Στο μαρτύριο του μητροπολίτη παρευρέθηκαν και οι 20 Γάλλοι ναύτες, την
αντίδραση των οποίων περιέγραψε ο Γάλλος συγγραφέας Ρενέ Πουώ. Μία γαλλική
περίπολος από είκοσι άνδρες, τους οποίους συνόδευα μαζί μ' έναν άλλο
πολιτοφύλακα, κατευθύνθηκε αμέσως στη Μητρόπολη, με σκοπό να πεισθεί ο
μητροπολίτης να έλθει και να παραμείνει στην εκκλησία της Sacre-Coeur ή στο
Γαλλικό Προξενείο. Ο μητροπολίτης Χρυσόστομος δεν δέχθηκε, λέγοντας ότι σαν
καλός ποιμένας είχε χρέος να μείνει κοντά στο ποίμνιό του. Όταν η περίπολος
έβγαινε από τη Μητρόπολη, ένα αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν ένας Τούρκος
αξιωματικός και δύο στρατιώτες, με τις λόγχες πάνω στα όπλα, σταμάτησε μπροστά
από το μητροπολιτικό κτίριο.
Ο αξιωματικός ανέβηκε επάνω και διέταξε τον μητροπολίτη να τον
ακολουθήσει στον Νουρεντίν πασά, τον στρατιωτικό διοικητή.
Βλέποντας ότι απάγεται ο μητροπολίτης, είπα στους άνδρες της περιπόλου να
πάρουμε από πίσω το αυτοκίνητο. Φθάσαμε μπροστά στον Μεγάλο Στρατώνα, όπου
βρισκόταν ο στρατιωτικός διοικητής, ο στρατηγός Νουρεντίν. Ο αξιωματικός που
συνόδευε τον Χρυσόστομο, τον οδήγησε μπροστά στον Νουρεντίν. Σε δέκα λεπτά, και
ενώ ο Χρυσόστομος κατέβαινε, βγήκε στο μπαλκόνι του κτιρίου ο Νουρεντίν πασάς,
ο οποίος απευθύνθηκε στους χίλους με χίλιους πεντακόσιους μουσουλμάνους, άνδρες
και γυναίκες, που βρίσκονταν στην πλατεία· τους είπε ότι τους παραδίδει, τον
μητροπολίτη, προσθέτοντας χαρακτηριστικά τις φράσεις: «Αν σας έκανε καλό, να
του το ανταποδώσετε· αν σας έκανε κακό, να του κάνετε και εσείς κακό!»
Ο όχλος άρπαξε χωρίς χρονοτριβή τον μητροπολίτη και τον οδήγησε πιο πέρα,
μπροστά στο κομμωτήριο του Ismail, ενός Ιταλού προστατευόμενου· εκεί σταμάτησαν
και τον έντυσαν με μία άσπρη μπλούζα που πήραν από τον κομμωτή· άρχισαν αμέσως
να τον χτυπούν λυσσασμένα με γροθιές και με ξύλα, και να τον φτύνουν στο
πρόσωπο· του τρύπησαν με μαχαιριές το σώμα· του ξερίζωσαν τη γενειάδα· του
έβγαλαν τα μάτια· του έκοψαν τη μύτη και τα
αυτιά.» Πρέπει να σημειώσουμε, ότι η γαλλική περίπολος παρακολουθούσε τα
γεγονότα μέχρι τη σκηνή που περιγράψαμε. Οι άνδρες που την αποτελούσαν
(επρόκειτο για ναύτες), είχαν βγει έξω απ' τα ρούχα τους, έτρεμαν χωρίς
υπερβολή από την αγανάκτηση και ήθελαν να επέμβουν. Ο επικεφαλής, όμως,
αξιωματικός, με το περίστροφο στο χέρι ακολουθούσε τις διαταγές που τους είχαν
δοθεί και τους εμπόδισε να κάνουν οποιαδήποτε κίνηση. Στη συνέχεια, δεν είδαμε
πια το μητροπολίτη, που τον αποτελείωσαν σε μικρή απόσταση πιο πέρα».
(Rene Puaux, «Ο θάνατος της Σμύρνης», Αθήνα 1992, σσ. 57-58).