Δύο κληρικοὶ φίλοι του τὸν ἐπισκέφθηκαν στὸ Νοσοκομεῖο, ὅπου βρισκόταν καρκινοπαθὴς καὶ σὲ ἐπώδυνη κατάσταση ὁ πατὴρ Εὐσέβιος, ἡλικιωμένος ἱερομόναχος, ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ἦταν εἰρηνικός, τὸ πρόσωπό του φωτεινὸ καὶ ἱλαρό, παρὰ τοὺς πόνους του, παρὰ τὸ ὅτι γνώριζε πὼς πλησιάζει τὸ τέλος τοῦ βίου του. Καὶ τί βίος ἦταν αὐτός! Θαυμαστός!
Ἀπὸ τὰ πρῶτα ἐφηβικά του χρόνια εἶχε δώσει τὴν καρδιά του στὸ Χριστό! Τὸν εἶχε ἑλκύσει ἕνας Θεολόγος Καθηγητὴς καὶ Κατηχητής, γεμάτος πίστη καὶ φλόγα καὶ σ’ ὅλη του τὴ συμπεριφορὰ ἀψεγάδιαστος καὶ φωτεινός. Μὲ τὸ διαπεραστικό του μάτι κατάλαβε τὴ γνησιότητα τοῦ Καθηγητῆ του καὶ παραδεχόταν μ’ ὅλη του τὴν ψυχὴ τὶς θεϊκὲς ἀλήθειες ποὺ ἄκουγε ἀπ’ αὐτόν, γιατὶ ὄχι μόνο τὶς δίδασκε, ἀλλὰ καὶ τὶς ζοῦσε.
Ὁ μαθητὴς Στέργιος – ἔτσι λεγόταν τότε πρὶν γίνει κληρικὸς ὁ πατὴρ Εὐσέβιος – ἔκλεινε τὶς θεῖες ἀλήθειες στὰ κατάβαθα τοῦ νοῦ του, καὶ τὶς ζοῦσε, λὲς καὶ πετοῦσε, καὶ προόδευε στὴν κατὰ Χριστὸν ζωή. Καὶ σ’ ὅλα τὰ μαθήματα πάντα ἄριστος καὶ ἀξεπέραστος. Ὅταν ἀποφοίτησε ἀπὸ τὸ ἑξατάξιο Γυμνάσιο, ἄφησε τὶς καλύτερες ἀναμνήσεις γιὰ πολλὰ χρόνια σὲ Καθηγητὲς καὶ μαθητές. Ἄφησε... ἐποχὴ καὶ μὲ τὸ ἦθος του τὸ θαυμαστὸ καὶ μὲ τὰ «Ἄριστά» του. Ἔμειναν ὅμως ἔκπληκτοι, ὅταν, ἀντὶ τῆς Νομικῆς ἢ τῆς Ἰατρικῆς ἢ τοῦ Πολυτεχνείου, ὅπου μποροῦσε ἄνετα νὰ εἰσαχθεῖ, προτίμησε τὴ Θεολογία. Ἔγινε ἀριστοῦχος Θεολόγος, ὄχι μόνο κατὰ τὸ πτυχίο ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ὅλη δραστηριότητα. Ὡς λαϊκὸς καὶ ὡς κληρικὸς κατόπιν διακρινόταν γιὰ τὴν ὁλοένα αὐξανόμενη πνευματική του πρόοδο, τὴν αὐταπάρνησή του, τὴ θαυμαστὴ καλοσύνη του, τὴν ὑπεράνθρωπη ἀσκητικότητά του, τὴν κρυστάλλινη ἁγνότητα. «Μεστὸς ἐλέους καὶ καρπῶν ἀγαθῶν» (Ἰακ. γ΄ 17). Καὶ ὅμως τώρα στὰ τέλη του ἀπὸ τοὺς δύο ἐπισκέπτες του ζήτησε μιὰ χάρη: «Σᾶς παρακαλῶ, προσεύχεσθε εἰς τὸν Θεὸν νὰ μοῦ δίδει μετάνοια». Πρὸς τὸ τέλος τῆς συζήτησής τους τοὺς ξαναεῖπε: «Σᾶς παρακαλῶ, προσεύχεσθε εἰς τὸν Θεὸν νὰ μοῦ δίδει μετάνοια καὶ ἐπιστροφή». Ὅταν τὸν ἀποχαιρετοῦσαν, ἐπανέλαβε γιὰ τρίτη φορὰ τὴν ἴδια παραγγελία: «Σᾶς παρακαλῶ, προσεύχεσθε εἰς τὸν Θεὸν νὰ μοῦ δίδει μετάνοια καὶ ἐπιστροφή».
Οἱ ἐπισκέπτες ἀνεχώρησαν θαυμάζοντας καὶ συγκλονισμένοι... «Ὥστε τόση ἀνάγκη μετανοίας αἰσθάνεται ὁ πατὴρ Εὐσέβιος γιὰ τὸν ἑαυτό του;! Ἀλλ’ ἐμεῖς πόσο περισσότερο τὴν ἔχουμε τὴν ἀνάγκη αὐτή!». Αὐτὴ ἡ ἰδέα τοὺς ἔμεινε χαραγμένη στὸ νοῦ τους ζωηρὴ καὶ ἀνεξάλειπτη.
Εἶναι ἰδίωμα τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ, τῶν μεγάλων Ἁγίων, ἡ συναίσθηση τῶν ἐλλείψεών τους καὶ τῆς ἁμαρτωλότητός τους, ἡ ἀνάγκη μετανοίας καὶ ἐπιστροφῆς. Μετάνοια καὶ ἐπιστροφὴ καὶ μάλιστα στὴν παιδικὴ ἁπλότητα καὶ ἀκακία, στὴν ἀτελείωτη τελειότητα τῶν τελείων, στὴν ἀμέτρητη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μετάνοια καὶ ἐπιστροφή! Ἡ πρώτη καὶ ἐπείγουσα ἀνάγκη μας!
Δυστυχῶς εἶναι πολλοὶ «Χριστιανοὶ» χωρὶς ἐπίγνωση τῆς ἠθικῆς καὶ πνευματικῆς τους καταστάσεως, ποὺ ἔχουν τὴν ψευδαίσθηση ὅτι εἶναι «ἐντάξει». Στὴν Ἀποκάλυψη ἐλέγχει ὁ Κύριος ὄχι ἕναν τυχαῖο, ἀλλὰ τὸν Ἐπίσκοπο Λαοδικείας, λέγοντάς του: «Ἀπὸ τὴν ἀλαζονεία σου καὶ τὴν αὐτάρκειά σου καυχιέσαι καὶ λές: Εἶμαι πλούσιος σὲ ἀρετὲς καὶ ἔχω πλουτίσει καὶ δὲν μοῦ χρειάζεται τίποτε. Καὶ δὲν ξέρεις ὅτι ἐσὺ εἶσαι ὁ πραγματικὰ ταλαίπωρος καὶ ἐλεεινὸς καὶ φτωχὸς σὲ ἀρετὴ καὶ τυφλός, ὥστε νὰ μὴ βλέπεις τὴν πραγματικὴ πνευματική σου κατάσταση, καὶ εἶσαι γυμνός» (Ἀποκ. γ΄ 17).
Μήπως ἆραγε καὶ σὲ μᾶς ὁ Κύριος ἔχει νὰ κάνει παρόμοιες παρατηρήσεις; Ἂς ἀνοίγουμε τὰ μάτια τῆς συνειδήσεώς μας γιὰ νὰ καταλαβαίνουμε ποῦ δὲν πᾶμε καλά, ποῦ ὑστεροῦμε, ὥστε νὰ διορθώνουμε τὴν πορεία μας καὶ νὰ παίρνουμε τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς ἐπειγόντως, πρὶν εἶναι ἀργά. Καὶ ἀργὰ θὰ εἶναι, ἂν στὸ θάνατο βρεθοῦμε ἀνέτοιμοι σὰν τὶς μωρὲς παρθένες, ποὺ ἀποκλείστηκαν ἀπὸ τὸ Νυμφώνα.
Μετάνοια καὶ ἐπιστροφὴ πρὶν εἶναι ἀργά, πρὶν λήξει ἡ προθεσμία! Ἔγκαιρη καὶ ὑπομονητικὴ προετοιμασία μὲ ὅλη μας τὴν πίστη, μὲ ὅλη μας τὴ φρόνηση καὶ τὴ σοβαρότητα, διορθώνοντας τὴ λανθασμένη νοοτροπία μας, τὶς ἐπιπολαιότητές μας, τὶς μικροψυχίες μας, τὴν ὀλιγοπιστία μας, γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦμε ἕτοιμοι τὸν Νυμφίο, ὁ Ὁποῖος ἀργὰ ἢ νωρὶς κι ἀπρόοπτα θὰ φθάσει. Τότε μακάριοι θὰ εἴμαστε, ἂν Τὸν ὑποδεχθοῦμε σωστά.
