Ποτέ νά μή δικαιολογοῦμε τόν θυμό μας, ὅσο
δυσμενεῖς κι ἄν εἶναι οἱ περιστάσεις. Μή λέμε ἀβασάνιστα ἐκεῖνο τό ἐπιπόλαιο
καί ἔνοχο, πού εἶναι ἀσυγχώρητη δικαιολογία: «Ὁ δικός μου θυμός περνᾶ γρήγορα».
Περνᾶ ἴσως γρήγορα, ἀλλά τί ἀφήνει πίσω του; Εἶναι πολύ δύσκολο -καί συχνά ἀδύνατο-
νά ἐπανορθώσουμε ὅτι καταστρέψαμε μέ τό θυμό μας. Μετά τή θύελλα καί τό χαλάζι
ξαναβγαίνει ἀσφαλῶς ὁ ἥλιος, ἀλλά ὅμως πίσω ὁλόκληρες ἐκτάσεις παραμένουν
κατεστραμμένες. Ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος γιά λίγο θύμωσε, ὅμως πάνω σ’ αὐτό τόν θυμό
τοῦ φόνευσε τόν ἐκλεκτό φίλο του καί στρατηγό τοῦ Κλεῖτο. Καί πέρασαν τρεῖς μέρες πού τόν θρηνοῦσε, μάταια ὅμως διότι τό κακό ἔμεινε
ἀνεπανόρθωτο.
Ὁ θυμός μας, ἔστω κι ἄν εἶναι ὀλιγοχρόνιος, πρέπει νά τό συνειδητοποιήσουμε, δέν εἶναι δεῖγμα παλικαριᾶς καί δυναμισμοῦ, ἀλλά γνώρισμα ἀδυναμίας, ἀπαιδευσίας καί ἀναίδειας. Ἀνδρισμός καί ἡρωισμός καί εὐγένεια ψυχῆς καί ἦθος ψηλό εἶναι ἡ πραότης, ἡ γλυκύτης, καί ἡ ἀνεξικακία. «Κρείσσων ἀνήρ μακρόθυμος ἰσχυροῦ, ὁ δέ κρατῶν ὀργῆς κρείσσων καταλαμβανομένου πόλιν» (Παροιμ. Ἰστ’ 32).
Ὁ ἄνθρωπος πού δέ θυμώνει, εἶναι δυνατότερος ἀπό τόν ἰσχυρό
καί χειροδύναμο, ἐκεῖνος δέ, πού συγκρατεῖ τόν θυμό του καί ἔχει αὐτοκυριαρχία,
εἶναι ἀνώτερος ἀπό τόν πορθητή, πού κυριεύει πόλεις καί φρούρια ὀχυρωμένα.
Πρέπει νά τό ἐννοήσουμε καί νά τό παραδεχθοῦμε, ὅτι ὁ
θυμός δέν ἀποτελεῖ φυσιολογική ἀντίδραση τῆς ψυχῆς στίς δύσκολες περιστάσεις
καί στήν ὀρθή ἀντιμετώπιση τῶν ποικίλων προβλημάτων τῆς ζωῆς. Μέ τόν θυμό δέν
κερδίζουμε, ἀλλά χάνουμε, δέν οἰκοδομοῦμε,
ἀλλά κατεδαφίζουμε. Μέ τό θυμό κάνουμε δυσκολοτερη καί προβληματική τή ζωή μας.
Καί στό κακό πού τυχόν ὑπάρχει προσθέτουμε μεγαλύτερο
κακό. Οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς, πού ποτέ δέ θά λείψουν καί ἀπό κανέναν, γιά νά ἀντιμετωπιστοῦν σωστά καί θεάρεστα, ἀπαιτοῦν
ἀπό ὅλους μας πολλή ὑπομονή καί ἀξιοπρεπῆ καί εἰρηνική ἀντιμετώπιση...
Πηγή: Ἁγιορείτικο
Βῆμα