Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2013

Ὁ π. Εὐσέβιος διδάσκει γιά τήν ταπείνωση καί τόν πνευματικό ἀγώνα

 

Ὁ γέροντας Εὐσέβιος Ματθόπουλος (1859-1929), ἱδρυτής τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων "Ἡ Ζωή"

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι τό γραπτό φανερώνει τόν ἄνθρωπο. Κλασσικά εἶναι διατυπωμένο στό ἀπόσπασμα πού ἀκολουθεῖ ὅτι «τό ὕφος εἶναι ὁ ἄνθρωπος».

«Σχεδόν γάρ εἰκόνα ἕκαστος τῆς ἐαυτοῦ ψυχῆς γράφει τήν ἐπιστολήν• καί ἔστι μέν καί ἐξ ἄλλου λόγου παντός ἰδεῖν τό ἦθος τοῦ γράφοντος, ἐξ οὐδενός δ’ οὕτως ὡς ἐπιστολῆς» 
(Δημήτριος, Περί Ἑρμηνείας, Ἐπιστολογράφοι Ἕλλην. σέλ. 12).

Γι’ αὐτό χαιρόμαστε τήν ὀμορφιά τῆς ἀρετῆς στά κείμενα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, καί στά γράμματα εὐλαβικῶν ψυχῶν αἰσθανόμαστε τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά προσεγγίζει τίς ψυχές μας. Διότι τό γράμμα, ἡ ἐπιστολή, ἔχει μιά ἀμεσότητα ἐπικοινωνίας μέ τήν ψυχή τοῦ παραλήπτη καί τό θέμα του. Δέ χάνεται στή γενικότητα ἑνός λόγου. Μεταγγίζει τή ζεστασιά, τήν ἀγάπη, τό ἐνδιαφέρον, ἀλλά καί μεταδίδει ἀπό τούς δικούς του θησαυρούς, πού προσφέρει αὐτός πού γράφει τό γράμμα, σ’ αὐτόν πού τό δέχεται. Εἶναι μεγάλο πράγμα, ὅταν π.χ. θλίβεσαι, νά πάρεις σέ γράμμα ἀπό τόν πνευματικό σου πατέρα αὐτή τή συμβουλή:

«Καθ’ ὅσον δέ ἀφορᾶ στή λύπη, τήν ὁποία αἰσθάνεσθε γιά τίς πνευματικές ἀτέλειες καί ἀσθένειες, αὐτό μόνο σας λέμε, ὅτι ἡ λύπη αὐτή ἔχει ὅρια, τά ὁποῖα ὅταν τά ὑπερβαίνει κανείς δέν εὐαρεστεῖ στό Θεό, ἀλλά καί ἀντίθετα ἁμαρτάνει…».
Εὐσέβιος
(Ἀθήνα, 12 Μαρτίου 1911)

Μέ τή σοφή καί φιλάνθρωπη αὐτή συμβουλή μπαίνουμε στήν ἐπιστολογραφία τοῦ π. Εὐσεβίου Ματθοπούλου, γιά νά κορφολογήσουμε λίγα ἀπό τά πνευματικά ἄνθη τῆς ψυχῆς τῆς σεβασμίας αὐτῆς Μορφῆς, πού κάλυψε μέ τήν ταπεινοφροσύνη του καί τόν ἱεραποστολικό ζῆλο τό τέλος τοῦ ΙΘ΄ αἰῶνος καί τίς ἀρχές τοῦ Κ΄ τόν πνευματικό ἀγρό τῆς Ἐκκλησίας μας.
Τά θέματα στά ὁποῖα ἀναφέρονται οἱ ἐπιστολές εἶναι πνευματικῆς φύσεως, ἀπαντοῦν σέ ἐρωτήματα ἤ καί σέ πνευματικές ἀνάγκες Χριστιανῶν, πού ζητοῦσαν ἀπό τόν Πνευματικό τους Πατέρα ἐνίσχυση, συμβουλή, καθοδήγηση.
Γράφει ὁ π. Εὐσέβιος:

«Ἀγαπητέ μοί ἀδελφέ…
…Κάθε ἀποθάρρυνση εἶναι ἀπό τόν Πονηρό. Σέ κάθε τυχόν ἀπροσεξία καί ἐνοχή ἀπαιτεῖται μετάνοια καί αἴτηση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ καί μαζί μέ αὐτή πεποίθησις τέλεια εἰς τήν ἀπό Θεοῦ συγχώρηση καί ἐξακολούθηση τοῦ κατά τοῦ Πονηροῦ ἀγώνα, σάν νά μή μεσολάβησε ἐνοχή…».