Δῶσ᾿ μας, Κύριε, μετάνοια καὶ ἐπιστροφὴ σ’ Ἐσένα τὸν Σωτήρα μας.
Πηγή: Ο Σωτήρ
Ἀπὸ τὰ πρῶτα ἐφηβικά του χρόνια εἶχε δώσει τὴν καρδιά του στὸ Χριστό! Τὸν εἶχε ἑλκύσει ἕνας Θεολόγος Καθηγητὴς καὶ Κατηχητής, γεμάτος πίστη καὶ φλόγα καὶ σ’ ὅλη του τὴ συμπεριφορὰ ἀψεγάδιαστος καὶ φωτεινός. Μὲ τὸ διαπεραστικό του μάτι κατάλαβε τὴ γνησιότητα τοῦ Καθηγητῆ του καὶ παραδεχόταν μ’ ὅλη του τὴν ψυχὴ τὶς θεϊκὲς ἀλήθειες ποὺ ἄκουγε ἀπ’ αὐτόν, γιατὶ ὄχι μόνο τὶς δίδασκε, ἀλλὰ καὶ τὶς ζοῦσε.
Ὁ μαθητὴς Στέργιος – ἔτσι λεγόταν τότε πρὶν γίνει κληρικὸς ὁ πατὴρ Εὐσέβιος – ἔκλεινε τὶς θεῖες ἀλήθειες στὰ κατάβαθα τοῦ νοῦ του, καὶ τὶς ζοῦσε, λὲς καὶ πετοῦσε, καὶ προόδευε στὴν κατὰ Χριστὸν ζωή. Καὶ σ’ ὅλα τὰ μαθήματα πάντα ἄριστος καὶ ἀξεπέραστος. Ὅταν ἀποφοίτησε ἀπὸ τὸ ἑξατάξιο Γυμνάσιο, ἄφησε τὶς καλύτερες ἀναμνήσεις γιὰ πολλὰ χρόνια σὲ Καθηγητὲς καὶ μαθητές. Ἄφησε... ἐποχὴ καὶ μὲ τὸ ἦθος του τὸ θαυμαστὸ καὶ μὲ τὰ «Ἄριστά» του. Ἔμειναν ὅμως ἔκπληκτοι, ὅταν, ἀντὶ τῆς Νομικῆς ἢ τῆς Ἰατρικῆς ἢ τοῦ Πολυτεχνείου, ὅπου μποροῦσε ἄνετα νὰ εἰσαχθεῖ, προτίμησε τὴ Θεολογία. Ἔγινε ἀριστοῦχος Θεολόγος, ὄχι μόνο κατὰ τὸ πτυχίο ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ὅλη δραστηριότητα. Ὡς λαϊκὸς καὶ ὡς κληρικὸς κατόπιν διακρινόταν γιὰ τὴν ὁλοένα αὐξανόμενη πνευματική του πρόοδο, τὴν αὐταπάρνησή του, τὴ θαυμαστὴ καλοσύνη του, τὴν ὑπεράνθρωπη ἀσκητικότητά του, τὴν κρυστάλλινη ἁγνότητα. «Μεστὸς ἐλέους καὶ καρπῶν ἀγαθῶν» (Ἰακ. γ΄ 17). Καὶ ὅμως τώρα στὰ τέλη του ἀπὸ τοὺς δύο ἐπισκέπτες του ζήτησε μιὰ χάρη: «Σᾶς παρακαλῶ, προσεύχεσθε εἰς τὸν Θεὸν νὰ μοῦ δίδει μετάνοια». Πρὸς τὸ τέλος τῆς συζήτησής τους τοὺς ξαναεῖπε: «Σᾶς παρακαλῶ, προσεύχεσθε εἰς τὸν Θεὸν νὰ μοῦ δίδει μετάνοια καὶ ἐπιστροφή». Ὅταν τὸν ἀποχαιρετοῦσαν, ἐπανέλαβε γιὰ τρίτη φορὰ τὴν ἴδια παραγγελία: «Σᾶς παρακαλῶ, προσεύχεσθε εἰς τὸν Θεὸν νὰ μοῦ δίδει μετάνοια καὶ ἐπιστροφή».
