὰ τὸν θεραπεύσω, τοῦ ἀπαντᾶ ὁ Κύριος. Ὁ
ταπεινὸς ἀξιωματικὸς συναισθανόμενος τὴν ἁμαρτωλή του κατάσταση μὲ συστολὴ
διατυπώνει τοὺς δισταγμούς του:
–Κύριε, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ εἰσέλθεις κάτω ἀπὸ τὴ
στέγη τοῦ σπιτιοῦ μου! «Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην
εἰσέλθῃς».
Μία φράση ποὺ ἔγινε ἀπὸ τότε προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας
διὰ μέσου τῶν αἰώνων καὶ τὴν προφέρουμε μὲ συναίσθηση οἱ πιστοὶ στὴν Ἀκολουθία
τῆς θείας Μεταλήψεως... Ἕνας λόγος ποὺ ὑποδεικνύει τὴ στάση μας κάθε φορὰ ποὺ
προετοιμαζόμαστε νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸν Κύριο στὸν οἶκο τῆς ψυχῆς μας μὲ τὸ
Μυστήριο τῆς Θείας Κοινωνίας.
Ἀλήθεια, ποιὸς εἶναι ἄξιος νὰ κοινωνήσει τὸ πανακήρατο
Σῶμα καὶ τὸ ζωοποιὸ Αἷμα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ; Ποιὸς εἶναι ἄξιος ἔστω νὰ
πλησιάσει στὸ ἅγιο Βῆμα, ἐκεῖ ὅπου «ἄγγελοι παρίστανται τρόμῳ»;... «Οὐδεὶς
ἄξιος»! Κανένας ἀπὸ μᾶς ποὺ παραμένουμε προσκολλημένοι στὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες
καὶ ἡδονὲς δὲν εἶναι ἄξιος νὰ προσεγγίζει τὰ ἅγια Μυστήρια. Μόνο ὅποιος
συναισθάνεται τὴν ἁμαρτωλότητά του. Μόνο ὅποιος μετανοεῖ ἐμπράκτως, μπορεῖ νὰ
ἐλπίζει ὅτι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ θὰ τὸν ἐπισκεφθεῖ καὶ θὰ θεραπεύσει τὴν ψυχή του.
2. Πίστη ἀξιοθαύμαστη
Ὁ ἑκατόνταρχος ὅμως φανέρωσε καὶ πίστη ἀξιοθαύμαστη.
Ἦταν τόσο δυνατὴ ἡ πίστη του, ὥστε νὰ εἶναι ἀπόλυτα πεπεισμένος ὅτι ὁ Κύριος
μποροῦσε, ἂν ἤθελε, νὰ θεραπεύσει τὸν δοῦλο του καὶ χωρὶς νὰ τὸν ἐπισκεφθεῖ.
Ἀπὸ μακριά. Μόνο καὶ μόνο μὲ ἕνα λόγο Του! Εἶπε: Ὅπως ἐγὼ διατάζω τοὺς
στρατιῶτες μου κι αὐτοὶ ἐκτελοῦν τὴ διαταγή, πολὺ περισσότερο πιστεύω ὅτι Ἐσύ,
Κύριε, ὅταν πεῖς ἕνα λόγο, εἶναι ἀπολύτως βέβαιο ὅτι ἀμέσως θὰ ἐκτελεστεῖ. Αὐτὴ
ἡ πίστη ἦταν ποὺ γέννησε τὸ θαῦμα. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος τοῦ εἶπε: «ὕπαγε, καὶ
ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι». Πήγαινε στὸ σπίτι σου κι ἂς γίνει γιὰ σένα ὅπως τὸ
πίστεψες (ὅτι δηλαδὴ μόνο μὲ τὸ λόγο μου καὶ ἀπὸ μακριὰ μπορῶ νὰ θεραπεύσω τὸ
δοῦλο σου). Καὶ πράγματι ἐκείνη τὴ στιγμὴ θεραπεύθηκε ὁ δοῦλος του. Πόσο
μεγάλη δύναμη ἔχει ἡ πίστη! Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει θερμὴ καὶ ζωντανὴ πίστη,
μπορεῖ νὰ μετακινήσει ὁλόκληρα βουνά! Νὰ ξεπεράσει ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια. Νὰ
ἐπιτύχει αὐτὸ ποὺ φαίνεται ἀκατόρθωτο. Ἂς στηρίζουμε λοιπὸν ὅλη τὴν πεποίθησή
μας στὸν πανάγαθο Θεὸ ποὺ μᾶς ἀγαπᾶ· στὸν παντοδύναμο Κύριο. Ἂς
ἀγωνιζόμαστε νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά Του καὶ μέρα μὲ τὴ μέρα θὰ
βλέπουμε τὴν πίστη μας νὰ αὐξάνεται, τὸν ἑαυτό μας νὰ μεταμορφώνεται, τὴ ζωή μας
νὰ γίνεται πιὸ εἰρηνικὴ καὶ εὐλογημένη.
3. Ἡ μεγάλη ἔκπληξη
Παράλληλα μὲ τὸ ἐκπληκτικὸ θαῦμα χάριν τοῦ ἀλλοεθνοῦς
ἑκατοντάρχου, ὁ Κύριος ἔκανε καὶ μιὰ βαρυσήμαντη προφητικὴ διακήρυξη. Εἶπε:
Πολλοὶ σὰν τὸν ἑκατόνταρχο θὰ ἔλθουν ἀπὸ ἀνατολὴ καὶ δύση, ἀπ’ ὅλα τὰ μέρη
τοῦ κόσμου, καὶ θὰ καθίσουν μαζὶ μὲ τὸν Ἀβραάμ, τὸν Ἰσαὰκ καὶ τὸν Ἰακὼβ στὸ
εὐφρόσυνο δεῖπνο τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. «Οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας
ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον»· ἐκεῖνοι δηλαδὴ ποὺ κατάγονται ἀπὸ
τὸν Ἀβραὰμ καὶ σύμφωνα μὲ τὶς ἐπαγγελίες καὶ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ εἶναι
κληρονόμοι τῆς βασιλείας, θὰ ριχθοῦν ἔξω ἀπ’ αὐτήν, θὰ πεταχτοῦν στὸ σκοτάδι
ποὺ εἶναι τελείως ἀπομακρυσμένο ἀπὸ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἡ τραγικὴ αὐτὴ
κατάληξη ἀναφέρεται στοὺς Ἰουδαίους ποὺ εἶχαν τὴν πεποίθηση ὅτι λόγῳ τῆς
καταγωγῆς τους τοὺς ἀνῆκε δικαιωματικὰ ξεχωριστὴ θέση στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ,
ἀκόμη κι ἂν δὲν εἶχαν τὰ πνευματικὰ προσόντα, τὴν ἀρετὴ ποὺ ἀπαιτεῖται γιὰ τὴν
εἴσοδο σ’ αὐτήν. Ὁ Κύριος ὅμως στηλιτεύει αὐτὴ τὴν ἐσφαλμένη πεποίθηση καὶ ἀνατρέπει
κάθε παρόμοια ἰδέα. Ἴσως κι ἐμεῖς πολλὲς φορὲς νομίζουμε ὅτι, ἂν τηροῦμε κάποια
θρησκευτικὰ καθήκοντα ἢ ἐξωτερικοὺς τύπους, αὐτὸ μᾶς ἐξασφαλίζει θέση στὸν
Παράδεισο. Ὅμως αὐτὸς ὁ προφητικὸς λόγος τοῦ Κυρίου μᾶς προειδοποιεῖ ὅτι στὴν
ἄλλη ζωὴ θὰ ἀντιμετωπίσουμε πολλὲς ἐκπλήξεις. Πολλοὶ γιὰ τοὺς ὁποίους θεωροῦμε
ὅτι εἶναι ἀπίθανο νὰ σωθοῦν, θὰ βροῦν ἔλεος ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὴ μετάνοιά τους,
ἐνῶ αὐτοὶ ποὺ ἐπιμένουν νὰ θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους δίκαιο, ἂν δὲν ταπεινωθοῦν,
κινδυνεύουν. Ἂς μᾶς ἐλεήσει ὁ Θεὸς κι ἂς μὴν ἐπιτρέψει νὰ ἀλλοιωθοῦμε ἀπὸ τὸ
ἐπικίνδυνο φρόνημα τῆς αὐτοδικαιώσεως.