Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης
– Γέροντα, ἐγὼ νομίζω ὅτι δὲν θυμώνω, ἀλλὰ ἁπλῶς νευριάζω.
– Πῶς γίνεται αὐτό, βρὲ παιδί; Ἂν νευριάζης, πρέπει νὰ ἐξετάσης νὰ δῆς μήπως ἔχεις τὸ πάθος τοῦ θυμοῦ. Ἄλλο ἂν κάποιος νευριάση καὶ πῆ καμμιὰ κουβέντα, ἐπειδὴ εἶναι κουρασμένος ἢ ἔχει κάποιο πρόβλημα, ἕναν πόνο κ.λπ. Τότε «καλημέρα» νὰ τοῦ πῆ ὁ ἄλλος, «δὲν μὲ παρατᾶς κι ἐσύ!», μπορεῖ νὰ τοῦ ἀπαντήση. Μὰ καλά, «καλημέρα» τοῦ εἶπε· δὲν τοῦ εἶπε κάτι κακό. Αὐτὸς ὅμως εἶναι κουρασμένος, ἔχει τὸν πόνο του, γι᾿ αὐτὸ ἀντιδρᾶ ἔτσι. Βλέπεις, καὶ τὸ πιὸ ὑπομονετικὸ γαϊδουράκι, ὅταν τὸ παραφορτώσης, θὰ κλωτσήση.
– Γέροντα, ὅταν δὲν εἶμαι συμφιλιωμένη μὲ τὸν ἑαυτό μου, μοῦ φταίει τὸ καθετὶ καὶ ἀντιδρῶ.
– Ἂν δὲν εἶσαι συμφιλιωμένη μὲ τὸν ἑαυτό σου, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἔχεις μία πνευματικὴ ἀδιαθεσία καὶ εἶναι φυσικὸ μετὰ νὰ ἀντιδρᾶς. Ὅπως, ὅταν κάποιος εἶναι σωματικὰ ἄρρωστος, χάνει καμμιὰ φορὰ τὴν ὑπομονή του καὶ κουράζεται λ.χ. νὰ ἀκούη τοὺς ἄλλους νὰ μιλᾶνε, ἔτσι καὶ ὅταν δὲν εἶναι σὲ καλὴ πνευματικὴ κατάσταση, τοῦ λείπει ἡ ἐγρήγορση, ἡ ὑπομονή, ἡ ἀνεκτικότητα.
– Τί φταίει, Γέροντα, ποὺ θυμώνω μὲ τὸ παραμικρό;
– Φταίει ποὺ πιστεύεις ὅτι πάντοτε φταῖνε οἱ ἄλλοι. Ὁ θυμὸς σ᾿ ἐσένα ξεκινάει ἀπὸ τοὺς ἀριστεροὺς λογισμοὺς ποὺ βάζεις γιὰ τοὺς ἄλλους. Ἐὰν βάζης δεξιοὺς λογισμούς, δὲν θὰ ἐξετάζης τί σοῦ εἶπαν ἢ πῶς σοῦ τὸ εἶπαν, θὰ παίρνης τὸ βάρος ἐπάνω σου καὶ δὲν θὰ θυμώνης.
– Ὅμως, Γέροντα, δὲν μπορῶ νὰ πιστέψω ὅτι πάντοτε φταίω ἐγώ.
– Φαίνεται, ὑπάρχει μέσα σου κρυφὴ ὑπερηφάνεια. Νὰ προσέχης, γιατὶ ὁ θυμὸς ἔχει μέσα δικαιολογία, ὑπερηφάνεια, ἀνυπομονησία, ἀναίδεια.
– Γέροντα, γιατί σήμερα οἱ ἄνθρωποι νευριάζουν τόσο εὔκολα;
– Τώρα καὶ οἱ μύγες νευριάζουν! Ἔχουν πεῖσμα, θέλημα!... Παλιά, ἂν τὶς ἔδιωχνες, ἔφευγαν. Τώρα, ἐπιμένουν... Εἶναι ὅμως ἀλήθεια ὅτι καὶ μερικὰ ἐπαγγέλματα σήμερα ὄχι μόνο δὲν βοηθοῦν γιὰ τὴν ψυχικὴ ἠρεμία, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐκ φύσεως ἤρεμο ἄνθρωπο μπορεῖ νὰ τὸν κάνουν νευρικό.
– Γέροντα, ἐγώ, ὅταν ἤμουν στὸν κόσμο, θύμωνα πολύ· τώρα στὸ μοναστήρι γιατί δὲν θυμώνω;
– Πολλὲς φορές, ἀπὸ μερικὲς ἐξωτερικὲς ἀφορμὲς ἀγανακτεῖ ὁ ἄνθρωπος καὶ ξεσπᾶ, ἐπειδὴ δὲν ἀναπαύεται μὲ αὐτὸ ποὺ κάνει καὶ θέλει κάτι ἄλλο. Αὐτὲς ὅμως οἱ ἀντιδράσεις εἶναι ἐξωτερικὲς σκόνες ποὺ φεύγουν, ὅταν βρῆ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸ ποὺ τὸν ἀναπαύει.
Πηγή: (Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Α' «Μὲ πόνο καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο» ), Εθνέγερσις