Τετάρτη 6 Μαΐου 2015

Όσιος Σεραφείμ του Δομπού [6 Μαΐου]


Ο Όσιος Σεραφείμ που ασκήτευσε στο όρος Δομπού Λεβαδείας τιμάται στις 6 Μαΐου

Τα πρώτα χρόνια του Αγίου
Αυτός ο ασκητής και θαυματουργός Άγιος γεννήθηκε το 1527 στο χωριό Ζέλι της Λοκρίδος από φτωχή οικογένεια αλλά ήταν θεοσεβούμενοι. Όπως δε έλεγε η μητέρα του, ο
Σεραφείμ, νήπιο ακόμη, την Τετάρτη και την Παρασκευή δεν θήλαζε, παρά μόνον μετά την δύση του ηλίου. Όταν έγινε επτά ετών οι γονείς του Σεραφείμ τον παρέδωσαν σε έναν
μοναχό για να του μάθει γράμματα. Ο μικρός Σεραφείμ έδινε μεγάλη προσοχή στην Αγία Γραφή και τους βίους των Αγίων τους οποίους και ήθελε να τους μιμηθεί. Εάν και ήταν
πολύ νέος αποφάσισε να εγκαταλείψει τα εγκώσμια και να πάει να ασκητέψει. Έτσι και έκανε και πήγε εγκαταστάθηκε σε ένα εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής και κατόπιν μετέβη
στο Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία. Έπειτα έφυγε και από εκεί και μαζί με έναν μοναχό εν ονόματι Δαβίδ έφυγαν σε άλλη περιοχή και εκεί έκτισε ένα εκκλησάκι του Σωτήρος όπου
επιδόθηκε σε ασκητικούς αγώνες.
Στην περιοχή εκείνη έμεινε για αρκετό χρονικό διάστημα αλλά θέλοντας να αποφύγει τις επισκέψεις των συγγενικών του προσώπων έφυγε και πήγε στο Μοναστήρι των Αγίων
Αναργύρων κοντά στην Αταλάντη. Αλλά κι εκεί δεν τον αφήνουν ήσυχο. Γι’ αυτό πηγαίνει στο Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως, εις το Σαγμάτιον Όρος. Σε αυτό το Μοναστήρι ο
Όσιος έμεινε δέκα χρόνια και εκεί επιδόθηκε σε νέους πνευματικούς αγώνες και σε σύντομο χρονικό διάστημα ξεπέρασε όλους τους μοναχούς στην αρετή. Ο ηγούμενος της
Μονής βλέποντας τις αρετές του Οσίου του έκειρε Μοναχό και κατόπιν μετά από λίγο διάστημα τον χειροτόνησε διάκονο και πρεσβύτερο. Ο Σεραφείμ τότε επιδόθηκε σε
περισσότερους αγώνες διότι αισθανόταν την ευθύνη απέναντι στον Θεό.

Το πρώτο Μοναστήρι του
Λίγο αργότερα και για να αποφύγει τη ματαιοδοξία λόγω της φήμης των αρετών του, ζήτησε την άδεια του ηγούμενου και εγκατέλειψε τη Μονή της μετανοίας του και έφθασε στα
δυτικά του Ελικώνα, στην τοποθεσία Δομπού, όπου έκτισε ναό του Σωτήρος, μερικά κελιά και κάλεσε κοντά του μερικούς μοναχούς. Εκεί ασκήτευσε επί δέκα έτη, διδάσκοντας
τους άλλους μοναχούς τα σωτήρια διδάγματα της μοναχικής ζωής. Πολλούς ανθρώπους παραστρατημένους έφερε στον δρόμο του Θεού. Καθώς και πολλοί χριστιανοί συνέρρεαν
εκεί από διάφορα μέρη για να τούς θεραπεύσει τις σωματικές και ψυχικές των ασθένειες με την προσευχή του και τις παρακλήσεις του.

