Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας, θρηνώντας γιὰ τὶς ταλαιπωρίες τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν ἀδυναμία τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ἔλεγε:
"Γιατί γεννήθηκα; Γιὰ νὰ βλέπω κόπους
καὶ βάσανα; Γιατί δὲν μὲ θανάτωνε ὁ Κύριος στὴ μήτρα τῆς μητέρας μου"
(πρβλ. Ἱερ. 20:18,17).
Ὁ προφήτης εἶχε κατανοήσει τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος καὶ τί ἡ ἐπίγεια ζωή του. Ἐσὺ ἄραγε ἔχεις αὐτὴ τὴν ἐπίγνωση;
Φρόντισε, ἀδελφέ, νὰ γνωρίσεις τὸν ἑαυτό σου, νὰ καταλάβεις τί καὶ ποιὸς εἶσαι, γιατί τοῦτο ἀποτελεῖ τὴν ἐπιστήμη τῶν ἐπιστημῶν καὶ τὴν πιὸ μεγάλη σοφία.
Πιὸ χρήσιμη καὶ ὠφέλιμη εἶναι ἡ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ σου, παρὰ οἱ γνώσεις τῆς ἀστρονομίας, τῆς φυσικῆς, τῶν μαθηματικῶν, τῆς ἰατρικῆς.
Γιατί αὐτὲς ἐξαντλοῦνται στὴν παροῦσα ζωή, ἐνῶ ἡ αὐτογνωσία ἔχει προεκτάσεις καὶ στὴ μέλλουσα.
Γιὰ τὸν ὑψηλὸ τοῦτο σκοπὸ χρειάζονται σκληρὸς ἀγώνας, ὀξύτατη παρατηρητικότητα, πολλὴ προσευχὴ καὶ ἐνίσχυση τοῦ Θεοῦ.
Πρέπει νὰ εἰσχωρήσεις μὲ τὸ νοῦ μέσα στὴν καρδιά σου καὶ νὰ ἐξετάσεις προσεκτικὰ τὸ εἶναι σου.
Ὅσο καλύτερα γνωρίσεις τὴν ψυχή σου, τὸν ἔσω ἄνθρωπο, τόσο καλύτερα θὰ γνωρίσεις καὶ τὸν Κύριο, γιατί, διαπιστώνοντας τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν ἀνωτερότητα τῆς ψυχῆς, ἀποκτᾶς καθαρότερη τὴν ἐπίγνωση τῆς ἄπειρης καὶ ἀσύλληπτης μεγαλοσύνης τοῦ Θεοῦ.
Νὰ στοχάζεσαι πάντα τὴ συντομία καὶ τὸ ἄδηλο τέρμα τῆς παρούσας ζωῆς, συνειδητοποιώντας τὴν προσωρινότητα καὶ τὴν ἀσημαντότητά σου, γιατί αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος ποὺ σὲ φέρνει...
Ὁ προφήτης εἶχε κατανοήσει τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος καὶ τί ἡ ἐπίγεια ζωή του. Ἐσὺ ἄραγε ἔχεις αὐτὴ τὴν ἐπίγνωση;
Φρόντισε, ἀδελφέ, νὰ γνωρίσεις τὸν ἑαυτό σου, νὰ καταλάβεις τί καὶ ποιὸς εἶσαι, γιατί τοῦτο ἀποτελεῖ τὴν ἐπιστήμη τῶν ἐπιστημῶν καὶ τὴν πιὸ μεγάλη σοφία.
Πιὸ χρήσιμη καὶ ὠφέλιμη εἶναι ἡ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ σου, παρὰ οἱ γνώσεις τῆς ἀστρονομίας, τῆς φυσικῆς, τῶν μαθηματικῶν, τῆς ἰατρικῆς.
Γιατί αὐτὲς ἐξαντλοῦνται στὴν παροῦσα ζωή, ἐνῶ ἡ αὐτογνωσία ἔχει προεκτάσεις καὶ στὴ μέλλουσα.
Γιὰ τὸν ὑψηλὸ τοῦτο σκοπὸ χρειάζονται σκληρὸς ἀγώνας, ὀξύτατη παρατηρητικότητα, πολλὴ προσευχὴ καὶ ἐνίσχυση τοῦ Θεοῦ.
