Ὁ κόσμος μας εἶναι κόσμος
βίαιος, σκληρός. Οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς γίνονται ὅλο καὶ χειρότερες,
δυσκολεύουν. Πῶς θὰ ἐπιβιώσουμε σ᾿ αὐτὸν τὸν βίαιο κόσμο; Μὰ μὲ τὸ νὰ γίνουμε
καὶ ἐμεῖς σκληροί, συνιστοῦν οἱ πολλοί. Νὰ γίνουμε σκληροὶ γιὰ νὰ ἀντέξουμε
στὶς δύσκολες συνθῆκες. Μὴν ἀφήνουμε νὰ μᾶς ἐκμεταλλεύονται οἱ ἀδίστακτοι ἄνθρωποι,
ποὺ πατοῦν πάνω στὰ πτώματα τῶν ἀδύνατων καὶ μικρῶν. Νὰ ἀπαντοῦμε στὶς ἐπιθέσεις
μὲ σκληρὴ ἄμυνα ἢ καὶ ἀντεπιθέσεις· στὶς ἀδικίες μὲ διεκδικήσεις, στὶς ἀπειλὲς
καὶ τὶς ἄγριες φωνὲς μὲ ἀγριότερες ἀπειλὲς καὶ φωνές. Δὲν πρέπει νὰ ἀφήσουμε τοὺς
ἄλλους νὰ μᾶς ἁρπάζουν τὴν εὐτυχία. Ἡ εὐτυχία μας μᾶς ἀνήκει καὶ πρέπει μὲ
κάθε τρόπο νὰ τὴν προστατεύουμε. Μόνο ἔτσι μποροῦμε νὰ πετύχουμε νὰ εἴμαστε εὐτυχισμένοι,
μακάριοι.
Μακάριοι;
«Μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ
κληρονομήσουσι τὴν γῆν»! (Ματθ. ε΄ 5).
Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Χριστοῦ
μας φαντάζουν ἐξωπραγματικὰ στὸν βίαιο κόσμο μας. Μήπως δὲν ἔχουν πιὰ
θέση; Μήπως εἰπώθηκαν γιὰ ἄλλους καιρούς, γιὰ διαφορετικὲς συνθῆκες καὶ
δὲν ἔχουν ἐφαρμογὴ στὴν ἐποχή
μας; Μήπως;..
Μήπως ὅμως κάνουμε ἐμεῖς λάθος παρασυρόμενοι ἀπὸ τὶς λανθασμένες ἀντιλήψεις τῶν ἀνθρώπων ποὺ δὲν ἔχουν ἀληθινὸ σκοπὸ στὴ ζωή τους;
Μακάριοι λοιπὸν ποιοί;
Μακάριοι καὶ εὐτυχισμένοι εἶναι οἱ πράοι ἄνθρωποι, μᾶς λέει ὁ Κύριος στὸν τρίτο
αὐτὸν μακαρισμό του. Καὶ εἶναι πολὺ σπουδαῖος ὁ δρόμος ποὺ μᾶς δείχνει ὁ
μακαρισμὸς καὶ κατεξοχὴν ἀναγκαῖος καὶ ἐπίκαιρος, εἰδικὰ στοὺς χρόνους ποὺ
περνᾶμε καὶ ποὺ μᾶς πιέζουν ἀσφυκτικὰ πρὸς ἀντίθετη κατεύθυνση.
Ποιοὶ ὅμως εἶναι οἱ πραεῖς,
γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ Κύριος λέει ὅτι εἶναι μακάριοι; Ποιὸς εἶναι ὁ ἀληθινὰ πράος
ἄνθρωπος;
Πράοι, λένε οἱ Πατέρες, δὲν
εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν ὀργίζονται ποτέ, «οὐχ οἱ μηδόλως ὀργιζόμενοι», ἀλλὰ ἐκεῖνοι
ποὺ ἀγωνίζονται νὰ ὑποτάσσουν τὴν ὀργή τους καὶ νὰ τὴ στρέφουν σὲ σωστὴ
κατεύθυνση. Εἶναι «οἱ θυμὸν μὲν ἔχοντες, κρατοῦντες δέ, καὶ ὅτε δεῖ ὀργιζόμενοι»
(Θεοφύλακτος Βουλγαρίας). Ἀληθινὰ πράοι δὲν εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἀπὸ φυσικοῦ
τους εἶναι ἤρεμοι, γαλήνιοι καὶ ἀπαθεῖς· «οἱ τοιοῦτοι γὰρ ἀναίσθητοι»· αὐτοὶ
δὲν ἔχουν κάνει κάτι ἄξιο μακαρισμοῦ· μοιάζουν σὰν ἀναίσθητοι. Ὁ ἄξιος
μακαρισμοῦ πράος μπορεῖ νὰ ἔχει περισσότερη ὀργὴ μέσα του καὶ ἀπὸ τὸν πιὸ ὀργίλο
ἄνθρωπο. Αὐτὴν ὅμως τὴν ὀργὴ δὲν τὴ στρέφει ἐναντίον τῶν ἄλλων ἀλλὰ ἐναντίον
τοῦ ἑαυτοῦ του, ἐναντίον τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ του, ἐναντίον τῶν ἀδυναμιῶν του, τῶν
ἀντίθεων ἐπιθυμιῶν του. Πραγματοποιεῖ ἔτσι αὐτὸ ποὺ προτρέπει ὁ Ψαλμωδὸς ὅταν
λέει: «ὀργίζεσθε καὶ μὴ ἁμαρτάνετε» (Ψαλμ. δ΄ 5).
Αὐτοῦ τοῦ εἴδους λοιπὸν ἡ ἀληθινὴ
πραότητα τί ἀποτελέσματα φέρνει στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ποὺ τὴν ἀσκοῦν;
Θὰ κληρονομήσουν τὴ γῆ,
λέει ὁ Κύριος. Παράδοξη ὑπόσχεση! Ἀναφέρεται σ᾿ αὐτὴν ἐδῶ τὴ γῆ ἢ μήπως ἀναφέρεται
ἡ ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ὀνομάζεται καὶ «γῆ τῆς ἐπαγγελίας»,
δηλαδὴ τόπος τῆς ὑποσχέσεως τοῦ Θεοῦ;
Καὶ στὶς δύο, μᾶς λένε οἱ ἅγιοι
Πατέρες. Καὶ γιὰ μὲν τὴ «γῆ τῆς ἐπαγγελίας», τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δηλαδή, τὸ
κατανοοῦμε. Γι᾿ αὐτὴν ἐδῶ τὴ γῆ ὅμως; Ποιὸς ἀληθινὰ πράος ἔγινε κυρίαρχος τῆς
γῆς ἢ τόσο πλούσιος, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὅτι κληρονόμησε τὴ γῆ;
Καὶ ὅμως καὶ αὐτὴν ἐδῶ τὴ γῆ
τὴν κληρονομεῖ ὁ πραγματικὰ πράος ἄνθρωπος. Πῶς τὴν κληρονομεῖ; Ὅχι
βέβαια μὲ τὸ νὰ ἀποκτήσει μεγάλη περιουσία σ’ αὐτή, ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ ἔχει πάντα τὰ
ἀπολύτως ἀπαραίτητα καὶ νὰ χαίρεται μὲ αὐτὰ ποὺ ἔχει.
Νὰ χαίρεται! Αὐτὸ εἶναι τὸ
πιὸ σημαντικό. Καὶ εἶναι θαυμαστὸ ὄντως! Ὁ πράος ἄνθρωπος πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα
χαίρεται καὶ ἀπολαμβάνει αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωή. Εἶναι ἤρεμος, εἶναι εἰρηνικὸς καὶ
γαλήνιος, παραδομένος στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀφημένος μὲ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη
στὴν πρόνοιά του. Ἀπολαμβάνει τὰ ἀναρίθμητα δῶρα τοῦ Θεοῦ, τὴν προστασία
του. Ἀγαπάει ὅλους, φίλους καὶ ἐχθρούς, γι᾿ αὐτὸ οὐσιαστικὰ δὲν ἔχει ἐχθρούς.
Οὔτε οἱ ἀδικίες τὸν στενοχωροῦν οὔτε οἱ συκοφαντίες τοῦ ἀφαιροῦν τὴν εἰρήνη
καὶ τὴ χαρὰ τῆς ψυχῆς. Εἶναι συνεχῶς εὐχαριστημένος, εἶναι μὲ ὅλους ἀδελφωμένος,
καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἡ ζωή του γίνεται παράδεισος, γεύεται δηλαδὴ ἀπὸ τὴ γῆ
τὴ χαρὰ καὶ τὴ μακαριότητα τοῦ οὐρανοῦ.
Αὐτὸ εἶναι τὸ ἀκριβὸ μυστικὸ
τῶν ἀληθινὰ πράων ἀνθρώπων. Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶναι πάντα εὐτυχισμένοι,
μακάριοι.
«Μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ
κληρονομήσουσι τὴν γῆν»!
Πηγή: Ο
Σωτήρ