Ἀπόσταγμα πατερικῆς σοφίας οἱ συμβουλές του, ἀλλά καί πείρας πολλῆς.

«…αἵ θλίψεις εἶναι ἐκεῖναι, αἵτινες θά παραστήσουν τόν ἄνθρωπον καθαρόν ἐνώπιόν του θεοῦ… Πάντες οἱ ἅγιοι διά μέσου των θλίψεων διῆλθον… ἄνευ αὐτῶν βασιλείαν Θεοῦ δέν βλέπει ὁ ἄνθρωπος. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχη θλίψεις καί ὑπομένη, ἔχει τόν Θεόν τότε μαζί του…».

Ἐκεῖ ὅπου ὁ π. Εὐσέβιος εἶναι ἄφθαστος, εἶναι ἡ ἐπιμονή του στό μεγάλο ἀγώνισμα τῆς ταπείνωσης. Ὅσα γράφει γι’ αὐτήν εἶναι ἡ καρδιά τῆς διδασκαλίας του πού δικαιολογεῖ τό χαρακτηρισμό του: Διδάσκαλος τῆς ταπεινοφροσύνης.

«…ἐκεῖνο… τό ὁποῖον πρέπει νά κρατῆς σφικτά εἰς τήν ψυχήν σου διά νά μή σοῦ φύγη ποτέ καί ἀπολεσθῆς, εἶνε ἡ ταπεινοφροσύνη, ἤτοι ἡ συναίσθησις τῆς ἀναξιότητος καί οὐτιδανότητος τοῦ ἀνθρώπου, ἄνευ τῆς ὁποίας συναισθήσεως χάρις Θεοῦ δέν ἐνοικεῖ ἐν τῇ ψυχή… καί ἄν ἔχη ἐνοικήσει, ὅταν φύγη ἡ ταπεινοφροσύνη ἀπό τήν ψυχήν, μαζί μέ αὐτήν θά φύγη καί ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, διότι δέν ἠμπορεῖ νά σταθῆ ὅπου δέν εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη…».

Ὡς φάρμακο ὑπέρ τῆς ταπεινοφροσύνης καί τῆς ἁγνότητος προσφέρει ὁ ταπεινός Γέροντας τήν ἀκόλουθη συμβουλή.

«…νά μή κατακρίνης ποτέ καί καταδικάσης ἐν τῇ ψυχή σου κανένα ἄνθρωπον διά πᾶν ἁμάρτημα, καί πολύ περισσότερον μή μεμφθῆς ποτέ ἐν τῇ ψυχή σου κανένα δί’ ἀνήθικον ἁμάρτημα. Διότι τοῦτο εἶνε ὑπερηφάνεια, καί τήν ὑπερηφάνειαν πατάσσει ὁ Θεός διά τῆς ἀφαιρέσεως τῆς Χάριτός του, ὁπότε ὁ ἄνθρωπος πίπτει εἰς τά ἴδια ἤ καί εἰς χειρότερα ἀπό ἐκεῖνα, τά ὁποῖα κατέκρινε…».

Ἡ ὑψηλοφροσύνη καί ὑπερηφάνεια οὐ μόνον αὐτή καθ’ ἐαυτήν εἶναι τό μέγιστόν των κακῶν εἰς τόν ἄνθρωπον, ἀλλά γίνεται αἰτία, ἴνα καί τήν ἠθικήν του ἀπολέση ὁ ἄνθρωπος, διότι ἀπώλεσε προηγουμένως τήν ταπεινοφροσύνην… ἥτις συγκρατεῖ αὐτόν…».
Ἡ ἑπόμενη παράγραφος δέν ξαφνιάζει ὅσους ἔχουν ἀποδυθεῖ στόν ἀγώνα τῆς ἱεραποστολικῆς ἐργασίας. Ἐντυπωσιάζει ὅμως καθένα ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου.

«Εἰσχωρεῖ… ἡ οἴησις καί ὑψηλοφροσύνη ὡς ἐπί τό πλεῖστον εἰς τά πρόσωπα ἐκεῖνα, τά ὁποῖα ἐργάζονται μέν τά ἔργα τῆς ἀρετῆς, ἀλλά δέν ἔχουν προσοχήν εἰς τά ἰδίας αὐτῶν ἁμαρτίας, ἀτελείας καί ἐλαττώματα καί μάλιστα ὅταν τάς ἀρετᾶς, τάς ὁποίας ἐκτελοῦν, ἤ τά καλά τα ὁποῖα ἐνεργοῦν, τά ἀποδίδουν οὐχί εἰς τήν χάριν καί τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, παράς εἰς τήν ἰδίαν των ἱκανότητα, μή ἀναγνωρίζοντες ὅτι πάσαν ἱκανότητα καί πᾶν φυσικόν προτέρημα, ὅπερ ἔχουν, τούς τό ἐνεπιστεύθη ὁ Θεός καί εἶναι ὑπεύθυνοι ἐνώπιόν του Κυρίου καί θέλουσι δώσει λόγον δί’ αὐτό, ἐάν δέν τό μεταχειρισθῶσι συμφώνως πρός τό θέλημά Του».