Πρέπει νὰ εἰσχωρήσεις μὲ τὸ νοῦ μέσα στὴν καρδιά σου καὶ νὰ ἐξετάσεις προσεκτικὰ τὸ εἶναι σου.
Ὅσο καλύτερα γνωρίσεις τὴν ψυχή σου, τὸν ἔσω ἄνθρωπο, τόσο καλύτερα θὰ γνωρίσεις καὶ τὸν Κύριο, γιατί, διαπιστώνοντας τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν ἀνωτερότητα τῆς ψυχῆς, ἀποκτᾶς καθαρότερη τὴν ἐπίγνωση τῆς ἄπειρης καὶ ἀσύλληπτης μεγαλοσύνης τοῦ Θεοῦ.
Νὰ στοχάζεσαι πάντα τὴ συντομία καὶ τὸ ἄδηλο τέρμα τῆς παρούσας ζωῆς, συνειδητοποιώντας τὴν προσωρινότητα καὶ τὴν ἀσημαντότητά σου, γιατί αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος ποὺ σὲ φέρνει...
κοντὰ στὸν Κύριο.
Ὅσο γνωρίζεις τὸν ἑαυτό σου, τόσο ταπεινώνεσαι, καὶ ὅσο ταπεινώνεσαι, τόσο ἀποκτᾶς φόβο Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς σοφίας, κατὰ τὸ Σολομώντα (Παροιμ. 1:7).
Ἂν θέλεις νὰ μάθεις ποιὸς εἶσαι, πάρε πρῶτα-πρῶτα ἕναν καθρέφτη καὶ κοίταξε μέσα τὸν ἑαυτό σου. Κοίταξε καὶ σκέψου: Αὐτὸς πού βλέπεις, ὁ "ἄλλος"; ἄνθρωπος τοῦ καθρέφτη, ἀπὸ τί ἀποτελεῖται; Ἀπὸ χῶμα καὶ νερό! Ὅσο ἐπίσημος, πλούσιος ἢ ἄρχοντας ἢ σοφός, κι ἂν εἶσαι, δὲν ἀξίζεις περισσότερο ἀπὸ ἕνα πήλινο ἀγγεῖο. Ἕνα πτῶμα εἶσαι οὐσιαστικά, μία εἰκόνα μὲ λίγο χρῶμα καὶ κίνηση, πού σοῦ δάνεισε ἡ ζωὴ γιὰ λίγα χρόνια. Κι ἔπειτα; Ξαναγίνεσαι πτῶμα καὶ χῶμα!
Νὰ τί εἶσαι ὡς πρὸς τὸ σῶμα. Ἀλλὰ καὶ ὡς πρὸς τὸ πνεῦμα, ἂν βγάλεις τὸ Θεὸ καὶ τὴ χάρη Του, δὲν εἶσαι παρὰ ἕνας φίλος της ματαιότητος, ἐχθρός τῆς δικαιοσύνης, καταφρονητὴς τῆς ἀλήθειας, κληρονόμος τῆς κολάσεως. Ἀπὸ κάθε ἄποψη, δηλαδή, εἶσαι ἕνα πλάσμα ταλαίπωρο καὶ ἀξιοθρήνητο -στὶς βουλές σου τυφλός, στὶς ἐπιθυμίες σου ἀκάθαρτος, στὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα σου μάταιος, ἕνα τίποτα, ἕνα μηδέν, κι ἂς νομίζεις πῶς εἶσαι κάποιος σπουδαῖος.
Ὁ πιὸ μεγάλος ἡρωισμὸς καὶ ἡ πιὸ θαυμαστὴ γενναιοφροσύνη βρίσκονται στὴν ταπεινὴ ἀναγνώριση τῆς μηδαμινότητός μας.
Αὐτή, ἄλλωστε, εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς λυτρώσεως ἀπὸ πολλὰ πάθη καὶ ἐλαττώματα.
Πολλὲς φορὲς ὁ Κύριος ρωτοῦσε τοὺς ἀσθενεῖς, ποῦ θεράπευε, τί ἤθελαν καὶ ἂν ἐπιθυμοῦσαν νὰ γίνουν καλά. Ὄχι πῶς δὲν ἤξερε τὴ βουλὴ καὶ τὴν ἐπιθυμία τους, ἀλλὰ γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουν καλύτερα τὴν κατάστασή τους καὶ νὰ τὴν ὁμολογήσουν ξεκάθαρα. Θυμᾶσαι τί ἔλεγε καὶ ὁ προφήτης Δαβίδ, ὅταν ζητοῦσε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ τὸν συγχωρήσει; "Ἀναγνωρίζω τὴν παρανομία"; (Ψάλμ. 50:5).
Τὸν μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχει ὁ ἀσθενὴς ἐκεῖνος ποῦ δὲν γνωρίζει τὴν ἀρρώστια του. Ὅσοι ἔχουν χάσει τὰ λογικά τους, πάχουν ἀπὸ τὴν πιὸ σοβαρὴ ἀσθένεια. Μὰ δὲν τὸ καταλαβαίνουν οὔτε θλίβονται γὶ΄αὐτό, ἀλλὰ τοὺς βλέπεις νὰ γελοῦν καὶ νὰ χαίρονται, μὲ τρόπο ποῦ σὲ κάνει νὰ κλαῖς. Μήπως ὅμως δὲν μοιάζουν σ΄αὐτοὺς καὶ ὅσοι τάχα λογικοὶ ἄνθρωποι δὲν γνωρίζουν τὸν ἑαυτό τους καὶ τὴ φύση τους καὶ τὸν προορισμό τους;
Τὸ κακό, ἀδελφέ, δὲν εἶναι ἔξω ἀπό μας. Μέσα μας εἶναι. Γι΄αὐτὸ καὶ τόσο δύσκολα θεραπευόμαστε, ἐπειδὴ δὲν βλέπουμε τὴν ἀρρώστια μας.
Πληγὲς πού δὲν φαίνονται καὶ ἁμαρτίες ποὺ δὲν ἀναγνωρίζονται, δὲν διορθώνονται.
Σὲ τοῦτον τὸν ἀγώνα ἀξίζει νὰ βάλεις ὅλον τὸν πόθο σου καὶ νὰ ρίξεις ὅλες τὶς δυνάμεις σου.
Τί εἶσαι; Ἀπὸ ποῦ ἦρθες; Ποῦ βρίσκεσαι καὶ ποῦ πηγαίνεις; Πρὶν ἀπὸ τὴ σύλληψή σου δὲν ὑπῆρχες. Δὲν ἤσουνα τίποτα. Ὁ Θεὸς οἰκονόμησε νὰ ἔρθεις στὸν κόσμο κι Ἐκεῖνος σοῦ ἔδωσε ὅ,τι ἔχεις, τόσο τὰ φυσικά σου χαρίσματα - ρώμη, ὀμορφιά, εὐφυΐα, αἰσθήσεις κ.λ.π. -ὅσο καὶ τὰ ἐπίγεια ἀποκτήματα, ποὺ ἐξαρτῶνται ἄμεσα ἀπὸ τὰ χαρίσματα- χρήματα, περιουσία, ἀξιώματα. Ἑπομένως, "τί ἔχεις ποῦ νὰ μὴν τὸ ἔλαβες; Καὶ ἀφοῦ τὸ ἔλαβες ἀπὸ τὸ Θεό, γιατί καυχιέσαι σὰν νὰ μὴν τὸ εἶχες λάβει ὡς δῶρο;"; (Α΄ Κορ. 4:7). Ἂν δὲν ἔχεις τελείως τυφλωθεῖ ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια καὶ τὴ φιληδονία, ἂν δὲν ἔχεις σκοτιστεῖ πέρα γιὰ πέρα ἀπὸ τὸ διάβολο, τὸ πνεῦμα τοῦ σκότους, ἂν εἶσαι λογικὸ πλάσμα τοῦ Θεοῦ, "κατ΄ εἰκόνα καὶ καθ΄ ὁμοίωσιν"; Ἐκείνου, δὲν μπορεῖς παρὰ νὰ ὁμολογήσεις τὴν ἀνεκδιήγητη εὐεργετικότητά Του, πού ὅλα σοῦ τὰ χάρισε, βασιλιὰ τῆς κτίσεως σ΄ ἔκανε, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ ἴδιο Του τὸ Αἷμα σὲ λύτρωσε ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο. Καὶ τότε θὰ ταπεινωθεῖς βαθιά, καὶ ἡ ταπείνωση αὐτὴ θὰ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς μετάνοιας καὶ τῆς σωτηρίας σου. Ἡ ταπείνωση αὐτὴ θὰ σὲ κάνει νὰ ποθήσεις ἀκτανίκητα τὸν Εὐεργέτη καὶ Σωτήρα σου.
