Ξεύρεις, παιδί μου, ἠμεῖς ἐδῶ κάμνομεν αὐτὴν τὴν
παρομοίωσιν. Ὅλη ἡ Ἱερὰ χερσόνησος ὁμοιάζει πρὸς ἕνα Ναὸν τῆς Ὀρθοδοξίας. Ναὸν
Βυζαντινὸν μὲ τὰς διαιρέσεις του τὰς κανονισμένας. Ἀπὸ τὸν Ἰσθμὸν μέχρι τῆς Μονῆς
Παντροκράτορος εἶναι ὁ Νάρθηξ, ἤτοι ἡ Λιτή τοῦ Ναοῦ. Ἀπὸ τῆς Μονῆς τοῦ
Παντοκράτορος μέχρι Ἰβήρων καὶ Καρακάλλου εἶναι ὁ χορὸς τοῦ Ναοῦ μέχρι τοῦ
Τέμπλου. Ἀπὸ δὲ τῆς Λαύρας μέχρι τοῦ Ἀκρωτηρίου τοῦ Ἄθωνος εἶναι τὸ Ἅγιον Βῆμα
τοῦ Ναοῦ. Τώρα λοιπόν, παιδί μου, μοῦ ἔλεγεν ὁ ἡσυχαστής, εὑρίσκεσαι εἰς τὸ Ἅγιον
Βῆμα τοῦ Ναοῦ, ὅπου ἡ Λαύρα καὶ αἱ Σκῆται
Καυσοκαλυβίων καὶ Ἁγίας Ἄννης καὶ τὰ ὡραῖα μας Κατουνάκια. Ἐννόησον λοιπὸν ἀπὸ
αὐτὰ ὁπού σου εἶπα τὸ βάθος καὶ τὴν σημασίαν αὐτῶν, καὶ ἔτσι θὰ καταλάβεις τὴν
διαφορὰν τῆς εὐλαβείας, ἥτις ὑπάρχει μὲν πανταχοῦ, ἂλλ΄ εἰς μὲν τὸν Νάρθηκα
κουρασμένη καὶ ἀπὸ νυσταγμοὺς φυσικὰ πάσχουσα, τοὺς ὁποίους προσπαθοῦν νὰ
κατανικήσουν οἱ Πατέρες κατὰ τὰς ἱερᾶς ἀγρυπνίας ἐξερχόμενοι ἔξω εἰς τὴν αὐλὴν
διὰ τὴν....
δρόσον ὁπού ἐπικρατεῖ ἐκεῖ, συγκοινωνοῦσαν ἀμέσως μετὰ τῆς
ἀτμοσφαίρας καὶ τοῦ κόσμου. Ὅσοι πάλιν εἶναι εἰς τοὺς χορούς, προσπαθοῦν νὰ
διατηρήσουν τὴν εὐλάβειάν των μὲ τὰς ψαλμωδίας τὰς ἐκτενεῖς καὶ τὰ χορευτικὰ
κρατήματα. Οἱ δὲν ἐν τῷ Ἁγίω Βήματι ἀσκοῦντες τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν ταπείνωσιν, ἀναπαύονται
καὶ εἰρηνεύουν μὲ τοὺς λογισμοὺς των ἔχοντες τὴν διάνοιάν των πρὸς τὸν Ἐσταυρωμένον
πάντοτε ἐστραμμένην, τὸν Μόσχον τὸν θυσιασθέντα καὶ θυσιαζόμενον ὑπὲρ τῆς τοῦ
κόσμου σωτηρίας. Ὅσοι εἴμεθα εἰς τὸ Ἅγιον Βῆμα, παιδί μου, δὲν ἔχομεν ἀνάγκην ἄλλης
ἐξωτερικῆς δροσιᾶς διὰ νὰ ἐξέλθωμεν ἐξ αὐτοῦ.
Σημ.: Ἡ ἀνωτέρω διήγηση λέχθηκε στὸν συγγραφέα Μωραϊτίδη
ἀπὸ Ἡσυχαστὴ στὰ Κατουνάκια.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΩΡΑΪΤΙΔΗ, ΜΕ ΤΟΥ ΒΟΡΙΑ ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ, ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
1924, σ. 194 κ.ε.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο
Ὁδοιπορικό