Οἱ ἐπισκέπτες ἀνεχώρησαν θαυμάζοντας καὶ συγκλονισμένοι... «Ὥστε τόση ἀνάγκη μετανοίας αἰσθάνεται ὁ πατὴρ Εὐσέβιος γιὰ τὸν ἑαυτό του;! Ἀλλ’ ἐμεῖς πόσο περισσότερο τὴν ἔχουμε τὴν ἀνάγκη αὐτή!». Αὐτὴ ἡ ἰδέα τοὺς ἔμεινε χαραγμένη στὸ νοῦ τους ζωηρὴ καὶ ἀνεξάλειπτη.
Εἶναι ἰδίωμα τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ, τῶν μεγάλων Ἁγίων, ἡ συναίσθηση τῶν ἐλλείψεών τους καὶ τῆς ἁμαρτωλότητός τους, ἡ ἀνάγκη μετανοίας καὶ ἐπιστροφῆς. Μετάνοια καὶ ἐπιστροφὴ καὶ μάλιστα στὴν παιδικὴ ἁπλότητα καὶ ἀκακία, στὴν ἀτελείωτη τελειότητα τῶν τελείων, στὴν ἀμέτρητη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μετάνοια καὶ ἐπιστροφή! Ἡ πρώτη καὶ ἐπείγουσα ἀνάγκη μας!
Δυστυχῶς εἶναι πολλοὶ «Χριστιανοὶ» χωρὶς ἐπίγνωση τῆς ἠθικῆς καὶ πνευματικῆς τους καταστάσεως, ποὺ ἔχουν τὴν ψευδαίσθηση ὅτι εἶναι «ἐντάξει». Στὴν Ἀποκάλυψη ἐλέγχει ὁ Κύριος ὄχι ἕναν τυχαῖο, ἀλλὰ τὸν Ἐπίσκοπο Λαοδικείας, λέγοντάς του: «Ἀπὸ τὴν ἀλαζονεία σου καὶ τὴν αὐτάρκειά σου καυχιέσαι καὶ λές: Εἶμαι πλούσιος σὲ ἀρετὲς καὶ ἔχω πλουτίσει καὶ δὲν μοῦ χρειάζεται τίποτε. Καὶ δὲν ξέρεις ὅτι ἐσὺ εἶσαι ὁ πραγματικὰ ταλαίπωρος καὶ ἐλεεινὸς καὶ φτωχὸς σὲ ἀρετὴ καὶ τυφλός, ὥστε νὰ μὴ βλέπεις τὴν πραγματικὴ πνευματική σου κατάσταση, καὶ εἶσαι γυμνός» (Ἀποκ. γ΄ 17).
Μήπως ἆραγε καὶ σὲ μᾶς ὁ Κύριος ἔχει νὰ κάνει παρόμοιες παρατηρήσεις; Ἂς ἀνοίγουμε τὰ μάτια τῆς συνειδήσεώς μας γιὰ νὰ καταλαβαίνουμε ποῦ δὲν πᾶμε καλά, ποῦ ὑστεροῦμε, ὥστε νὰ διορθώνουμε τὴν πορεία μας καὶ νὰ παίρνουμε τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς ἐπειγόντως, πρὶν εἶναι ἀργά. Καὶ ἀργὰ θὰ εἶναι, ἂν στὸ θάνατο βρεθοῦμε ἀνέτοιμοι σὰν τὶς μωρὲς παρθένες, ποὺ ἀποκλείστηκαν ἀπὸ τὸ Νυμφώνα.
Μετάνοια καὶ ἐπιστροφὴ πρὶν εἶναι ἀργά, πρὶν λήξει ἡ προθεσμία! Ἔγκαιρη καὶ ὑπομονητικὴ προετοιμασία μὲ ὅλη μας τὴν πίστη, μὲ ὅλη μας τὴ φρόνηση καὶ τὴ σοβαρότητα, διορθώνοντας τὴ λανθασμένη νοοτροπία μας, τὶς ἐπιπολαιότητές μας, τὶς μικροψυχίες μας, τὴν ὀλιγοπιστία μας, γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦμε ἕτοιμοι τὸν Νυμφίο, ὁ Ὁποῖος ἀργὰ ἢ νωρὶς κι ἀπρόοπτα θὰ φθάσει. Τότε μακάριοι θὰ εἴμαστε, ἂν Τὸν ὑποδεχθοῦμε σωστά.
Δῶσ᾿ μας, Κύριε, μετάνοια καὶ ἐπιστροφὴ σ’ Ἐσένα τὸν Σωτήρα μας.
Πηγή: Ο Σωτήρ