Αρχίζουμε με το πρώτο
ζεύγος των ανθρώπων που δημιουργήθηκε πάνω στη γη από τον Πλάστη όλου του
κόσμου. Οι πρωτόπλαστοι λοιπόν, δηλαδή ο Αδάμ και η Εύα, οι οποίοι βγήκαν και
οι δύο από τα πάνσοφα, παντοδύναμα και στοργικά χέρια του Θεού, με ιδιαίτερη
δημιουργική ενέργειά Του, και όχι μόνο με το λόγο Του, όπως όλα τα άλλα
κτίσματα, έχουν ένα στοιχείο που αποδεικνύει όχι μόνο την ισοτιμία τους
απέναντι στο Θεό, αλλά και τη σχέση μεταξύ τους.
Ο Θεός λοιπόν έπλασε
πρώτα τον Αδάμ από πηλό και φύσηξε στο πρόσωπό του “πνοήν ζωής και εγένετο ο Αδάμ
εις ψυχήν ζώσαν”. Ασφαλώς όλοι γνωρίζουμε από τα μαθητικά μας χρόνια, ότι ο
Θεός έπλασε τους ανθρώπους, και τους δύο, τον άνδρα και τη γυναίκα, “άρσεν και
θήλυ εποίησεν αυτούς”, “κατ΄ εικόνα και καθ΄ομοίωσιν” Του. Έδωσε δηλαδή
χαρίσματα και στους δύο, λογικό, αυτεξούσιο, κυριαρχικό και δημιουργικό, έτσι
ώστε να Του μοιάσουν του Θεού ηθικά βεβαίως και όχι ουσιαστικά. Σε κανένα δεν
στέρησε ούτε κάποιο χάρισμα ούτε κάποια δυνατότητα. Μάλιστα και στους δύο έδωκε
την εντολή “αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και κατακυριεύσατε την γην”.
Σε λίγο όμως μέσα στον
Παράδεισο ο Αδάμ αρχίζει να αισθάνεται
μόνος. Τα ζώα δεν είναι πρόσωπα, δεν μπορούν να ανοίξουν διάλογο μαζί του και
να γεμίσουν το συναισθηματικό του δοχείο. Θέλει κάτι άλλο. Ο Πανάγαθος διαπιστώνει
την θλιβερή ψυχική κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει το πλάσμα του και
αποφασίζει να του δώσει βοηθό “όμοιον αυτώ”. Η Εύα είναι όμοια με τον Αδάμ,
άνθρωπος δηλαδή με ψυχή αθάνατη, νού και ελευθερία. Πλασμένη κι αυτή με τα ίδια
υλικά. Είναι πρόσωπο και όχι πράγμα ή ζώο. Αυτή γεμίζει τη μοναξιά του Αδάμ.
Στη συνάφεια αυτή
αξίζει να προσέξουμε επίσης το πως δημιούργησε ο Θεός την Εύα. Ο Θεός είναι ο
πρώτος αναισθησιολόγος και ο πρώτος χειρουργός στον κόσμο. Η πρώτη εγχείρηση
γίνεται μέσα στον Παράδεισο, ανατολικά της Εδέμ, μεταξύ των ποταμών Τίγρη και
Ευφράτη. Ο Θεός επιβάλλει ύπνωση στον Αδάμ, πρώτον μέν γιατί το μυστήριο της
ζωής ανήκει μόνο στο Θεό, η αρχή και το τέλος της ζωής είναι αποκλειστικά στα
χέρια του Θεού και δεύτερον, η ύπνωση γίνεται, για να μη πονέσει ο Αδάμ και
συνδεθεί η δημιουργία της γυναίκας με οδυνηρές αναμνήσεις και οχληρά
συναισθήματα, πράγμα που συμβαίνει ενίοτε σε επώδυνους φυσιολογικούς τοκετούς.
Έτσι ο Αδάμ από την
πρώτη στιγμή μετά την ανάνηψή του περιβάλλει με τα ωραιότερα συναισθήματα την
Εύα, λέγει τα θεολογικότερα γι΄ αυτή λόγια και προφητεύει για το μέλλον τους
θεμελιώνοντας μέχρι σήμερα το Μυστήριο του Γάμου και της Οικογένειας.