Νά σταθοῦμε λίγο στή χρυσή τομή τοῦ τέλους τῆς περικοπῆς: Προσοχή ναί, φόβος μήπως ὁ ἀγωνιστής πέσει μέ «τά δεξιά του Σατανᾶ» τεχνάσματα. Ὅμως φυγή ἀπό τόν ἀγώνα ποτέ. Εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιά τά φυσικά προτερήματα πού μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός καί θά λογοδοτήσουμε γιά τά τάλαντα τά ὁποῖα μᾶς «ἐνεπιστεύθη».

Ὅσοι γνώρισαν τόν π. Εὐσέβιο «ἐν ζωή» ἔχουν νά λένε ὅτι ἦταν ὁ πνευματικός ὁδηγός τοῦ μέτρου. Δέν εἶχε ἀκρότητες, δέν ἀπαιτοῦσε ὑπερβολές. Δέν τρομοκρατοῦσε τίς ψυχές μέ «φορτία βαρέα καί δυσβάστακτα». Δέν ἔδενε ποτέ μέ τόν ἑαυτό τοῦ τούς Χριστιανούς πού καθοδηγοῦσε. Ἀλλά ἦταν συμπαθῆ, πράος, φιλόστοργος, Χριστοκεντρικός. Ἄκαμπτος ἦταν μονάχα στό θέμα τοῦ ἐγωισμοῦ. Γι’ αὐτό καί τό ἔργο τοῦ καρποφόρησε καί τό πνεῦμα τοῦ ἔδωσε νέα πνοή στῆς Ἑλλάδος τήν πνευματική ἀναγέννηση.
Πόση χάρη καί ἀνακούφιση καί ἐνίσχυση στόν καθημερινό ἀγώνα δέν πηγάζει ἀπό τή στοργική παρακολούθηση πού ἐκφράζει ἡ ἑπόμενη περικοπῆ:

«Ὁ Θεός σέ ἔχει πλάσμα του, καί διά τῆς πίστεως, ἥν ἔχεις πρός Αὐτόν, καί τῆς θελήσεως, ἥν ἔχεις, ἴνα μορφωθῆς κατά τό θέλημά του, σέ ἔχει τέκνον Του, καί μετά πολλῆς της φιλοστοργίας προνοεῖ πάντοτε καί φροντίζει περί σου, ἴνα σέ μορφώση καί τελειοποιήση καί σοῦ παρέχει ὅλα τα μέσα ὅσα εἶναι ἱκανά νά σέ διατηροῦν εἰς τήν ζωήν καί πάντα τα μέσα καί πάσας τάς περιστάσεις, ὄσαι χρειάζονται διά τήν ἀναγέννησιν καί ὕψωσιν τῆς ψυχῆς σου, καί σέ προφυλάττει ἀπό ὅλους τους κινδύνους καί ἀπό τάς ἐπιβουλᾶς καί μεθοδείας τοῦ ἀδιαλείπτως πολεμοῦντος διαφοροτρόπως τόν ἄνθρωπον ἀνθρωποκτόνου Διαβόλου, καί σύ λέγεις ὅτι ὁ Θεός εἶναι μακράν σου;».

Ἅς προσθέσουμε καί αὐτό τό λόγο του:

«Ἀπαιτεῖται… θάρρος εἰς τόν ἀγώνα τῆς ἀρετῆς καί τό θάρρος αὐτό καί ἡ ἐλπίς τῆς μορφώσεως τοῦ ἀνθρώπου στηρίζεται ἐπί τῆς δυνάμεως καί τῆς βοηθείας τοῦ Θεοῦ καί ὄχι εἰς τήν ἀδυναμίαν τοῦ ἀνθρώπου».

Ὁ π. Εὐσέβιος μᾶς δίνει τήν ταυτότητά του μέσα ἀπό τίς λίγες ἁπλές ἐπιστολές του πρός τούς ἀνθρώπους πού πνευματικά καθοδηγοῦσε, τούς ὁποίους ὀνόμαζε ἀδελφούς του καί ὑπέγραφε: ὁ ἡμέτερος Εὐσέβιος. Μιά ταυτότητα ἁγιότητος, σεμνότητος καί ἁγιοπνευματικής ἀρχοντιᾶς.