Λέγεται πῶς κάποτε ὁ ἀείμνηστος καὶ εὐσεβὴς βασιλιὰς Θεοδόσιος ὁ Μέγας (379-395) πρόσταξε κι ἔβαλαν τὸ θρόνο του στὴν ἀκροθαλασσιά.
Ὕστερα κάθησε ἐκεῖ ὅπως καὶ στὸ παλάτι, μπροστὰ στοὺς ἄρχοντες καὶ τοὺς ἀξιωματούχους, καὶ εἶπε δυνατὰ γιὰ νὰ τὸν ἀκούσουν ὅλοι:
- Θάλασσα, μὲ τὴ δύναμη καὶ τὴν ἐξουσία ποὺ ἔχω, σὲ διατάζω νὰ μὴν προχωρήσεις πὲρ΄ἀπὸ τὰ ὅρια σου καὶ νὰ μὴ βρέξεις τὸ θρόνο μου!
Οἱ ἄρχοντες ἀποροῦσαν μὲ ὅσα ἔβλεπαν καὶ ἄκουγαν, γιατί δὲν καταλάβαιναν τί σκοπὸ εἶχε ὁ βασιλιάς. Δὲν πέρασε ὅμως πολλὴ ὥρα, κι ἕνα δυνατὸ κύμα, ποὺ ἦρθε ξαφνικά, ὄχι μόνο τὸ θρόνο ἔβρεξε, μὰ καὶ τὸ βασιλιὰ ἔκανε μούσκεμα ἀπὸ τὸ κεφάλι ὡς τὰ πόδια. Τότε ὁ σοφὸς Θεοδόσιος νουθέτησε τοὺς ἀκροατές του:
- Ἂς μάθουν ὅλοι, πῶς ἡ δύναμη τῶν κοσμικῶν βασιλέων εἶναι πρόσκαιρη καὶ μάταιη. Αἰώνιος καὶ ἀληθινὸς Βασιλιὰς ὅλης τῆς κτίσεως εἶναι μόνο ὁ Βασιλιὰς τῶν βασιλέων, Αὐτὸς ποὺ δημιούργησε ἀπὸ τὸ μηδὲν τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ καὶ τὴ θάλασσα καὶ ὅλα ὅσα ὑπάρχουν σ΄ αὐτά, ὁρατὰ καὶ ἀόρατα.
Καὶ μπροστὰ στὰ μάτια τῶν κατάπληκτων ἀρχόντων, κατέβηκε ἀπὸ τὸ θρόνο καὶ τράβηξε γιὰ τὴν ἐκκλησία, ὅπου ἔβγαλε τὸ στέμμα του καὶ τὸ ἀπόθεσε μ΄ εὐλάβεια στὴν ἱερὴ κεφαλὴ τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη καὶ ὡς τὸ θάνατό του δὲν ξαναφόρεσε τὸ διακριτικό τῆς βασιλικῆς του ἐξουσίας.
Ἂς στοχαστοῦμεν, λοιπόν, κι ἐμεῖς τὴ μηδαμινότητα καὶ τὴ ματαιότητα τῆς ἐξουσίας ποὺ τυχὸν ἔχουμε.
Ἂς στοχαστοῦμε τὴ βραχύτητα τῆς ζωῆς μας κι ἂς μὴ μένουμε προσκολλημένοι σ΄αὐτήν.
Ἂς μὴν κυνηγᾶμε τὰ ψεύτικα, γιὰ νὰ κερδίσουμε τ΄ ἀληθινά, ποὺ μᾶς ὑπόσχεται ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός.
Πηγή: Ἁμαρτωλῶν Σωτηρία, Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό