Μητροπολίτης Χαλεπίου Παύλου
Ὁ μοναχισμὸς ὑπῆρξε τὸ πρῶτο
πνευματικὸ σχολεῖο, στὸ ὁποῖο θήτευσε καὶ
γιὰ τὸ ὁποῖο ἔγραψε ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Δεκαοκταετὴς ὁ Χρυσόστομος βεβαιώθηκε γιὰ τὴν ματαιότητα τῆς
θύραθεν σταδιοδρομίας καὶ τὴν κλίση του
πρὸς τὰ ἱερὰ γράμματα. Ἄγνωστο μὲ ποιὲς συνθῆκες, τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ἄρχισε τὴν σπουδή του στὸ περίφημο
«Ἀσκητήριο» τοῦ σχεδὸν πανεπιστήμονα
Διόδωρου.
Τὸ «Ἀσκητήριο» ἦταν εἶδος
σχολῆς μοναστηριακῶν καὶ ἄρα ἀσκητικῶν προδιαγραφῶν, ὅπου διδασκόταν κατὰ κύριο
λόγο ἑρμηνεία τῶν Γραφῶν, ἀλλὰ συγχρόνως καὶ ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας, γενικὰ ἡ
θεολογία.
Εἶχε τότε ὁ Χρυσόστομος
συμμαθητὴ τὸν Θεόδωρο, ἔπειτα ἐπίσκοπο
Μοψουεστίας (+428), τὸν Μάξιμο, ἔπειτα ἐπίσκοπο Σελευκείας τῆς Ἰσαυρίας, καὶ ἄλλους ποῦ ἀγνοοῦμε.
Μολονότι λίγα χρόνια ἔζησε ὁ Χρυσόστομος ὡς μοναχὸς —μόλις ἔξι— δὲν ἔπαψε ποτὲ νὰ θαυμάζει τὸν μοναχισμὸ καὶ νὰ ἐφαρμόζει στὸν ἑαυτὸ τοῦ τὴν πεμπτουσία του, τὴν ἄσκηση.
Πρέπει νὰ σημειωθεῖ ἐμφαντικὰ
ὅτι οἱ πληροφορίες, ποὺ ὁ Χρυσόστομος
δίνει γιὰ μοναχοὺς καὶ ἀσκητές, ἀποτελοῦν τὴν πρώτη σημαντικὴ ἐπώνυμη πηγή, ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸν
συριακὸ μοναχισμό.
Ὁ Συριακὸς μοναχισμὸς ἀναπτυσσόταν
σὲ ὅλο τὸν συριακὸ χῶρο τὸ ἰδεῶδες του αὐστηροῦ
ἠθικοασκητικοῦ βίου καὶ τῆς ἐγκράτειας, μὲ τὴν
ἐπίδραση γενικὰ καὶ ἀνατολικῶν σχετικῶν ἀντιλήψεων (rigorismus) καὶ εἰδικότερα μὲ τὴν ἐπίδραση τῶν ἀφιερωμένων ὁμάδων
(τῶν υἱῶν καὶ θυγατέρων τῆς Διαθήκης) καὶ
τῶν ἀναχωρητῶν τῆς Μεσοποταμίας. Κοντὰ
στὴν Ἀντιόχεια, στὰ σπήλαια τοῦ ὅρους Σίλπιος καὶ στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Ὀρόντη, γύρω ἀπὸ καὶ μέσα στὶς
κωμοπόλεις Γίνδαρο (σήμερα Jenderes Jebel Cheikh) καὶ Τελέδα (σήμερα Τel Ade),
στὴν περιοχὴ τῆς Ἀντιοχείας εἰδικά, στὰ
γύρω της βουνὰ καὶ δὴ στὸν Σίλπιο (Habib Al-Naggar) καὶ στὶς ἐρημικὲς ὄχθες τοῦ
Ὀρόντη ποταμοῦ (Asi Nahri)74, ζοῦσαν
πολλοὶ μοναχοὶ ὡς ἀναχωρητές, ἀνὰ δύο-τρεῖς καὶ ὡς κοινοβιάτες.
Οἱ ἀναχωρητὲς δὲν ἀκολουθοῦσαν
συγκροτημένους Κανόνες, καὶ στὸν τρόπο ἀσκήσεως
ὑπῆρχε πολλὴ ἐλευθερία76. Ὑπῆρχαν πολλοὶ ἀναχωρητές, οἱ ρεμιὸθ ἢ ρεμοβὴθ ὅπως τοὺς ὀνομάζει ὁ
λατίνος Ἱερώνυμος. Ὁ ἴδιος ὁ Χρυσόστομος
ἔζησε ὡς ρεμοβὴθ τέσσερα χρόνια καὶ ὡς ἀναχωρητὴς δύο.