Το ερώτημα όμως είναι
γιατί ο Θεός έπλασε την Εύα από την πλευρά του Αδάμ; Σ΄ αυτό απαντούν οι
θεολόγοι Πατέρες, οι οποίοι ερμηνεύουν τη Γένεση και λένε: “έπλασε ο Θεός τη
γυναίκα από την πλευρά του άνδρα για να τονίσει την παράλληλη με αυτόν διαδρομή
της και από υλικό προερχόμενο από χώρο κοντά στο κέντρο των συναισθημάτων, που
είναι η καρδιά του ανθρώπου. Δεν την έπλασε από τα πόδια, για να μη νομιστεί
κατώτερη και υποδεέστερη, ούτε από το κεφάλι, για να μη θεωρηθεί ότι μπορεί να
αυθεντεί του ανδρός”. Μάλιστα κάποιοι Πατέρες της Εκκλησίας ανεβάζοντας λίγο
τον πήχυ της θεολογικής ερμηνείας μας λένε ότι, όπως από την πλευρά του πρώτου
Αδάμ βγήκε η πρώτη Εύα, έτσι και από την πλευρά του δευτέρου Αδάμ, του Χριστού,
στο Γολγοθά, προήλθε η Εκκλησία εννοώντας τό αίμα και το ύδωρ που απέρρευσαν
από την λογχισμένη πλευρά του Κυρίου και υποδηλώνουν το βάπτισμα και τη θεία
Ευχαριστία”.
Από τα λίγα αυτά που
αναφέραμε μέχρι τώρα καταλαβαίνουμε το πλαίσιο της ομοτιμίας του άνδρα και της
γυναίκας, μάλιστα όταν είναι σύζυγοι, μπροστά στο Θεό, αλλά και το βασικό
στοιχείο του συναισθήματος και της αγάπης, το οποίο διαποτίζει τη συνάφεια
άνδρα και γυναίκας και εκφράζεται άριστα από τα γνωστά ακόμη και στους πιο
άσχετους λόγια του Αδάμ ότι “η γυναίκα του είναι σάρκα από τη σάρκα του και
οστούν εκ των οστέων του...”
Λέγει επίσης πολύ
χαρακτηριστικά ο απόστολος Παύλος: «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Ελλην, ουκ ένι δουλος
ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν καί θύλυ· πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ
Ιησού (Πρός Γαλάτας Επιστολή 3, 28).
Ο Άγιος Γρηγόριος ο
Θεολόγος παρατηρεί εύστοχα (Λόγος ΛΖ', 6 (PG 36, 289A)): «Άντρες ήταν εκείνοι
οι οποίοι έκαναν τους νόμους, και γι' αυτό η νομοθεσία στρέφεται κατά των
γυναικών (...). Ο Θεός όμως δεν έκανε κάτι τέτοιο, αλλά είπε «Τίμα τον πατέρα
σου και την μητέρα σου», που είναι εντολή πρώτη, «ώστε να σου πάνε όλα καλά»
(Εξ. κα' 12). Και «όποιος κακολογεί τον πατέρα ή τη μητέρα του, να θανατώνεται»
(Εξ. κα' 16). Και, «ευλογία πατρός στηρίζει τους οίκους των τέκνων, ενώ η
κατάρα της μητρός εκριζώνει τα θεμέλια» (Σοφ. Σειράχ. Γ' 9). Βλέπετε πόσο
δίκαια είναι η νομοθεσία. Ένας είναι ο δημιουργός του άντρα και της γυναίκας
και από μία σάρκα είναι και οι δύο. Προέρχονται από μία εικόνα και υπάρχει γι'
αυτούς ένας νόμος, ένας θάνατος και μία ανάσταση. (....) Πώς βγάζεις
διαφορετικούς νόμους για σώμα όμοιο και ισάξιο;»
Και ο Άγιος Κοσμάς ο
Αιτωλός τέλος γράφει: (Διδαχή Α1) «Πρέπει και εσύ, ω άνδρα αδελφέ μου, να μην
μεταχειρίζεσαι την γυναίκα σου ωσάν σκλάβα, διατί πλάσμα του Θεού είναι και
εκείνη, καθώς είσαι και εσύ».