Κτίζει το νέο Μοναστήρι
Όμως το πλήθος κόσμου που ερχόταν στο Μοναστήρι δεν τον άφηνε να εξασκεί τους πνευματικούς αγώνες και για αυτό το λόγο άφησε το Μοναστηρί μετά από δέκα χρόνια που
εγκαταβίωνε εκεί και ανέβηκε στην κορυφή του όρους Ελικώνος. Όμως άκουσε φωνή του Χριστού να κατεβεί σε πεδινό μέρος και να κτίσει εκεί Μοναστήρι. Προτού όμως το
τελειώσει, κατά διαταγή της Παναγίας, το άφησε, διότι ήταν ακατάλληλο για τούς μοναχούς. Του είπε η Θεοτόκος να χτίση άλλο Μοναστήρι εις το χωρίον Δομπός. Επήγε εις το
Δομπό. Είπε εις τούς Δομποΐτες την εντολή της Παναγίας και τούς έπεισε ν’ αφήσουν τις καλύβες τους και να κατοικήσουν άλλου. Μετά την αγορά της περιοχής επήγε στην
Κωνσταντινούπολη. Επήρε την άδεια του Πατριάρχου και επέστρεψε. Άρχισε εντατικά να κτίζει Σταυροπηγιακό Ναό και Μοναστήρι; επ’ Ονόματι του Χριστού.

Εμποδία στο έργο του Οσίου
Ο διάβολος, για να ματαιώσει το θεάρεστο αυτό έργο, ξεσήκωσε μερικούς κακούς ανθρώπους εναντίον του Οσίου. Στην περιοχή είχαν παραμείνει μερικές Αλβανικές οικογένειες
και αυτές πήγαν και συκοφάντησαν τον Άγιο στον Τούρκο άρχοντα της Λειβαδειάς ότι δήθεν ο Άγιος με ραδιουργίες κατάφερε να αποξενώσει τους κατοίκους του Δομπού από τις
περιουσίες τους. Ο Άρχοντας μόλις το έμαθε έγινε έξω φρενών και διέταξε αμέσως να του φέρουν τον Άγιο. Έστειλε δε τρεις Τουκους για να τον συλλάβουν. Αυτοί μόλις έφτασαν
στο Μοναστηρί το οποίο χριζόταν και βρήκαν τον Όσιο να εργάζεται τον χτύπησαν στο κεφάλι δυνατά. Τόσο δυνατό ήταν το χτύπημα που Όσιος έπεσε στην γη μισοπεθαμένος.
Να σημειωθεί ότι το χτύπημα αυτό φαίνεται ακόμα και σήμερα στην Αγία Κάρα του Αγίου. Μόλις συνήλθε ο άγιος οι Τούρκοι τον έδεσαν και τον πήγαιναν στην Λειβαδειά. Στον
δρόμο ο Άγιο για την Λειβαδειά θαυματούργησε με την προσευχή του δύο φορές και έτσι κέρδισε τον σεβασμό των στρατιωτών. Στην Λειβαδειά οι στρατιώτες διηγήθηκαν τα
θαύματα του Αγίου όμως ο άρχοντας δεν τους πίστεψε και ζήτησε το θέμα να ερευνηθεί και έτσι φυλάκισε τον Άγιο. Όμως μέσα στην φυλακή την νύκτα βλέπει ο σκοπός φώς
λαμπερό, πού φώτιζε τον άγιο. Το αναφέρει στον πασά. Το διαπιστώνει και ο ίδιος αυτοπροσώπως. Δεν ξύπνησε τον άγιο. Αλλά την άλλη μέρα ξαναπήγε. Τον βρήκε πού έκανε
την προσευχή του. Καλόγηρε, του είπε, είσαι ελεύθερος. Δεν θα σε ενοχλήσει κάνεις στη δουλειά σου. Διέταξε μάλιστα τούς Αλβανούς ν’ απομακρυνθούν. Και έτσι ο Άγιος γύρισε
στο Μοναστήρι του για να το τελειώσει ευχαριστώντας τον Θεό για την φύλαξη του.
Όταν όμως έχτιζαν την Εκκλησία του Μοναστηρίου και οι τεχνίτες έβγαζαν πέτρες λίγα βήματα επάνω από την Εκκλησία, ξαφνικά αποκόπηκε από τον βράχο μια μεγάλη πέτρα και
γύρισε προς τα κάτω. Ευτυχώς βρέθηκε μπροστά στην πέτρα εκείνη τη στιγμή ο Άγιος Σεραφείμ. Σήκωσε αμέσως την ράβδο του και είπε: «Παναγία Τριάς, βοήθησον ημάς». Και
ώ του θαύματος! Στάθηκε η πέτρα στην κατωφερή εκείνη θέση. Η πέτρα αυτή έχει ύψος και πάχος περισσότερα από δέκα μέτρα. Φαίνεται δε μέχρι σήμερα να στηρίζεται επάνω
σε μια οξεία άκρη της και να κλίνει προς τα κάτω. Μαρτυρεί πάντοτε το θαύμα του Αγίου.

