Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2015

Μπροστὰ στὸ μυστήριο τοῦ χρόνου


Καινούργιος χρόνος μπροστά μας. Ἀνέτειλε τὸ 2015. Ἀποχαιρετίσαμε τὸ 2014 τὸ ὁποῖο ἔγινε πλέον παρελθόν. Ὑποδεχθήκαμε τὸ νέο ἔτος 2015 μὲ ἐλπίδα καὶ μὲ τὴν προσδοκία νὰ εἶναι καλύτερο ἀπὸ τὸ προηγούμενο.
Ὅλοι μας ἐπιβιβασθήκαμε μέσα στὸ χρόνο καὶ γεννηθήκαμε στὸν παρόντα κόσμο. Θὰ ἀναπτυχθοῦμε, θὰ κλείσουμε τὸν κύκλο τῆς διαμονῆς μας καὶ θὰ ἀποβιβασθοῦμε μὲ τὴν ἔξοδό μας στὴν ἀπεραντοσύνη τῆς αἰωνιότητος, ποὺ εἶναι ἡ μόνιμη πατρίδα μας.

Τί ὅμως εἶναι ὁ χρόνος ποὺ ὅλοι τὸν θεωροῦμε γνωστὸ καὶ αὐτονόητο, ἀλλὰ ὡστόσο, ὅταν θελήσουμε νὰ τὸν περιγράψουμε, δυσκολευόμαστε ἢ καὶ ἀδυνατοῦμε νὰ καθορίσουμε τὴ φύση του;

Ὁ ἅγιος Αὐγουστίνος στέκεται στοχαστικὸς μπροστὰ στὸ χρόνο καὶ προσπαθεῖ νὰ δώσει κάποια ἀπάντηση: «Τί εἶναι, λοιπόν, ὁ χρόνος; Ἂν δὲν μὲ ρωτᾶ κανείς, γνωρίζω. Ἂν ὅμως θέλω νὰ τὸ ἐξηγήσω σὲ κάποιον ποὺ μὲ ρωτᾶ, δὲν γνωρίζω. Ἀλλὰ σὲ κάθε περίπτωση τολμῶ νὰ πῶ πὼς τοῦτο γνωρίζω: Ἂν τίποτε δὲν παρερχόταν, δὲν θὰ ὑπῆρχε παρελθόν. Ἂν τίποτε δὲν πλησίαζε, δὲν θὰ ὑπῆρχε μέλλον. Ἂν τίποτε δὲν ὑπῆρχε, δὲν θὰ ὑπῆρχε καὶ παρόν. Ὅμως, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχει τὸ παρελθὸν καὶ τὸ μέλλον, ἀφοῦ τὸ παρελθὸν πέρασε καὶ τὸ μέλλον δὲν ἔχει ἔρθει ἀκόμη; Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἂν τὸ παρὸν ἦταν πάντα παρὸν καὶ δὲν γινόταν παρελθόν, δὲν θὰ ὑπῆρχε χρόνος ἀλλὰ αἰωνιότητα» (Ἐξομολογήσεις 11, 14-15• ΡL 32, 815-816).
 
Καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος σημειώνει εὔστοχα: «Ἢ οὐχὶ τοιοῦτος ὁ χρόνος, οὗ τὸ μὲν παρελθὸν ἠφανίσθη, τὸ δὲ μέλλον οὔπω πάρεστι, τὸ δὲ παρὸν πρὶν γνωσθῆναι διαδιδράσκει τὴν αἴσθησιν;» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Ἑξαήμερον, 1,5• PG 29, 13β). Μήπως ὁ χρόνος δὲν εἶναι κάτι τέτοιο; Κάτι δηλαδὴ τοῦ ὁποίου τὸ μὲν παρελθὸν ἐξαφανίστηκε, τὸ δὲ μέλλον ἀκόμη δὲν ἔχει ἔρθει, ἐνῶ τὸ παρὸν πρὶν τὸ συνειδητοποιήσουμε ξεφεύγει ἀπὸ τὴν ἀντίληψή μας;
Μυστήριο ὁ χρόνος. Αὐτὸς ὅμως ὁ μυστηριώδης καὶ φευγαλέος χρόνος κάτω ἀπὸ τὸ φῶς τῆς ἀλήθειας τοῦ Εὐαγγελίου ἀποκτᾶ μεγάλη, ἀνεκτίμητη ἀξία γιὰ τὸν πιστὸ χριστιανό. Τὴν ἀξία του τὴ φανέρωσε ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς γινόμενος ἄνθρωπος. Μέσα στὸ χρόνο «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰω. α΄ 14). Μέσα στὸ χρόνο πραγματοποιεῖται τὸ σωτηριῶδες καὶ ἀπολυτρωτικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ, πραγματώνεται ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

Γιὰ τὸν πιστὸ ὁ χρόνος καὶ ὁ χῶρος ἐδῶ στὴ γῆ εἶναι στίβος, εἶναι ἄθληση καὶ ἄσκηση γιὰ τὴν αἰωνιότητα. Διότι κατὰ τὴ διάρκεια τῆς παραμονῆς του σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο ἔχει τὴ δυνατότητα, συνεργαζόμενος μὲ τὴ σωστικὴ Χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, νὰ πετύχει τὸν αἰώνιο προορισμό του.

Ἀπὸ ἐδῶ ὁ πιστὸς χριστιανὸς γίνεται τέκνο τοῦ φωτός, συμπολίτης τῶν Ἁγίων καὶ οἰκεῖος τοῦ Θεοῦ, μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἀγωνίζεται νὰ μορφωθεῖ ὁ Χριστὸς μέσα του, νὰ καρποφορεῖ στὴν καρδιά του ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ ζωογονεῖται μὲ τὸ Μυστήριο τῆς θείας Μεταλήψεως. Ὡς μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ βρίσκεται στὸν προθάλαμο τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν, προγεύεται τὴ ζωὴ τῆς αἰωνιότητος καὶ προσμένει «τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Τίτ. β΄ 13). Τὰ δὲ πολλὰ καὶ συχνὰ δυσεπίλυτα προβλήματα ποὺ παρουσιάζονται στὴ ζωή του, ὅπως συμβαίνει στὶς μέρες μας, δὲν τὸν ἀποπροσανατολίζουν ἀπὸ τὸν τελικὸ σκοπό του.

Ἔχει λοιπὸν ἀξία ὁ χρόνος καὶ ὀφείλουμε οἱ πιστοὶ νὰ τὸν ἀξιοποιοῦμε. Χρήματα ἂν ξοδέψεις, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, θὰ μπορέσεις πάλι νὰ τὰ ἀποκτήσεις. Ἂν ὅμως χάσεις τὸν χρόνο σου, εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ τὸν ξαναβρεῖς. Ὁ Κύριος μάλιστα μὲ τὴν παραβολὴ τῶν δέκα μνῶν (βλ. Λουκ. ιθ΄ [19] 12-27) μᾶς βεβαίωσε ὅτι ἐμπιστεύθηκε σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους διάφορα χαρίσματα καὶ τάλαντα, μὲ τὴν παραγγελία νὰ τὰ χρησιμοποιήσουν γιὰ τὸ καλὸ τὸ δικό τους καὶ τῶν ἄλλων. Ὅμως ἐπιφυλάσσεται νὰ ζητήσει λόγο ἀπὸ τὸν καθένα κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία Του: «πραγματεύσασθε ἐν ᾧ ἔρχομαι» (Λουκ. ιθ΄ 13).

Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγάλη εὐθύνη ὅλων μας.

Πηγή: Ο Σωτήρ