Γιὰ τὴ συγχώρηση τῶν
παραπτωμάτων μᾶς ἀπαραίτητη προϋπόθεση εἶναι ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ εἰλικρινὴς ἐξαγόρευση.
Ἀλλὰ ποιοὶ εἶναι ἐκεῖνοι,
ποῦ, ἐνῶ ξεκινοῦν μὲ διάθεση ἐξαγορεύσεως τῶν παραπτωμάτων τους, στὸ δρόμο
σκοντάφτουν καὶ δὲν εἶναι εἰλικρινεῖς στὴν ὄμορφη αὐτὴν εὐκαιρία, ὅπου ἔχουν
δυνατότητα ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα καὶ τὰ πλημμελήματά τους;
Πρώτον: Αὐτοὶ ποὺ κρύβουν τὶς ἁμαρτίες τους, γιατί ντρέπονται νὰ τὶς ἑξαγορεύσουν. Ὁ Σατανᾶς πάντα ἐνθαρρύνει τὸν ἄνθρωπο, ὅταν πρόκειται νὰ ἁμαρτήσει. Ὅταν ὅμως ἔλθει ἡ ὥρα τῆς μετάνοιας τὸν ἀποθαρρύνει μὲ τὴν ντροπή. Ντρέπομαι λέγει. Πῶς νὰ παρουσιάσω στὸ φῶς αὐτὰ ποῦ ἔκανα στὸ σκοτάδι; ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει: σὺ νὰ μὴ πεισθεῖς σ αὐτὴν τὴν προτροπὴ τοῦ Σατανᾶ. Καὶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης προτρέπει τοὺς χριστιανοὺς λέγοντας: Μὲ πολὺ θάρρος ἀποκαλύψατε τὰ μεγάλα σας ἁμαρτήματα ἀποκαλύψτε αὐτά, ποὺ εἶναι φωλιασμένα στὸ βάθος τῆς ψυχῆς σᾶς ἀποκαλύψτε, ὅπως ἀποκαλύπτει ὁ ἀσθενὴς στὸ γιατρὸ τὰ κρυμμένα τοῦ τραύματα. Ἔτσι καὶ μόνο θὰ πετύχετε τὴ θεραπεία
Δεύτερον: Αὐτοὶ ποὺ ὁμολογοῦν
ὅτι ἁμάρτησαν, Ἀλλὰ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας τὸ ρίχνουν σὲ τρίτους. ἡ διάθεση αὐτή,
τῆς ἐπιρρίψεως τῆς ἁμαρτίας στοὺς ἄλλους, φαίνεται καθαρὰ καὶ στὸ πρῶτο βιβλίο
τῆς Π. Διαθήκης, τὴ Γένεση. ἐκεῖ παρατίθεται ἀπὸ τὸν ἱερὸ συγγραφέα, τὸν
προφήτη Μωυσῆ, ἕνας διάλογος, ποὺ εἶναι ἰδιαίτερα κατατοπιστικός. Λέγει ὁ Θεὸς
στὸν Αδάμ, ποὺ παρέβη τὴν ἐντολὴ καὶ ἔφαγε ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ
καὶ τοῦ κακοῦ Ποιός σου ἀνήγγειλε ὅτι εἶσαι γυμνός, ἐκτὸς ἂν ἔφαγες ἀπὸ τὸ
δένδρο, ἀπὸ τὸ ὅποιο καὶ μόνο σου ἀπαγόρευσα νὰ φάγεις; καὶ ὁ Ἀδὰμ ἅπαντα: ἢ
γυνή, ἣν ἔδωκας μὲτ ἐμοῦ, αὕτη μοὶ ἔδωκεν ἀπὸ τοῦ ξύλου, καὶ ἔφαγον. Καὶ εἶπε
Κύριος ὁ Θεὸς τὴ γυναικὶ τί τοῦτο ἐποίησας; καὶ εἶπεν ἡ γυνή· ὁ ὄφις ἠπάτησε μὲ
καὶ ἔφαγον. στὸ διάλογο αὐτόν, παρατηροῦμε ὅτι ὁ Ἀδὰμ ρίχνει τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν
πτώση του στὴ γυναίκα, Ἀλλὰ καὶ στὸν ἴδιο το Θεό. δὲ φταίω ἐγώ, Ἀλλὰ ἡ γυναίκα
ποὺ Ἐσύ μου ἔδωσες. Καὶ ἡ Εὕα ρίχνει τὴν εὐθύνη στὸν ὄφη. Αὐτὸς μὲ ἠπάτησε
λέγει.
Τρίτον: Αὐτοὶ ποὺ ἁμαρτάνουν
καὶ θλίβονται ὄχι γιατί ἔσφαλαν ἐνώπιόν του Θεοῦ, Ἀλλὰ γιατί φοβοῦνται ὅτι μὲ τὴν
κοινολόγηση τῶν πραγμάτων θὰ θιγεῖ ἡ ἀξιοπρέπειά τους.
Ἵερ. Βασίλειος Ἀκριβόπουλος
Πρωτοπρεσβύτερος