σωσε τα χωράφια από την ακρίδα
Ο οικονόμος επίσης του Μοναστηρίου ανέφερε εις τον Άγιο κάποτε, ότι έπεσε ακρίδα γύρω στο Μοναστήρι και τρώγει τα πάντα. Κινδυνεύουν οι ελιές, οι συκιές, και οι αμυγδαλιές.
Ο Άγιος επήγε εις τα χωράφια, είδε την καταστροφή, γονάτισε, προσευχήθηκε, χάραξε εις τον αέρα με την ράβδο του το σημείο του Τιμίου Σταυρού, και γύρισε στο Μοναστήρι
του. Την άλλη ημέρα όλο το σύννεφο εκείνο των ακρίδων έφυγε, έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε.

Θαυματουργεί στον Πειραιά
Η φήμη του Αγίου είχε διαδοθεί παντού. Όταν δε κατόπιν έπεσε ακρίδα στα χωράφια των Αθηναίων και έτρωγε τα πάντα, οι Αθηναίοι θυμήθηκαν τον ασκητή του Δομπού.
Επήγαν, τον βρήκαν και τον έφεραν επί τόπου. Τον οδήγησαν στο Μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνος στον Πειραιά. Έγινε λιτανεία και έψαλλε Αγιασμό. Όταν δε είπε το «Σώσον,
Κύριε τον λαόν Σου» και έριξε τον Σταυρόν στην θάλασσα, ώ! του θαύματος! όλες εκείνες οι ακρίδες σύννεφα ολόκληρα μαζεύτηκαν και έπεσαν στη θάλασσα και πνίγηκαν.
Βλέποντας ο Λαός το θαύμα εφώναξε: «Μέγας ει, Κύριε». Το δε νερό της θάλασσας, στο όποιον έπεσε ο Τίμιος Σταυρός, έγινε γλυκό και πολλοί από τούς παρευρεθέντες
Χριστιανούς και Τούρκους, πού ήπιαν, θεραπεύτηκαν από χρόνια νοσήματα. Τόσον δε ήτο το σμήνος των ακρίδων πού πνίγηκαν, ώστε ήταν αδύνατον να κωπηλατήσει βάρκα.
Οι Αθηναίοι πού είδαν το θαύμα κατασκεύασαν και δώρισαν εις τον Άγιο ένα πολύτιμο Σταυρό. Επίσης συνέλεξαν πολλά χρήματα και έστειλαν και οικοδόμους για να αποτελειώσει
τον Ναό, και να τον κοσμήσει. Ουδέποτε δε ξέχασαν το θαύμα οι Αθηναίοι. Έκτισαν δε αργότερα εις το Άνω Φάληρο και Ναό του Αγίου Σεραφείμ, πού εόρταζε πανηγυρικά εις της
6 Μαΐου.
Πρέπει δε να σημειωθεί ότι σε πολλά μέρη, όταν πέφτει η ακρίδα, στέλνουν και φέρνουν τα λείψανα του Αγίου, ψάλλουν επί τόπου Αγιασμό και χάνεται η ακρίδα.

Η Παρακολούθηση του Εσπερινού
Όταν ο Άγιος αγόρασε τους αγρούς των Δομποϊτών, τους έδωσε σε γεωργούς να τούς καλλιεργούν. Έβαλε δε επιστάτες εις αυτούς, Μοναχούς. Υποχρέωσε όμως όλους,
μοναχούς και λαϊκούς, να σταματούν τις παραμονές των εορτών ενωρίς, διά να παρακολουθούν τον Εσπερινό. Αλλά ένα Σάββατο, για να τελειώσουν την σπορά, δεν επήγαν εις
τον Εσπερινό. «Γιατί;» ρώτησε τον επιστάτη ο Άγιος. «Θέλαμε, απήντησε, να τελειώσουμε, για να μη χάσουμε άλλη ημέρα για εκείνο το ολίγο». «Να μη το ξανακάνετε», τους είπε.
Την Δευτέρα επήρε τον Οικονόμο, επήγαν και σημάδεψε όσο έσπειραν μετά τον Εσπερινό. Κατόπιν, στον καιρό του θερισμού, διέταξε ο Άγιος να βάλουν φωτιά να κάψουν όσο
σιτάρι είχαν σημαδέψει. Είναι άδικος, τούς είπε, αυτός ο καρπός, και δεν κάνει να μπει με τον ευλογημένο. θα καεί του λένε, όλο το σιτάρι. Ας καεί, τούς λέγει. Εσείς να
υπακούσετε. Ο Οικονόμος με τρεμάμενο χέρι έβαλε φωτιά. Μόλις κάηκε το σημαδεμένο, σταμάτησε το πυρ μοναχό του!

