Πόλεμος ἀμείλικτος. Πόλεμος ἀκατάπαυστος καὶ διαρκής. Μὲ ὅλα τὰ μέσα. Μὲ ὅλους τοὺς τρόπους. Σὲ κάθε ἐποχή.
Ὁ πόλεμος κατὰ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τότε βέβαια ποὺ ἦταν στὴ γῆ. Μὲ πόση κακία, μὲ πόση λυσσώδη μανία Τὸν πολέμησαν οἱ ἐχθροί Του! Τὸν συκοφάντησαν, Τὸν ἀδίκησαν, Τὸν διέβαλαν στὸ λαό. Στὸ τέλος Τὸν δίκασαν σὲ παράνομες δίκες, Τὸν χλεύασαν, ἔβρισαν, περιέπαιξαν, ράπισαν, μαστίγωσαν καὶ τέλος Τὸν ἀνέβασαν πάνω στὸ Σταυρὸ καὶ Τὸν ὁδήγησαν στὸ θάνατο.
Οὔτε ὅμως ἔτσι ἡσύχασαν. Συνέχισαν νὰ πολεμοῦν τοὺς δικούς Του, τὴν Ἐκκλησία Του. Τὸν Ἴδιο στὴν οὐσία πολεμοῦσαν. «Σαοὺλ Σαούλ, τί με διώκεις;», ρώτησε τὸν μεγάλο καὶ φοβερὸ διώκτη ποὺ μὲ ἀπειλητικὲς καὶ φονικὲς διαθέσεις καταδίωκε τοὺς πιστοὺς τῆς Ἐκκλησίας (Πράξ. θ΄ 4). Στὸ πρόσωπο τῶν διωκομένων πιστῶν διώκεται ὁ Χριστός. Καὶ διώκεται συνεχῶς διὰ μέσου τῶν αἰώνων.
Διώχθηκε ἡ ἀρτιγέννητη Ἐκκλησία τῶν πρώτων ἀποστολικῶν χρόνων. Διώχθηκε ἡ Ἐκκλησία τῶν πρώτων αἰώνων ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ εἶχε ἑκατομμύρια μάρτυρες. Διώχθηκε στὴ συνέχεια ἀπὸ τοὺς ποικίλους αἱρετικούς, ποὺ μὲ τὶς διάφορες κακοδοξίες τους μόλυναν τὴν ἀλήθεια καὶ ἔσχιζαν τὸ σῶμα της. Διώχθηκε ἀπὸ τοὺς Μουσουλμάνους πού, στὰ χρόνια τῆς κυριαρχίας τους στὴν Ἑλλάδα καὶ σὲ μεγάλο μέρος τῆς Εὐρώπης, μὲ ἀφάνταστη ἀγριότητα καὶ μίσος πύκνωσαν τὶς τάξεις τῶν ἡρωικῶν νεομαρτύρων τῆς Πίστεως. Στὸν 20ὸ αἰώνα νέες ἑκατόμβες μαρτύρων, ὅταν σὲ πολλὲς χῶρες τῆς ἀνατολικῆς Εὐρώπης ἐπεκράτησε ὁ ἄθεος μαρξισμὸς καὶ οἱ ἡγέτες του εἶπαν ὅτι θὰ διορθώσουν τὰ λάθη τοῦ Διοκλητιανοῦ, γι’ αὐτὸ ἐπεχείρησαν μὲ παλαιοὺς καὶ νέους ἀπάνθρωπους τρόπους νὰ ἐξαφανίσουν τοὺς Χριστιανοὺς ἀπὸ τὴ γῆ.
Στὴν ἀρχὴ τῆς τρίτης χιλιετίας μ.Χ. ὁ πόλεμος συνεχίζεται. Νέοι μάρτυρες στὶς χῶρες τῆς ἀνατολικῆς Μεσογείου, ὅπου ὁ θρησκευτικὸς φανατισμὸς τῶν Μουσουλμάνων ὁδηγεῖ πολλοὺς πιστοὺς Χριστιανοὺς στὸ μαρτύριο.
Ἀλλὰ καὶ στὸν θεωρούμενο πολιτισμένο κόσμο ὁ πόλεμος κατὰ τοῦ Χριστοῦ συνεχίζεται μὲ ἄλλους τρόπους. Ὅταν ὁ κόσμος αὐτὸς ἀρνεῖται τὶς χριστιανικές του ρίζες, ὅταν ἀπορρίπτει τὶς αἰωνόβιες παραδόσεις του, ὅταν δὲν θέλει νὰ προβάλλεται ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ προσκυνοῦνται τιμητικὰ οἱ εἰκόνες Του, ὅταν ἀγνοώντας προκλητικὰ τὸ νόμο Του νομοθετεῖ τελείως ἀντίθετα μὲ τὸ Εὐαγγέλιό Του καὶ δὲν θέλει νὰ ὁμολογεῖ τὸ ὄνομά Του, συμπαρατάσσεται μὲ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Χριστοῦ καὶ συνεχίζει τὸν πόλεμο ποὺ ἄρχισε πρὶν ἀπὸ 2.000 χρόνια καὶ φαίνεται πὼς δὲν θὰ σταματήσει ποτέ, ὅσο ὁ κόσμος αὐτὸς ὑπάρχει.
Τί μᾶς λέει αὐτὴ ἡ δυσάρεστη καὶ σκληρὴ πραγματικότητα;
Μᾶς λέει μιὰ πολὺ ἁπλὴ καὶ ξεκάθαρη ἀλήθεια: ὅτι ὁ Χριστὸς ὑπάρχει καὶ ζεῖ. 2.000 χρόνια δὲν πολεμεῖται κάποιος ἀνύπαρκτος καὶ νεκρός. Δὲν ξοδεύονται τεράστιες ποσότητες μελανιοῦ στὴν ἐναντίον Του θεωρητικὴ ἀντιπαράθεση, οὔτε ἑκατομμύρια σφαῖρες σ’ ἕναν ἀμείλικτο πόλεμο γιὰ νὰ σκοτωθεῖ κάποιος ποὺ δὲν ὑπάρχει, κάποιος ποὺ πέθανε πρὶν ἀπὸ 20 αἰῶνες καὶ εἶναι πιὰ διαπιστωμένα νεκρός. Δὲν θὰ ὑπῆρχε μεγαλύτερη παραφροσύνη γιὰ τὸν σημερινὸ κόσμο, πολιτισμένο καὶ μή, ἀπὸ τὸ νὰ καταπονεῖται, νὰ ξοδεύεται καὶ νὰ παλεύει ἀνυποχώρητα νὰ ἐξαφανίσει κάποιον ποὺ δὲν ὑπάρχει, νὰ σκοτώσει κάποιον ποὺ εἶναι νεκρὸς ἀπὸ πολὺ παλιά.
Ὅλη ἡ ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ σφοδρὴ πολεμικὴ ἀποδεικνύει περίτρανα ὅτι ὑπάρχει καὶ ζεῖ. «Ἐγενόμην νεκρός, καὶ ἰδοὺ ζῶν εἰμι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων», διακηρύσσει ὁ Ἴδιος στὴν Ἀποκάλυψη (α΄ 18). Πέθανα γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Καὶ ἰδού, παρὰ τὸν σταυρικό μου θάνατο, ζῶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἀναστημένος, ζωντανός, αἰώνιος νικητὴς τοῦ δαιμονοκρατούμενου κόσμου.
Καὶ κάτι ἀκόμη· ὅλη αὐτὴ ἡ ἀσταμάτητη πολεμικὴ ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι μόνο ζωντανός· εἶναι καὶ ἀήττητος. Διότι δὲν εἶναι δυνατόν· τόσους αἰῶνες, τόσοι ἄνθρωποι, ἀντίθετοι πολλὲς φορὲς μεταξύ τους, τόσες αὐτοκρατορίες καὶ βασίλεια νὰ πολεμοῦν τὸν Χριστό, νὰ χρησιμοποιοῦν κάθε εἴδους ὅπλα καὶ κάθε μέθοδο ποὺ μποροῦσε νὰ ἐπινοήσει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς, γιὰ νὰ ἐξαφανίσουν τὸ ὄνομά Του ἀπὸ τὴ γῆ, καὶ νὰ μὴν τὰ καταφέρουν. Δὲν θὰ ἔπρεπε κάποια στιγμὴ νὰ σκεφθοῦν ψύχραιμα καὶ λογικὰ καὶ νὰ διερωτηθοῦν μήπως ματαιοπονοῦν; Μήπως τὰ βάζουν μὲ Κάποιον ποὺ εἶναι ἀσύγκριτα ἰσχυρότερός τους καὶ γι’ αὐτὸ δὲν τελεσφοροῦν οἱ τόσες προσπάθειές τους; Ἀφοῦ τόσοι ἄνθρωποι Τὸν πολέμησαν καὶ ὄχι μόνο δὲν τὰ κατάφεραν, ἀλλὰ συντρίφθηκαν καὶ καταντροπιάσθηκαν, μήπως Αὐτὸς δὲν εἶναι ἄνθρωπος, ἀλλὰ εἶναι Κάποιος ἄλλος;
«Θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον», εἶπε ὁ Χριστὸς στοὺς ἁγίους Μαθητές Του, λίγο πρὶν βαδίσει μόνος, μὲ ἀνυποχώρητη διάθεση καὶ ἄκαμπτο θάρρος στὸ θάνατο (Ἰω. ις΄ 33). Ὅλα φαίνονταν νὰ εἶναι εἰς βάρος Του. Καὶ Ἐκεῖνος δὲν ἔλεγε ὅτι θὰ νικήσει, παρὰ τὶς τελείως δυσάρεστες καταστάσεις ποὺ εἶχε νὰ ἀντιμετωπίσει, ἀλλὰ ὅτι ἤδη νίκησε. «Νενίκηκα». Εἶναι δὲ γεγονὸς θαυμαστὸ καὶ παράδοξο ὅτι νίκησε διὰ τοῦ θανάτου. Ἡ ἐναντίον Του πολεμικὴ προετοίμαζε τὴν περιφανὴ νίκη, τὸν αἰώνιο θρίαμβό Του.
Ζωντανὸς καὶ ἀήττητος! Ὅσο διώκεται, τόσο ἀποδεικνύεται ζωντανὸς στοὺς αἰῶνες. Ὅσο πολεμεῖται, τόσο περιφανέστερος γίνεται ὁ θρίαμβός Του.
Πηγή: Ο Σωτήρ