Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμίας
1. Εὐχαριστῶ τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ἀδελφοί μου χριστιανοί, γιατί ἔχω
τή χαρά κάθε Κυριακή, νά προσφέρω σέ Σᾶς τούς εὐσεβεῖς χριστιανούς τῆς Ἱερᾶς
μας Μητροπόλεως μία διδαχή, ἕνα κήρυγμα τοῦ θείου λόγου. Θέλω καί ἐπιθυμῶ,
ἀδελφοί μου, τό κήρυγμα πού σᾶς προσφέρω νά εἶναι πραγματικά ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ,
νά εἶναι λόγος τῶν ἁγίων Πατέρων. Γιά νά εἶμαι δέ περισσότερο βέβαιος καί
ἀσφαλής σ᾽ αὐτό, σᾶς ἀνακοινώνω ὅτι στό ἑξῆς τά κηρύγματά μου, ὡς ἐπί τό
πλεῖστον, θά ἔχουν πηγή τό Ἱερό Πηδάλιο, πού ἔχει τούς ἱερούς Κανόνες τῶν ἁγίων
Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως μάλιστα τούς Κανόνες αὐτούς τούς ἑρμηνεύει ὁ
ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης. Τά βιβλία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου εἶναι ἡ συνισταμένη
τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων καί μοσχοβολοῦν ἀπό Ὀρθόδοξη πνευματικότητα.
2. Μέ τήν εὐκαιρία τῆς μεγάλης ἑορτῆς πού
ἔχουμε σήμερα, τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, θά σᾶς πῶ λίγα λόγια
πάνω στόν ἑβδομηκοστό τρίτο Κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ
Σύνοδος αὐτή ἔγινε στήν Κωνσταντινούπολη στό περίφημο παλάτι, πού λέγεται
«Τροῦλλος», τό ἔτος 691 μ.Χ. Ἡ Σύνοδος αὐτή ἐξέδωσε ἑκατόν δύο Κανόνες καί
σήμερα, ξαναλέγω, θά σᾶς μιλήσω γιά τόν ἑβδομηκοστό τρίτο (ΟΓ´) Κανόνα. Ὁ
Κανόνας αὐτός λέγει ὅτι μέ τόν Τίμιο καί Ζωοποιό Σταυρό, δηλαδή, μέ τή Θυσία
τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού προσφέρθηκε πάνω στόν Τίμιο Σταυρό, ἐλευθερωθήκαμε ἀπό
τήν ἁμαρτία καί σωθήκαμε. Γι᾽ αὐτό – λέγει ὁ Κανόνας πού ἑρμηνεύουμε – πρέπει
νά ἀποδίδουμε στό Σταυρό τήν πρέπουσα τιμή καί προσκύνηση, εὐχαριστοῦντες τό
Χριστό πού σταυρώθηκε σ᾽ Αὐτόν. Πρέπει ὅπου τόν βλέπουμε νά τόν τιμοῦμε καί νά
τόν προσκυνοῦμε μέ εὐλάβεια. Ἐπειδή ὅμως, λέγει ὁ Κανόνας, ὑπάρχουν μερικοί
ἁπλοῖ χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι ἔχουν τόση εὐλάβεια στό Σταυρό, ὥστε νά τόν
σημειώνουν παντοῦ, ἀκόμη καί κάτω στό ἔδαφος, ὁ Κανόνας αὐτός ἀπαγορεύει στούς
χριστιανούς νά τό κάνουν αὐτό. Καί τό καταλαβαίνετε γιατί τό ἀπαγορεύει αὐτό ὁ
Κανόνας. Γιατί ἄν στό χῶμα κάτω σχεδιάσουμε τόν Τίμιο Σταυρό, θά τόν πατοῦν οἱ
ἄνθρωποι πού βαδίζουν· καί αὐτό δέν εἶναι τιμή, ἀλλά ἀτιμία στό σημεῖο τοῦ
Τιμίου Σταυροῦ. Γι᾽ αὐτό καί στό τέλος του ὁ ἱερός Κανόνας, πού ἑρμηνεύουμε,
ὁρίζει νά ἀφορίζονται ὅσοι στό ἑξῆς φτιάχνουν τό σχῆμα τοῦ Σταυροῦ κάτω στό
ἔδαφος.
3. Ναί, ἀγαπητοί μου χριστιανοί! Τόν Σταυρό πρέπει νά τόν τιμοῦμε καί νά
τόν σεβόμαστε πολύ. Ὅπως μᾶς λέγει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, νά τόν κρεμᾶμε στό
κρεβάτι πού κοιμόμαστε, νά τόν σχεδιάζουμε στήν πόρτα καί τά τοίχια τοῦ σπιτιοῦ
μας. Μικροί καί μεγάλοι, ἄνδρες καί γυναῖκες, νέοι καί γέροντες, ὅλοι οἱ
βαπτισμένοι χριστιανοί, πρέπει νά κρεμοῦμε στόν τράχηλό μας τόν Σταυρό. Καί ἄν
δέν ἔχει κανείς χρήματα νά ἀγοράσει ἕνα ἀσημένιο ἤ χρυσό Σταυρό, ἄς πάρει δύο
μικρά ξύλα ἀπό ἕνα δένδρο καί ἄς κάνει μέ αὐτά ἕνα Σταυρό. Κι ἄν ἔχει πίστη, μέ
τόν ξύλινο αὐτό Σταυρό καί θαύματα ἀκόμη θά κάνει.
