Ἀρχ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Σὲ κάθε ἐποχὴ καὶ σὲ
κάθε Χριστιανικὴ γενιά, ὁ λόγος περὶ Ἐκκλησίας, ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ βασικότερα
κεφάλαια τῆς ὅλης δογματικῆς διδασκαλίας καὶ συνειδήσεως. Δὲν θὰ εἴμαστε ἐκτός
της πραγματικότητας, ἐὰν ὑποστηρίζαμε ὅτι περισσότερο σήμερα, παρὰ ποτέ, ὁ αὐθεντικὸς
ἐκκλησιολογικὸς λόγος γίνεται ἀπολύτως ἀναγκαῖος, καὶ τοῦτο διότι οἱ πλέον ἀπίθανες
διδασκαλίες ἀκούγονται καὶ μάλιστα ἀπὸ ἐπίσημα βήματα, ἂν ὄχι καὶ ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἱερὰ
θυσιαστήρια.
Τὸ Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα
ποὺ θὰ ἀκούσουμε στοὺς Ναούς μας τὴν Κυριακή, θέτει καὶ ξεκαθαρίζει τὸ θέμα, ἀφοῦ
παρομοιάζει τὴν Ἐκκλησία μὲ οἰκοδόμημα ἰσχυρὸ καὶ ἀδιάσειστο. Τονίζει ὁ Ἀπόστολος,
ὅτι τὸ ἀγκωνάρι αὐτὸ ποὺ βαστάζει καὶ στηρίζει τὴν ἀκλόνητη αὐτὴ οἰκοδομῆ, εἶναι
ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Ἀλλὰ δὲν εἶναι αὐτὴ μόνο ἡ ἀδιάσειστη ἀλήθεια
ποὺ κηρύττει ὁ Ἀπ. Παῦλος, προσθέτει ὅτι ἐμεῖς, οἱ πιστοί, μὲ τὴ
βάπτισή μας, κτιζόμαστε καὶ.... οἰκοδομούμαστε σὲ αὐτὴ τὴν Θεία Οἰκοδομή.
«Ἐποικοδομηθέντες ἐπὶ τῷ θεμελίω τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν
Προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. Β΄20).
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «ψυχική», πνευματικὴ «πολιτεία», θὰ κηρύξει ὁ σύγχρονος Ἅγιος καὶ μεγάλος δογματολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Ὅσιος Ἰουστίνος Πόποβιτς, καὶ θὰ ἑρμηνεύσει: «Ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, θεμέλιο εἶναι οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ Προφῆτες. Αὐτὴ σὲ ὅλα αὐξάνει μὲ τὸν Χριστὸ καὶ «ἐν Χριστῷ», αὐξάνει μὲ τὶς δικές Του δημιουργικὲς Θεανθρώπινες δυνάμεις. Σὲ αὐτὴν ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι «πανταχοῦ παρών». Αὐτὸς εἶναι ἡ ἀποστολικότης τῶν Ἀποστόλων. Αὐτὸς εἶναι ἡ προφητεία τῶν Προφητῶν. Αὐτὸς εἶναι ἡ ἁγιότης τῶν Ἁγίων. Αὐτὸς εἶναι ἡ πίστη τῶν πιστευόντων. Αὐτὸς εἶναι ἡ ἀγάπη τῶν ἀγαπώντων. Αὐτὸς εἶναι ἡ σωφροσύνη τῶν σωφρονούντων, ἡ ταπείνωση τῶν ταπεινῶν. Αὐτὸς εἶναι ὅλο καὶ ὅλα στὸν καθένα ποὺ ἀγωνίζεται καὶ σώζεται.
Οἱ Χριστιανοὶ εἶναι οἱ «ζωντανοὶ λίθοι» οἱ ὁποῖοι οἰκοδομοῦνται
στὴν «ψυχική», πνευματικὴ πολιτεία τῆς Ἐκκλησίας (Α' Πετρ. β' 5) καὶ αὐτὸ πάντα
«σὺν πάσι τοῖς Ἁγίοις» καὶ στὸ μέγεθος τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Προφητῶν (Α' Κορ.
γ' 9-17). Γιατί δὲν μπορεῖ κανένας νὰ γίνει ἀκόλουθος τοῦ Χριστοῦ καὶ «οἰκεῖος
Θεοῦ», ἂν δὲν ζεῖ μαζὶ μὲ ὅλους τους Ἁγίους, ἂν δὲν σκέπτεται, ἂν δὲν πιστεύει,
ἂν δὲν αἰσθάνεται συνολικὰ καὶ καθολικὰ μαζὶ μὲ τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Προφῆτες
καὶ τοὺς λοιποὺς Ἁγίους.
Ἂν θέλουμε ν' ἀναπτυχθοῦμε σὲ ὅλα τὰ ὕψη τοῦ Χριστοῦ,
πρέπει «πρωτίστως» νὰ οἰκοδομηθοῦμε στὸ θεμέλιο τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Προφητῶν.
Νὰ ζοῦμε μὲ τὴν ζωή τους, νὰ πιστεύουμε μὲ τὴν πίστη τους, νὰ ἀγαποῦμε μὲ τὴν ἀγάπη
τους, νὰ προσευχόμαστε μὲ θέρμη ὅπως ἐκεῖνοι.
Γιατί δὲν θὰ γνωρίζαμε τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, χωρὶς τοὺς
Ἁγίους Ἀποστόλους, οὔτε καὶ θὰ δεχόμασταν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Χωρὶς αὐτοὺς δὲν θὰ ἦταν
Ἐκκλησία, διότι ἡ Ἐκκλησία, διὰ μέσου αὐτῶν «κατέστη» Ἐκκλησία καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα,
διὰ μέσου αὐτῶν «κατέστη» ἡ ψυχὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ χαρίζει τὰ πάντα στὴν Ἐκκλησία.
Καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, διαμέσου αὐτῶν ἐμφάνισε τὸν Ἑαυτό Του καὶ τὸ Εὐαγγέλιό
Του.
Σὲ αὐτὸ τὸ θεμέλιο ἀναπτύσσεται ἡ Ἐκκλησία μὲ τὸν
Χριστό, καὶ μὲ τὴν Θεϊκή Του δύναμη, ἀναπτύσσεται σὲ ἀκαταμάχητο, Ἅγιο Ναὸ τοῦ
Θεοῦ.
Κάθε ἕνας ὁ ὁποῖος, μὲ τὴν Ἀποστολικὴ Πίστη, οἰκοδομεῖ τὸν
ἑαυτό του σὲ αὐτὸν τὸν ἅγιο ναό, «καθίσταται», γίνεται «κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ ἐν
πνεύματι». Ναί, στὸ Ἅγιο Πνεῦμα, «ἐν Πνεύματι Ἁγίω». Γιατί μόνο ἔτσι, στὸ Ἅγιο
Κατοικητήριο ἐνδιατρίβει ἡ Τρισάγια Θεότητα. Ἔτσι, μόνο στὴν Ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος
φτάνει στὸν αἰώνιο προορισμό του, νὰ γίνει ναὸς τῆς Ἁγίας Τριάδος (Α' Κορ. γ'
17) καὶ νὰ ζεῖ μὲ τὴν Ἁγία Τριάδα.
Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, κυρίως εὐαγγελίζεται «ἐν ὢ καὶ
ὑμεῖς συνοικοδομεῖσθε εἰς κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ ἐν Πνεύματι». Μὲ τί οἱ πιστοὶ
οἰκοδομοῦν τὸν ἑαυτό τους; Μὲ τὶς Εὐαγγελικὲς ἀρετὲς τῆς πίστης, τῆς ἀγάπης, τῆς
νηστείας, τῆς ἐλπίδας, τῆς ταπείνωσης, τῆς σωφροσύνης, τῆς ὑπομονῆς καὶ μὲ τὶς ὑπόλοιπες
ἀρετὲς καὶ τὰ Ἅγια Μυστήρια.
Ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἡ «οἰκοδομή» τοῦ ἑαυτοῦ τοὺς γίνεται «εἰς
κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ» καὶ αὐτοὶ δὲν ἐκπληρώνουν μόνοι τους αὐτὸ τὸν σκοπό, ἀλλὰ
πάντοτε «σὺν πάσι τοῖς Ἁγίοις»!
Ὁ λόγος τῶν Ἁγίων, βλέπουμε πάντοτε εἶναι οὐσιαστικός,
χωρὶς περιθώρια παρερμηνείας ἀπὸ ὁποιονδήποτε. Τρέφει τὶς ψυχὲς τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας
καὶ αὐξάνει τὸν ζῆλο γιὰ τὸν προσωπικὸ ἀγώνα, ποὺ τελικῶς δὲν εἶναι, παρὰ ἀγώνας
γιὰ τὴν ὅλη «Θείαν Οἰκοδομήν».
Ἔτσι λοιπὸν φθάνουμε στὸ εὐλογημένο συμπέρασμα, ὅτι ἐφ' ὅσον
Αὐτὸς ὁ Κύριος εἶναι τὸ στήριγμα τοῦ ὅλου οἰκοδομήματος, ποὺ ἀποτελεῖ καὶ τὸ Σῶμα
Του, ἡ Ἐκκλησία, πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ πρὸς πεῖσμα τῶν δαιμόνων καὶ τῶν ἀχρείων ὀργάνων
τους, εἶναι καὶ θὰ παραμένει ἀσάλευτη.
Ὁποιοιδήποτε «τεκτονικοὶ» καὶ ἄλλοι ἰσχυροὶ σεισμοί, ἔξωθεν
καὶ ἔσωθεν ἐὰν συμβαίνουν, ὅσο καὶ ἂν χτυπιέται απ΄ τοὺς ἀθέους, τοὺς ἀπίστους
καὶ τοὺς αἱρετικούς, καὶ ὅσα σκάνδαλα καὶ νὰ ξεσπάσουν μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας,
οὐδεὶς φόβος ὑφίσταται στὸ νὰ καταρρεύσει. Ἔχει οἰκοδομηθεῖ ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο Ἱδρυτή
της, ὥστε, ὅπως εἶπε ὁ Ἴδιος: «πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. ΙΣΤ'
18).
Εὐλογημένος καὶ μακάριος αὐτὸς ποὺ δέχεται τούτη τὴν
πραγματικότητα, ἀφελὴς ἐκεῖνος ποὺ κλονίζεται μπροστὰ στὶς ἐπιθέσεις καὶ ἀνόητος
τῶν ἀνοήτων, ὅποιος τολμᾶ νὰ τὰ βάζει μὲ τὸ Θεῖο Καθίδρυμα τῆς Ὀρθοδοξίας, δηλ.
μὲ τὸ ἴδιο τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό!
Μὲ τρόπο μάλιστα, Ἀγγέλου τῆς Ἀποκαλύψεως, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, διασαλπίζει τὴν ἀκατανίκητη αὐτὴ δύναμη τῆς Ἐκκλησίας: «οὐδὲν δυνατότερον τῆς Ἐκκλησίας ἄνθρωπε. Ὁ Θεὸς ἔπηξε (τὴν θεμελίωσε) τὶς ἐπιχειρεῖ
σαλεύειν»;
Αὐτῆς λοιπὸν τῆς πανίσχυρης Ἐκκλησίας εἴμαστε μέλη. Καὶ ἐννοεῖται
πὼς δὲν εἶναι μέλος αὐτὸς ποὺ ἁπλὰ ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι Χριστιανὸς ἢ αὐτὸς ποὺ
λέει ὅτι ἀνήκει σὲ ὁποιαδήποτε «ὁμολογία», ἀλλὰ μέλη τῆς εἶναι μόνο οἱ
βαπτισμένοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί.
Ὅλες οἱ ἄλλες θεωρίες ποὺ κυκλοφοροῦν, ὅτι δηλ. ὅλοι
συμπεριλαμβάνονται στοὺς κόλπους τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, δὲν εἶναι παρὰ
κηρύγματα τοῦ διαβόλου, ποὺ σκοπὸ ἔχει νὰ διασαλεύσει τὴν ἐκκλησιολογικὴ βάση
καὶ νὰ ἀλλοιώσει τὴ δογματικὴ συνείδηση. Δηλ. ὅ,τι χειρότερο γιὰ τοὺς πιστούς.
Ἐκεῖνο λοιπὸν ποὺ χρειάζεται νὰ κάνουμε, ἀφοῦ πλέον εἴμαστε
βέβαιοι γιὰ τὸ ἀσάλευτό της Ὀρθοδοξίας μας, εἶναι νὰ φροντίζουμε πάντοτε νὰ
μένουμε προσκολλημένοι στὸν Χριστό, πράγμα ποὺ σημαίνει νὰ βιώνουμε σὲ
καθημερινὴ βάση αὐτὴ τὴν Ὀρθοπραξία.
Ἂς μὴν κάνουμε λοιπὸν πολυσύνθετο τὸ θέμα καὶ ἂς μὴ
χάνουμε τὴν οὐσία του. Ἂς ἔχουμε δὲ πάντοτε κατὰ νοῦ, ὅτι στὸν εὐλογημένο αὐτὸν
ἀγώνα, τοῦ νὰ καταρτίζουμε τὸν ἑαυτό μας, ὡς ὀργανικὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ,
συνυπάρχει καὶ τὸ νὰ ὁμολογοῦμε εἰρηνικὼς ἀλλὰ καὶ σταθερῶς, πρὸς κάθε
κατεύθυνση τὴν μοναδικότητα καὶ τὸ ἀπόλυτόν της Πίστεώς μας.
Ἀμὴν.
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό