Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2019

Σὲ ἀγαπῶ παιδί μου...


«Ἐὰν μιὰ μέρα μὲ δεῖς “γέρο” ἐὰν λερώνομαι ὅταν τρώω καὶ δὲν μπορῶ νὰ ντυθῶ ἔχε ὑπομονή. Θυμήσου πόσο καιρό μου πῆρε γιὰ νὰ σοῦ τὰ μάθω…

Ἐὰν ὅταν μιλάω μαζί σου ἐπαναλαμβάνω τὰ ἴδια πράγματα, μὴν μὲ διακόπτεις, ἄκουσε μέ. Ὅταν ἤσουν μικρὸς κάθε μέρα σου διάβαζα τὸ ἴδιο παραμύθι μέχρι νὰ σὲ πάρει ὁ ὕπνος.

Ὅταν δὲν θέλω νὰ πλυθῶ μὴν μὲ μαλώνεις καὶ μὴν μὲ κάνεις νὰ αἰσθάνομαι ντροπή…

Θυμήσου ὅταν ἔτρεχα ἀπὸ πίσω σου καὶ ἔβρισκες δικαιολογίες ὅταν δὲν ἤθελες νὰ πλυθεῖς. Ὅταν βλέπεις τὴν ἄγνοιά μου στὶς νέες τεχνολογίες, δῶσε μου χρόνο καὶ μὴ μὲ κοιτᾶς εἰρωνικά, ἐγὼ εἶχα ὅλη τὴν ὑπομονὴ νὰ σοῦ μάθω τὸ ἀλφάβητο. Ὅταν κάποιες φόρες δὲν μπορῶ νὰ θυμηθῶ ἢ χάνω τὸν συνειρμὸ τῶν λέξεων, δῶσε μου χρόνο γιὰ νὰ θυμηθῶ καὶ ἐὰν δὲν τὰ καταφέρνω μὴν θυμώνεις…

Τὸ πιὸ σπουδαῖο πράγμα δὲν εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέω ἀλλὰ ἡ ἀνάγκη ποὺ ἔχω νὰ εἶμαι μαζί σου καὶ κοντά σου καὶ νὰ μὲ ἀκοῦς. Ὅταν τὰ πόδια μου εἶναι κουρασμένα καὶ δὲν μοῦ ἐπιτρέπουν νὰ βαδίσω μὴν μοῦ συμπεριφέρεσαι σὰν νὰ ἤμουν ἕνα “βάρος”, ἔλα κοντά μου μὲ τὰ δυνατά σου μπράτσα, ὅπως ἔκανα ἐγὼ ὅταν ἤσουν μικρὸς καὶ ἔκανες τὰ πρῶτα σου βήματα.

Ὅταν λέω πὼς θὰ ἤθελα νὰ “πεθάνω”… μὴ θυμώνεις, μιὰ μέρα θὰ καταλάβεις τί εἶναι αὐτὸ ποὺ μὲ σπρώχνει νὰ τὸ πῶ. Προσπάθησε νὰ καταλάβεις πὼς στὴν ἡλικία μου δὲν ζεῖς, ἐπιβιώνεις. Μιὰ μέρα θὰ ἀνακαλύψεις ὅτι παρόλα τὰ λάθη μου πάντοτε ἤθελα τὸ καλύτερο γιὰ σένα, γιὰ νὰ σοῦ ἀνοίξω τὸν δρόμο. Βοήθησε μὲ νὰ περπατήσω, βοήθησε μὲ νὰ τελειώσω τὶς ἡμέρες μου μὲ ἀγάπη καὶ ὑπομονή.

Σὲ ἀγαπῶ παιδί μου…»