«Ὅλοι ὅσοι θέλουν νὰ ζοῦν εὐσεβῶς, θὰ διωχθοῦν» (Β΄ Τιμ.
3/γ: 12) εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Αὐτὸ τὸ «ὅλοι», δὲν εἶναι τυχαῖο. Ἀκόμα καὶ ὁ
Ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, διώχθηκε: «Καταφρονημένος καὶ ἀπορριμμένος ἀπὸ
τοὺς ἀνθρώπους· ἄνθρωπος θλίψεων καὶ δόκιμος ἀσθένειας· καὶ σὰν ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν
ὁποῖο κάποιος ἀποστρέφει τὸ πρόσωπο, καταφρονήθηκε, καὶ τὸν θεωρήσαμε σὰν ἕνα
τίποτα» (Ἠσαίας 53/νγ: 3).
Καὶ τὸ ἴδιο εἶπε ὅτι θὰ συνέβαινε στοὺς ἀκολούθους Του:
«Νὰ θυμάστε τὸν λόγο, ποὺ ἐγὼ σᾶς εἶπα: Δὲν ὑπάρχει δοῦλος μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν
κύριό του. Ἂν ἐμένα δίωξαν, θὰ διώξουν καί σας· ἂν φύλαξαν τὸν λόγο μου, θὰ
φυλάξουν καὶ τὸν δικό σας» (Ἰωάννης 15/ἰέ: 20).
Καὶ ὄχι μόνο ἀπὸ διωγμοὺς θὰ ἔπασχαν οἱ πιστοί, ἀλλὰ ἀπὸ
κάθε εἴδους θλίψη:«Μέσα στὸν κόσμο θὰ ἔχετε θλίψη· ἀλλά, νὰ ἔχετε θάρρος· ἐγὼ
νίκησα τὸν κόσμο» (Ἰωάννης 16/ἴς: 33). Καὶ δήλωσε: «Ἂν κάποιος θέλει νάρθει
πίσω μου, ἃς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, κι ἃς σηκώσει τὸν σταυρό του, κι ἃς μὲ ἀκολουθεῖ.
Ἐπειδή, ὅποιος θέλει νὰ σώσει τὴ ζωή του, θὰ τὴ χάσει· καὶ ὅποιος χάσει τὴ ζωή
του, ἐξαιτίας μου, θὰ τὴ βρεῖ» (Ματθαῖος 16/ἴς: 23,24).
Ἔχοντας ὑπ’ ὄψιν αὐτὰ τὰ λόγια, ποὺ πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς τὰ ἔχουμε βιώσει «στὸ πετσί μας», παίρνουμε θάρρος μέσα ἀπὸ τὶς θλίψεις, καθὼς βιώνουμε καθημερινά τα λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «σὲ κάθε τί συνιστώντας τὸν ἑαυτό μας ὡς ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, μὲ πολλὴ ὑπομονή, μὲ θλίψεις, μὲ ἀνάγκες, μὲ στενοχώριες, 5. μὲ ραβδισμούς, μὲ φυλακές, μὲ ἀκαταστασίες, μὲ κόπους, μὲ ἀγρυπνίες, μὲ νηστεῖες· 6. μὲ καθαρότητα, μὲ γνώση, μὲ μακροθυμία, μὲ ἀγαθότητα, μὲ Πνεῦμα Ἅγιο, μὲ ἀγάπη ἀνυπόκριτη· 7. μὲ λόγο ἀλήθειας, μὲ δύναμη Θεοῦ· μὲ τὰ ὅπλα τῆς δικαιοσύνης, τὰ δεξιὰ καὶ τὰ ἀριστερά· 8. μὲ δόξα καὶ ἀτιμία, μὲ συκοφαντία καὶ μὲ ἐγκωμιασμό· σὰν πλάνοι, ὅμως κάτοχοί της ἀλήθειας· 9. σὰν ἀγνοούμενοι, ἀλλὰ εἴμαστε καλὰ γνωστοί· σὰν νὰ φτάνουμε στὸν θάνατο, ἀλλά, δέστε, ζοῦμε· σὰν νὰ περνᾶμε ἀπὸ παιδεία, ἀλλὰ δὲν θανατωνόμαστε· 10. σὰν λυπούμενοι, ἀλλὰ πάντοτε ἔχουμε χαρά· σὰν φτωχοί, ὅμως πλουτίζουμε πολλούς· σὰν νὰ μὴ ἔχουμε τίποτε, ὅμως τὰ πάντα κατέχουμε» (Β΄ Κορ. 6/ς: 4-10). Θυμᾶμαι σὰν σήμερα, τὰ λόγια ἑνὸς φίλου ἀπίστου, γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ νονοῦ μου, τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς εὐλόγησε μὲ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀλλὰ κατὰ κόσμον θλιβόταν ὑπερβολικὰ ὡς τὸν θάνατό του. Μοῦ εἶπε ὁ ἄπιστος ἐκεῖνος: «Μὰ πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ Θεὸς νὰ ἐπιτρέπει νὰ βασανίζεται τόσο ἕνας δικός Του; Ἂν εἴχατε τὴν ἀληθινὴ πίστη, δὲν θὰ ἦταν ἡ ζωὴ τοῦ ἕνα βασανιστήριο. Νὰ μὴν ἔχει δουλειά, νὰ τὸν κοροϊδεύουν οἱ ἐργοδότες, νὰ ἀρρωσταίνει, νὰ γκρεμίζεται τὸ σπίτι του, νὰ θλίβεται τόσο πολύ!
Αὐτὸ δὲν εἶναι πίστη, εἶναι πλάνη!» Καὶ πράγματι, εἶχα
δεῖ κι ἐγὼ αὐτὸν τὸν εὐλογημένο ἄνθρωπο, νὰ προσεύχεται μὲ δάκρυα, νὰ ζητάει ἀπὸ
τὸν Θεὸ νὰ τὸν πάρει «ΤΩΡΑ!». (Καὶ πράγματι, ἔφυγε νέος, ὅταν ὁ ἀγώνας τοῦ ἔφθασε
στὴν τελείωση). Ἀπάντησα στὸν ἄπιστο φίλο μου, ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ζωή.
Ὄχι χαρὰ καὶ διασκέδαση, ἀλλὰ θλίψη καὶ πόνος, καὶ
δοκιμασία. Ἀλλὰ δὲν μποροῦν αὐτὸ νὰ τὸ δεχθοῦν ὅλοι. Μάλιστα θὰ ἔλεγα, ὅτι ἂν
κάποιος δὲν βιώνει αὐτὴ τὴ θλίψη στὴ Χριστιανική του ζωή, κάτι δὲν πάει καλὰ μὲ
αὐτόν. Θὰ πρέπει νὰ ἀνησυχεῖ! Γιατί δὲν γνωρίζω ΚΑΝΕΝΑΝ ποὺ νὰ προοδεύει στὴν ἐν
Χριστῷ ζωή, χωρὶς νὰ ὑφίσταται δοκιμασίες καὶ θλίψεις.
Πηγή: Ὅπου γῆς