Γι’ αὐτὸ στὰ κείμενά του ἐπισημαίνουμε
προσωπικὲς ἐμπειρίες ἀπὸ τοὺς δικούς του
ἀσκητικοὺς ἀγῶνες. Ὅταν μιλάει ὁ Χρυσόστομος γιὰ τὴν ἄσκηση, τὶς προϋποθέσεις καὶ τὰ ἐπιτεύγματά
της, ἀναφέρεται σὲ ὅλα τα εἴδη μοναχισμοῦ.
Ἀλλὰ ὅμως ἐπηρεάζεται ἰδιαίτερα ἀπὸ μοναχοὺς
χαρισματούχους, ὅπως ὁ Μακεδόνιος καὶ ὁ ἀγράμματος Ἰουλιανὸς Σάββας (†377), ποὺ ἐπισκέπτονταν τὴν Ἀντιόχεια καὶ τὰ
πλήθη τοὺς τιμοῦσαν περισσότερο κι ἀπὸ
τοὺς βασιλεῖς:
«Τί δὲ λέγω; οὐχὶ πάντων
βασιλέων καὶ τὸ ὄνομα αὐτοῦ (= του Ἰουλιανοῦ
Σάββα) λαμπρότερον ἄδεται νῦν;» Ἔτσι τὰ παιδιὰ τῶν ἀρχόντων ἀηδιασμένα ἀπὸ
τὴν πολυτέλεια καὶ τὴν ἐλευθεριότητα τῆς
ζωῆς στὴν Ἀντιόχεια, ἐγκατέλειπαν πλούτη καὶ γονεῖς καὶ ἀκολουθοῦσαν τοὺς μοναχοὺς ἀσκητές. Ἀπέρριπτε
ὁ Χρυσόστομος παρεκκλίσεις, ὅπως τῶν
Μεσσαλιανῶν, ποὺ καταδικάστηκαν συνοδικά,
ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν Φλαβιανὸ στὴν Ἀντιόχεια (390).
Ἡ πλειονότητα τῶν μοναχῶν
τότε ἀγνοοῦσαν τὴν ἑλληνική, ὅπως ἀποδεικνύει
τὸ γεγονὸς ὅτι σὲ ὁρισμένες Μονὲς οἱ Ἀκολουθίες καὶ ἡ θεία Λειτουργία ψέλνονταν καὶ ἑλληνικὰ καὶ
συριακά.
Ἀκόμη περισσότερο ἐπιβλήθηκαν
οἱ μοναχοὶ στὴν συνείδηση τῶν χριστιανῶν
καὶ ὅταν, μετὰ τὴν συντριβὴ τῶν βασιλικῶν προτομῶν ἀπὸ τὸ ἐπαναστατημένο πλῆθος τῆς πόλεως, τὸ 387, ἄρχισαν
οἱ διώξεις, οἱ δίκες, καὶ οἱ ἐκτελέσεις ἐπαναστατῶν
ἀπὸ τοὺς ἀπεσταλμένους τοῦ αὐτοκράτορα
Θεοδοσίου. Τότε, πολλοὶ μοναχοί, ποῦ γιὰ δεκαετίες ἀσκήτευαν στὰ κοινόβια καὶ τὰ ἀσκητήρια, ἦρθαν
στὴν Ἀντιόχεια καὶ παρακαλοῦσαν τοὺς
δικαστὲς καὶ τοὺς στρατιωτικοὺς νὰ σπλαχνισθοῦν
τοὺς ἄτυχους ἐπαναστάτες ἀντιοχεῖς. Πολλὲς φορές, μάλιστα, προσέφεραν καὶ
τὸν ἑαυτὸ τοὺς ἀκόμα.
Ὁ μοναχισμὸς ἰδεώδης
κοινωνία
Ἀπὸ τὴν περίοδο τῆς ζωῆς τοῦ
Χρυσοστόμου στὴν Ἀντιόχεια προέρχονται τὰ
περισσότερα ἀσκητικὰ ἔργα του. Ἔτσι ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ἀσκητικὸ πνεῦμα ὅλης της χριστιανικῆς ἠθικῆς
του Ἁγίου, ἔγραψε ὁ ἴδιος καθαρὰ ἀσκητικὰ
ἔργα. Μέχρι τὸ 382, ἔγραψε τέσσερις Λόγους, ὅπου προβάλλεται τὸ κοινόβιο μοναστήρι ὡς κοινωνία
ἀπαλλαγμένη ἀπὸ πάθη. Σημειώτεον εἶναι ὅτι
μεγάλοι πατέρες τῆς Φιλοκαλίας τοῦ Δ΄ καὶ Ἐ’
αἰῶνος ὑπῆρξαν μαθητὲς τοῦ Χρυσοστόμου, ὅπως ὁ Μάρκος ὁ ἀσκητής, ὁ Κασσιανὸς ὁ Ρωμαῖος καὶ ὁ Νεῖλος ὁ ἀσκητής. Εἶναι
πολὺ χαρακτηριστικὴ σ’ αὐτούς,
περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀσκητικοὺς πατέρες, ἡ συνεχὴς χρήση τῆς Γραφῆς· ὡς φυσικὴ ἀπόρροια τῆς
μαθητεύσεώς τους στὸ βιβλικότατο
Χρυσόστομο. Στὸ Νεῖλο ὅμως εἶναι ἀλληγορική· ξένη μέθοδος γιὰ τὸ διδάσκαλο τοῦ τὸν ἰ.
Χρυσόστομο.
Ἐπειδή, μάλιστα, ὑπῆρχαν στὴν
Ἀντιόχεια καὶ μοναστήρια, τὰ ὁποῖα
κυρίως λειτουργοῦσαν ὡς σχολεῖα γιὰ νέους, ὅπως π.χ. τὸ «ἀσκητήριο» τῶν Διόδωρου καὶ Καρτερίου, ὅπου φοίτησε καὶ ὁ
Χρυσόστομος, ὑποστηρίζει ὅτι ἐκεῖ ὁ νέος
μπορεῖ νὰ βρεῖ τὴν καταλληλότερη ἀγωγή.
Ὁ ἐνθουσιασμὸς τοῦ
Χρυσοστόμου γιὰ τὸν μοναχισμὸ καὶ ἡ
περιστασιακὴ ἀνάγκη ν’ ἀπολογηθεῖ γι’ αὐτόν, μπροστὰ ἀπὸ μία πολὺ ἐγκοσμοποιημένη
κοινωνία ὅπως τῆς Ἀντιοχείας, τὸν ὁδηγεῖ σ’ ἐξάρσεις, ποὺ δυνατὸν νὰ θεωρηθοῦν ἀπολυτοποίηση τοῦ
μοναχισμοῦ, κατ’ αὐτὸν οἱ μοναχοὶ ἐπέλεξαν
τὴν ἄριστη πολιτεία.
Αὐτὴ ἡ προτίμηση τοῦ Χρυσοστόμου
δὲν ἀποτελεῖ ἀντίφαση πρὸς τὴ διδασκαλία
του ὅτι ἡ χριστιανικὴ τελείωση εἶναι δυνατὴ καὶ στὸν κόσμο, διότι ἡ ὑπεροχὴ τῆς
παρθενίας δὲν εἶναι ἠθικὴ ἀλλὰ τροπικὴ καὶ μεθοδική. Αὐτὸ τὸ συμπεραίνει ὁ ἰ.
πατὴρ ἀπὸ τὰ ἀκόλουθα. Ἐπειδὴ ἡ ζωὴ στὶς
πόλεις ἔχει ἐξομοιωθεῖ μὲ τὰ «γινόμενα ἓν Σοδόμοις» καὶ λόγω τῆς ἐπικρατούσης διαφθορᾶς ἔχουν ἐκλείψει
οἱ συνθῆκες οἱ ἀπαραίτητες γιὰ τὴν ἄσκηση
καὶ τὴν χριστιανικὴ τελείωση, ἐπειδὴ οἱ πόλεις ἔχουν κατὰ τὴ γνώμη τοῦ καταντήσει σατανικὴ φωτιά, γι’ αὐτὸ
ἡ μοναχικὴ κοινωνία εἶναι ἀσφαλέστερη. Εὐχῆς
ἀντικείμενο εἶναι γιὰ τὸ Χρυσόστομο νὰ ἦταν οἱ κοινωνίες τέλειες, ὁπότε δὲν θὰ
χρειαζόταν τὰ μοναστήρια. Ἐὰν δηλαδὴ ἡ
κοινωνία ταυτιζόταν μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ ὁ κόσμος μὲ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Δηλαδὴ ἂν βασίλευαν οἱ μοναχοὶ ἢ
«φιλοσοφοῦσαν» οἱ βασιλεῖς, δὲν θὰ ὑπῆρχε
λόγος τοῦ μονάζειν. Ἄξιοι κατηγορίας ὅμως γιὰ τὴν κατάσταση ποῦ ἐπικρατεῖ στὴν
πραγματικότητα εἶναι ὄχι οἱ μοναχοὶ ἂλλ’
ἐκεῖνοι ποῦ κάνουν τὶς πόλεις δύσβατο ἔδαφος γιὰ τὴν ἀρετή.
Ἀπόσπασμα εἰσήγησης μὲ θέμα “ Ο ΑΓ. ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΚΑΙ Η
ΑΝΤΙΟΧΕΙΑ ” ποὺ παρουσιάστηκε στὸ Διεθνὲς Ἐπιστημονικὸν Συνέδριον ἐπὶ τῇ 1600 ἐπετείων
Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου στὴν
Κωνσταντινουπόλη τὸ 2007.
Πηγή: Ἁγιορείτικο
Βῆμα