Τί εἶναι τό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης;
῾Η ἵδρυση τοῦ μυστηρίου τῆς ἱερωσύνης ἀπό τόν Κύριο ἀπέβλεπε νά καλύψει μιά βαθιά ἀνάγκη τῆς ζωῆς καί τῆς ὑπόστασης τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Ως γνωρίζουμε, ἡ᾿Εκκλησία δέν εἶναι μόνο θεῖος ὀργανισμός ἀλλά καίἀνθρώπινος, δηλαδή θεανθρώπινος. Τή θεία της πλευρά ἀπαρτίζει ὁ Χριστός, ὁ Θεάνθρωπος ἱδρυτής της, καί τό Πνεῦμα τό῞Αγιο πούἀποτελεῖ τή ζωογόνο πνοή καί τήν ἁγιαστική της ἀρχή. ᾿Από τή θεία της πλευράἐξεταζόμενη ἡ᾿Εκκλησία ἀποτελεῖ καθίδρυμα πνευματικό καίἀόρατο, προσιτό στόν ἄνθρωπο μόνο διά τῆς πίστεως, ἐνῶἀπό τήν ἀνθρώπινή της πλευρά παρουσιάζεται ὡς καθίδρυμα ἱστορικό καί καταστηματικό, τοῦὁποίου μέλη εἶναι ἄνθρωποι συγκεκριμένοι καί ἱστορικοί.Στήν τελευταία της διάσταση, ὡς ἐξωτερικῆς κοινωνίας ἀνθρώπων, ἔχει ἀνάγκη, ὅπως καί κάθε ἄλλη ἱεραρχημένη κοινωνία ἀνθρώπων, μιᾶς εἰδικῆς τάξεως μελῶν της, τοῦἱερατείου, τόὁποῖο μέ τή δύναμη καί τήν ἐξουσία πούἔχει ἀπό τόν ἱδρυτή της νά κηρύσσει τό λόγο τοῦ Θεοῦ, νά τελεῖ τάἱερά μυστήρια, νά ποιμαίνει πνευματικά τά μέλη της καί νά διοικεῖ τό σῶμα της. ῞Ολα αὐτάἐπιτυγχάνονται διά τοῦἱεροῦ μυστηρίου τῆς ἱερωσύνης. Θά λέγαμε, λοιπόν, ὅτι τό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης εἶναι ἡ θεοσύσταση ἐκείνη τελετή κατά τήν ὁποία δι’ ὁρισμένης εὐχῆς καί τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦἐπισκόπου στίς κεφαλές τῶν προχειριζομένων κατέρχεται ἡ χάρη τοῦ῾Αγίου Πνεύματος, ἡὁποία ἀναδεικνύει τόν ὑποψήφιο σέἕνα ἀπό τούς τρεῖς ἱερατικούς βαθμούς, τό διάκονο, τόν πρεσβύτερο καί τόν ἐπίσκοπο. ῾Η χάρη τοῦ Κυρίου, ἄν καίἑνιαία, ὅμως κατά διαφορετικό τρόπο καθιερώνει τούς ὑποψήφιους στόν ἀντίστοιχο ἱερατικό τους βαθμό. ῎Αλλη εἶναι ἡ χάρη τοῦ διακόνου, ἄλλη τοῦ πρεσβυτέρου καίἄλλη τοῦἐπισκόπου.
Μαρτυροῦνται στήν ῾Αγία Γραφή οἱ τρεῖς ἱερατικοί βαθμοί;
Τό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης τελούμενο δι’ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν (ἐξ οὗ καί χειροτονία) μαρτυρεῖται ἐπαρκῶς στήν ῾Αγία Γραφή. ῎Ετσι ὅσοι καθίσταντο σ’ ἕναν ἀπό τούς τρεῖς ἱερατικούς βαθμούς τό πετύχαιναν διά τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τῶν ᾿Αποστόλων καί κατόπιν προσευχῆς. Γιά τόν ἱερατικό βαθμό τῶν διακόνων λέγεται, ὅτι οἱ᾿Απόστολοι «προσευξάμενοι ἐπέθηκαν αὐτοῖς τάς χεῖρας»277. Πρεσβυτέρους δέ διώριζαν διά χειροτονίας στίς κατά τόπους ᾿Εκκλησίες ὁ Παῦλος καίὁ Βαρνάβας. ῾Ομοίως καί οἱ᾿Απόστολοι κατέλιπον διά χειροθεσίας διαδόχους αὐτῶν στόἐπισκοπικόἀξίωμα, ὅπως ὁ Παῦλος τόν Τιμόθεο στήν ῎Εφεσο καί τόν Τίτο στήν Κρήτη. Τέλος καί οἱἑπτάἄγγελοι τῶν ᾿Εκκλησιῶν οἱ μνημονευόμενοι στήν ᾿Αποκάλυψη278, εἶναι καί αὐτοίἐπίσκοποι διαφέροντες τῶν ᾿Αποστόλων μόνο κατά τόὄνομα καίὄχι κατά τόἀξίωμα. Βεβαίως σ’ ὅλες τίς περιπτώσεις αὐτές δέν λέγεται ὅτι ἡ χειροθεσία, πούἀποτελεῖ τόὁρατό μέρος τοῦ μυστηρίου, διατάχθηκε ἀπό τόν Κύριο. ᾿Εντούτοις δυνάμεθα νά συναγάγουμε, ὅτι ἕνα τέτοιο ἔργο πού εἶναι τόσο σημαντικό γιά τή ζωή τῆς ᾿Εκκλησίας δέν μποροῦσε νά γίνει ἁπλά καί αὐθαίρετα ἀπό τούς ᾿Αποστόλους, ἄν δέν εἶχαν λάβει εἰδικήἐξουσιοδότηση ἀπό τόν Κύριο. Αὐτόἐξυπακούεται καίἀπόὅσα ἡ Γραφή λέγει γιά τόἔργο τῶν πρεσβυτέρων στήν ῎Εφεσο, ὅτι τό «῞Αγιον Πνεῦμα ἔθετο αὐτούς ἐπισκόπους ποιμαίνειν τήν ᾿Εκκλησίαν τοῦ Θεοῦ»279.
῾Η χάρη πού χορηγεῖται διά τοῦ μυστηρίου εἶναι ἡ πνευματικήἐξουσία πρός ἐπιτέλεση τῶν ἱερατικῶν καθηκόντων, μαζί μέ εἰδικήἀντίληψη ἀπό τό Θεό γιά θεάρεστη ἐπιτέλεση τῶν ἱερῶν λειτουργιῶν καί γιά βίο θεοφιλή καίἐνάρετο. ῞Οπως εἴπαμε πιό πάνω, ἡἱερατική χάρη χορηγεῖται διαφόρως στούς τρεῖς ἱερατικούς βαθμούς.
Τί εἶναι ἡ ἀποστολική διαδοχή;
Εἶναι ἡἐξωτερική πιστοποίηση τῆς αὐθεντικότητας τοῦἱερατείου τῆς ᾿Εκκλησίας, ὅτι δηλαδή αὐτόἔχει τήν ἀρχή του στούς ᾿Αποστόλους (ἐξ οὗ καίἀποστολική), τούς πρώτους χειροτονήσαντες. ῾Η διαδοχή δέ αὐτήἀναφέρεται στόν ἱερό βαθμό τοῦἐπισκόπου, ἀπό τόν ὁποῖο πηγάζει ἡἀρχή καί τοῦὑπόλοιπου ἱερατείου. ῾Η ἀναγωγή τοῦἐπισκοπικοῦ βαθμοῦ στούς ᾿Αποστόλους γίνεται διά τῆς ἐπισκοπικῆς χειροτονίας. Οἱ᾿Απόστολοι κατά διάταξη τοῦ Κυρίου, χειροτόνησαν στίς κατά τόπους ᾿Εκκλησίες τούς διαδόχους των ἐπισκόπους, αὐτοί δέ μέ τή σειρά τους χειροτόνησαν τούς δικούς τους διαδόχους καί αὐτοίἄλλους κ.ο.κ., ὥστε καμία περίοδος τῆς ζωῆς τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς διεσπαρμένης στά πέρατα τοῦ κόσμου νά μένει ἄμοιρη ἐπισκόπων, τοῦ συνεκτικοῦ αὐτοῦ κέντρου τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. ῾Η ἁλυσίδα αὐτή τῶν χειροτονιῶν εἶναι ἀδιάσπαστη, ἀνελισσόμενη ἀπό τούς ἀποστολικούς χρόνους μέχρι σήμερα. ῾Η συνέχεια αὐτή διαπιστώνεται ἱστορικά στούς ἐπισκοπικούς καταλόγους πού φυλάσσονται στίς κατά τόπους ᾿Εκκλησίες. ῾Η ἀποστολική διαδοχή εἶναι ἀπόδειξη τῆς αὐθεντικότητας ὄχι μόνο τῆς ἀρχιερωσύνης ἀλλά καί γενικότερα τῆς ᾿Εκκλησίας, ἡὁποία δέν μπορεῖ νάὑπάρξει χωρίς τούς ἐπισκόπους της. Σ’ αὐτόὀφείλεται ἡ σπουδή τῶν ἐκκλησιαστικῶν κοινοτήτων, νάἀποδείξουν ὅτι ἡ σχέση τοῦἱερατείου τους πρός τούς ᾿Αποστόλους εἶναι συνεχής καίἀδιάκοπη.
᾿Επιτρέπεται ἡ κατά βούληση μετάβαση τῶν κληρικῶν στίς τάξεις τῶν λαϊκῶν;
Κατ’ οὐδένα τρόπο. ᾿Αποτελεῖ βαρύτατο παράπτωμα, τόὁποῖο τιμωρεῖται αὐστηράἀπό τούς ἱερούς κανόνες τῆς ᾿Εκκλησίας. Δέν μποροῦν δηλαδή οἱ κληρικοί, κυρίως οἱἄγαμοι, γιά πολλούς καί διαφόρους λόγους, εἴτε γιατί δέν ἀντέχουν τό πύρωμα τῆς ἀγαμίας εἴτε ἀπόἀνθρωπαρέσκεια ἤἐπιδίωξη ἄλλων κοσμικῶν σκοπῶν, νά καταπατοῦν τόν ὅρκο τους καί, ἀποβάλλοντας τόἱερατικό σχῆμα τους, νά συνάπτουν γάμο ἤ νά ζοῦν σάν ἀνίεροι στήν κοινωνία. Θά μοῦ πεῖτε, βέβαια, στίς περιπτώσεις πού δέν μπορεῖἕνας ἄγαμος κληρικός νάὑποφέρει τό πύρωμα τῆς σάρκας του, δέν θάἦταν προτιμότερο ν’ ἀποβάλει τό σχῆμα του καί νά λάβει νόμιμη σύζυγο, παρά νά μένει ἱερωμένος καί νάἱκανοποιεῖἀναίσχυντα τίς ὅποιες αἰσθήσεις καίὀρέξεις του, ἐμπαίζοντας Θεό καίἀνθρώπους; Τό θέμα φυσικά εἶναι ἐπιδεκτικό συζητήσεως.
᾿Επειδήἡ χάρη ἡ μεταδιδόμενη στό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης εἶναι ἀνεξάλειπτη, διά τοῦτο παράλληλα μέ τήν κατά βούληση μετάβαση στίς τάξεις τῶν λαϊκῶν, ἀπαγορεύεται αὐστηρά καίἡἀναχειροτόνησή τους.
Τί φρονοῦν περίἱερωσύνης οἱ Διαμαρτυρόμενοι;
῎Αν ἐξαιρέσουμε τούς ᾿Αγγλικανούς οἱὁποῖοι δέχονται τήν ἱερωσύνη ὡς μυστήριο, οἱὑπόλοιποι Προτεστάντες ἀρνοῦνται τό μυστηριακό χαρακτήρα της. Αὐτοί, ἀποκόψαντες κάθε ἐξωτερικό δεσμό μετά τῆς ᾿Εκκλησίας τήν ὁποία ἀντιλαμβάνονται ὡς κοινωνία πνευματική καίἀόρατη, συναρνούμενοι δέ καί τήν εὐχαριστία ὡς ἱλαστική θυσία (ὥστε νάὑπάρχει ἀνάγκη ἱερέων), τούς δέ πιστούς ὅλους δεχόμενοι ὡς «βασίλειον ἱεράτευμα» (Α´ Πέτρ. 2,5), ἦταν φυσικό νάἀπορρίψουν τήν ἱερωσύνη ὡς μυστήριο, τῆς θείας χάριτος παρεκτικό. ῾Η ἱερωσύνη δέν μπορεῖ νά εἶναι ἐν κυριολεξίᾳ μυστήριο, ἀλλά διάταξη ὠφέλιμη τοῦ Θεοῦ280, ἀποσκοπούσα στό κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί τήν τέλεση τῶν μυστηρίων (βαπτίσματος καί θείας εὐχαριστίας). ῾Η ἀνάδειξη γίνεται διά χειροθεσίας καί δι’ εὐχῆς σέ πρόσωπα κατάλληλα νάἀναλάβουν τήν ἐκκλησιαστική αὐτή διακονία. Στή χειροθεσία ἐπιμένουν κυρίως οἱ Λουθηρανοί, οἱὁποῖοι δέν θέλουν νά διακόψουν κάθε ἐξωτερικό δεσμό μετά τῆς ὁρατῆς ᾿Εκκλησίας. Εἶναι φανερόὅτι οἱ διατάξεις αὐτές δέν χορηγοῦν τή θεία χάρη, ὅπως ἕνα ἀληθινό μυστήριο, ἀλλ’ ἔχουν μόνο ἠθικήἐπίδραση, ὅπως καί οἱἄλλες ἐκκλησιαστικές εὐχές. ᾿Επίσης εἶναι εὐνόητο γιατί σ’ αὐτούς ἡἐπάνοδος τοῦ κλήρου στίς τάξεις τῶν λαϊκῶν εἶναι κάτι εὔκολο καίἀδιάφορο.
Πηγή: http://www.gonia.gr