Η οσιακή του κοίμηση
Πέρασαν τρία χρόνια από τότε, πού έχτισε το Μοναστήρι, και ο Άγιος Σεραφείμ έπρεπε να αναπαυθεί και να πάρει τον μισθό των πολλών κα συνεχών κόπων του. Προείδε το
θάνατον του. Κάλεσε κατόπιν τούς μαθητές του και τούς έδωσε τις τελευταίες υποθήκες του να τον θάψουν εις το Παλαιό Μοναστήρι, όπου του φανερώθηκε η Παναγία και να μη
πουν, πού τον έθαψαν, διά να μη συρρέουν εκεί οι άνθρωποι. Εκοιμήθη οσιακά σε ηλικία 75 ετών, στις 6 Μαΐου του 1602 μ.Χ. ήμερα της Μεσοπεντηκοστής στις 6 το απόγευμα,
αφού προείδε την κοίμηση του και κοινώνησε των αχράντων Μυστηρίων.
Το σώμα του το έθαψαν σύμφωνα με την επιθυμία του. Ο Θεός όμως έκαμε φανερό το μέρος, όπου ετάφη. Διότι επί δύο χρόνια θείον Φως κατέβαινε από τον ουρανό και φώτιζε
τον τάφον. Έτρεχαν αθρόοι οι ευσεβείς, έπεφταν επάνω εις τον τάφον του και του ζητούσαν την βοήθειά του.

Μετά την συμπλήρωση δύο χρόνων, έγινε η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Οσίου Σεραφείμ που ανέβλυζαν ευωδία και μεταφέρθηκαν από το παλαιό μοναστήρι στο
διατηρούμενο τώρα μοναστήρι και κατατέθηκαν μέσα στον ιερό ναό ως κειμήλιο ιερό και θησαυρός αδάπανος του μοναστηριού, το οποίο ίδρυσε ο Όσιος με πολλούς κόπους
και μόχθους προς δόξαν Θεού και ψυχική ωφέλεια των Χριστιανών.


Στίχος
Λιπὼν Σεραφεὶμ τὸν κάτω καὶ τοῖς ἄνω, φλογοφόροις σύνεστι Σεραφεὶμ χῶρον. Ἤλατ' ἄημα ἔνθεν Σεραφεὶμ οὐρανίων ἐς πόλον.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως
Θεῖον βλάστημα, τῆς Βοιωτίας, ἔμπνουν ὄργανον, τῆς ἐγκρατείας, ἀνεδείχθης Σεραφεὶμ ἀξιάγαστε· σὺ γὰρ Ὁσίων βαδίσας τοῖς ἴχνεσιν, ἀρτιφανῶς ἐν τῷ κόσμῳ ἐξέλαμψας·
Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἀπολυτίκιον
Εκ, γης ανατείλασα, ως της Ελλάδος βλαστός, η πάντιμος κάρα σου, Πατήρ ημών Σεραφείμ, εκβλύζει ιάματα και εκπλήττει ημάς τους πόθο τιμώντας σε. Όθεν οι τη σορώ
σου ευλαβώς προσιόντες, λαμβάνουσι θεραπεία και ιάσεις τελείας. Διό σε τιμώμεν πατήρ ημών Όσιε.

Κοντάκιον. Ἦχος δ'. Ἐπεφάνης σήμερον
Ἐν τοῖς ῥείθροις Ἅγιε πικρᾶς θαλάσσης, τὸν Σταυρὸν ἁψάμενος, ταύτην ἐγλύκανας σοφέ, καὶ τοὺς διψῶντας ἐπότισας, ὦ Σεραφεὶμ ως θεράπων τοῦ Κτίσαντος.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Βοιωτίας θεῖος βλαστός, καὶ τῶν Μοναζόντων, γνώμων ἔμπρακτος ἀληθῶς· χαίροις τῆς Ἑλλάδος, ἀγλάϊσμα καὶ κλέος, Ὁσίων ἡ προσθήκη, Σεραφεὶμ Ὅσιε.

Πηγή: Χριστιανός Ορθόδοξος