Ἡ Μονή Κουδουμά εἶναι ἀντρικό μοναστήρι πού κτίστηκε ἀπό
τούς μοναχούς Παρθένιο καί Εὐμένιο, πάνω στά λιγοστά ἐρείπια παλιότερου
μοναστηριοῦ τοῦ 14ου αἰώνα (Ἑνετική Περίοδος). Οἱ Ἐνετοί ἀναφέρουν στά ἔγγραφά
τους τό παλιό μοναστήρι σάν «Μονή τοῦ Χριστοῦ», πού ὅμως ἀργότερα ἐγκαταλείφτηκε,
ἴσως λόγω τῶν πειρατῶν, καί ἐρήμωσε.
Ὅταν ὁ Παρθένιος καί ὁ Εὐμένιος ἔφτασαν στόν Κουδουμά, ἀπό
τό παλιό μοναστήρι σώζονταν μόνο ὁ μικρός ναός του, πού στή συνέχεια ἔγινε τό ἱερό
του νέου ναοῦ (Καθολικοῦ) της Μονῆς Κουδουμᾶ.
Τό κτίσιμο τῆς Μονῆς Κουδουμᾶ διάρκεσε ἀπό τό 1878 μέχρι
τό 1895, καί ἔγινε δυνατό μέ τήν ὑποστήριξη τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς πού
πρόσφεραν χρήματα καί δωρεάν ἐργασία.
Οἱ τεχνίτες καί ὅλοι ὅσοι βοήθησαν στό χτίσιμο τοῦ
Μοναστηριοῦ ἔμεναν στίς σπηλιές στά δυτικά τοιχώματα τοῦ φαραγγιοῦ ἀπέναντι καί
ψηλότερα ἀπό τή Μονή.
Στά χρόνια πού ἀκολούθησαν μέχρι σήμερα, στή Μονή
Κουδουμά ἔχουν γίνει πολλές προσθῆκες καί βελτιώσεις. Μέσα στό χῶρο τῆς ὑπάρχουν
2 ναοί, τό Καθολικό πού εἶναι ἀφιερωμένο στήν Παναγία καί ὁ ναός πρός τιμή τῶν Ἁγίων
Παρθενίου καί Εὐμενίου, πού τιμοῦνται ἀπό τήν Ἐκκλησία σάν ἅγιοι καί γιορτάζουν
στίς 10 Ἰουλίου.
Τόσο τή μέρα αὐτή, ὅσο καί στίς 15 Αὐγούστου, τή μέρα τῆς
Κοίμισης τῆς Θεοτόκου, πλῆθος κόσμου ἔρχεται στό μοναστήρι γιά νά προσκυνήσει καί
νά συμμετέχει στή μεγάλη γιορτή.