4. Ὅπως τό ξέρουμε ὅλοι, τό Σταυρό τόν τυπώνουμε πάνω μας μέ τό δεξί μας
χέρι, ἑνωμένα τά τρία δάκτυλα. Μέ αὐτό ἐκφράζουμε τήν πίστη μας στήν Ἁγία
Τριάδα. Ἔπειτα – ὅπως ἔλεγε τό πρῶτο ποίημα, πού μάθαιναν παλαιά τά ἑλληνόπουλα
στά Σχολειά – μέ τά ἑνωμένα τρία δάκτυλα «στό κεφάλι στήν κοιλιά δεξιά καί
ἀριστερά» σχηματίζουμε τόν Τίμιο Σταυρό πάνω μας. Κατά τήν ἑρμηνεία τοῦ
ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, πού ἔλεγε στά κηρύγματά του, ὁ Σταυρός, ἔτσι ὅπως τόν
κάνουμε – «στό κεφάλι στήν κοιλιά δεξιά καί ἀριστερά» – δηλώνει τήν
πίστη μας: «Στό κεφάλι» πρῶτα τό χέρι μας, γιατί ὁ Χριστός μας, ὁ
Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἦταν ψηλά στόν οὐρανό. «Στήν κοιλιά» ἔπειτα τό χέρι,
γιατί θέλουμε νά δηλώσουμε μ᾽ αὐτό ὅτι ὁ Χριστός, ἀπό τόν οὐρανό ψηλά, κατέβηκε
στήν Κοιλία τῆς Παναγίας μας καί σαρκώθηκε καί ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά μᾶς
σώσει. Αὐτό εἶναι ἡ Πρώτη παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Καί φέροντας τέλος τό χέρι μας «δεξιά
καί ἀριστερά», σάν νά παρακαλοῦμε μ᾽ αὐτό τόν Χριστό, ὅταν θἄρθει μέ τήν
Δεύτερη Παρουσία Του, νά μᾶς πάρει στά δεξιά Του, στό γλυκό Παράδεισο, καί νά
μή μᾶς βάλει ἀριστερά Του, στή φρικτή τήν κόλαση. Πραγματικά, χριστιανοί μου,
κάνοντας τόν Σταυρό μας κάνουμε μία ὁμολογία τῆς πίστης μας. Ἀλλά πρέπει νά τόν
κάνουμε κανονικά τόν Σταυρό μας. Νά διαγράφουμε δηλαδή, κάνοντάς τον, καί τήν
κατακόρυφη καί τήν ὁριζόντια γραμμή. Μερικοί ντρέπονται νά κάνουν κανονικά τόν
Σταυρό τους, γιά νά μήν τούς ποῦν «θρήσκους». Ὡραῖα μας!... Ὁ Χριστός δέν
ντράπηκε γιά μᾶς νά σταυρωθεῖ καί ἐμεῖς ντρεπόμαστε νά κάνουμε τό Σταυρό
μας!... Καί ποῦ νά μᾶς βάλουν τό μαχαίρι στό λαιμό!...
5. Ὁ Κανόνας, γιά τόν ὁποῖον σᾶς μίλησα, ἀδελφοί χριστιανοί, ἔλεγε νά μήν
κάνουμε τόν Σταυρό στό ἔδαφος, γιά νά μήν τόν πατᾶμε. Ἀπ᾽ αὐτό, λέγει ὁ ἅγιος
Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης, γιά τόν Πάπα τής ἐποχῆς του «ἄς μάθῃ πόσον
ἀντίχριστα ποιεῖ» μέ τό νά τυπώνει τόν Τίμιο Σταυρό κάτω στά πόδια
του, γιά νά τόν προσκυνοῦν ἐκεῖ, φιλοῦντες καί τά πόδια του οἱ
προσερχόμενοι σ᾽ αὐτόν. Μέ τήν πράξη του αὐτή, λέγει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ
ἁγιορείτης, ὁ Πάπας «καταπατεῖ» τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ τόν ἔχει στά πόδια
του, καί εἶναι λοιπόν ἀφορισμένος ἀπό τόν ἑβδομηκοστό τρίτο (ΟΓ´) Κανόνα τῆς
Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
6. Γράφοντας τό κήρυγμά μου αὐτό, χριστιανοί μου, θυμήθηκα ἕναν τσαγκάρη
Χιλιαστή, πού στά παπούτσια πού τοῦ πήγαιναν οἱ χριστιανοί νά τούς τά φτιάξει
(αὐτόν, τόν χιλιαστή, βρῆκαν οἱ Χριστιανοί γιά τσαγκάρη τους;), αὐτός στά
τακούνια τῶν παπουτσῶν ζωγράφιζε τόν Σταυρό, γιά νά τόν πατοῦν οἱ πελᾶτες του.
Ἀλλά ἄν οἱ αἱρετικοί πατοῦν καί ἀτιμάζουν τόν Τίμιο Σταυρό, ἐμεῖς, τά
γνήσια τέκνα τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τιμοῦμε τόν Σταυρό καί
τόν προσκυνοῦμε καί προσευχόμενοι σ᾽ αὐτόν λέγουμε: «Ἡ ἀήττητος καί
ἀκατάλυτος καί θεία δύναμις τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, μή ἐγκαταλείπῃς
ἡμᾶς τούς ἁμαρτωλούς», ΑΜΗΝ.
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης
Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας
Πηγή: Κατάνυξις