Στην
γειτονιά μου τον τελευταίο καιρό τα δένδρα γέμισαν ευλογημένους καρπούς, που
κρέμονται μεστωμένοι στα κλαδιά τους.
Το
περίεργο είναι ότι τα δέντρα αυτά καρποφορούν κάθε μέρα, βρέξει χιονίσει νωρίς
το πρωί και λίγο πριν ανοίξει ο Θεός τη μέρα, εξαφανίζονται.
Σακούλες γεμάτες αγάπη, με φρέσκο ψωμί, γάλα, γιαούρτι
και καμιά φορά κανένα ζυμαρικό, ρύζι ή όσπρια, φρούτα, περιμένουν τον άγνωστο
παραλήπτη.
Πριν
από λίγες μέρες το περιεχόμενο άλλαξε, γιορτές βλέπετε, δεν γίνεται να λείψει ο
κουραμπιές και το μελομακάρονο από το σπίτι.
Τελικά
δεν απωλέσαμε την ανθρωπιά μας και την αγάπη μας για τον δοκιμαζόμενο αδελφό
μας, ευτυχώς όχι όλοι.
Η
κυρία με το ακριβό συνολάκι που σταματάει με το πολυτελέστατο τζίπ της δίπλα
στον κάδο απορριμμάτων και εκσφενδονίζει από το παράθυρο τα πανάκριβα σκουπίδια
της;
Ο
κύριος που έχει διπλοπαρκάρει και περιμένει ανυπόμονος στην ουρά στο ταμείο,
εκνευρισμένος κοιτάζοντας με μισό μάτι την υπάλληλο που αργεί να τον
εξυπηρετήσει κι αν περνούσε από το χέρι του θα την είχε ήδη απολύσει, χρονιάρες
μέρες με «ελαφρά τη καρδία;»
Αυτό
θα μπορούσε να συμβεί μόνο σε σενάριο ταινίας επιστημονικής φαντασίας, γιατί….
….γιατί
στη δική μου γειτονιά (γειτονιά πλουσίων που δεν δίνουν ούτε του αγγέλου τους
νερό), την έννοια την έχει μια ηλικιωμένη κυρία με παλιομοδίτικα αλλά
πεντακάθαρα ρούχα, που κάθε μέρα νωρίς το πρωί την ίδια ώρα, κρεμάει μια
σακούλα γεμάτη «αγάπη» από το υστέρημα της στο ίδιο κλαδί μιας ελιάς .
«Μακάριοι
οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται»
Μια μέρα δεν άντεξα την πλησίασα και πολύ
δειλά την ρώτησα αδέξια: «γιατί το κάνετε;»
«Γιατί
παιδί μου κι εμένα κάποτε κάποιος μου έδωσε ένα πιάτο φαί και δεν το ξέχασα»
ήταν η απάντησή της.
«Ο
έχων δύο χιτώνας μεταδότω τω μη έχοντι, και ο έχων βρώματα ομοίως ποιείτω».
Και
μετά αναρωτιόμαστε αν υπάρχουν άγγελοι στη γη κι αν ζουν ανάμεσά μας. Και
βέβαια υπάρχουν, μόνο που θέλει τα μάτια της ψυχής ανοιχτά και καθαρά για να
τους δεις.
Τελικά
ο φτωχός στην τσέπη αλλά πλούσιος στην ψυχή, χρόνια τώρα στέκεται φύλακας
άγγελος στον καραβοτσακισμένο αδελφό του, με ένα πιάτο φαί, με μια καλή
κουβέντα και του κρατάει το χέρι μέχρι να σηκωθεί ξανά στα πόδια του.
Οι
«έχοντες» δεν προλαβαίνουν να ενδιαφερθούν για κανέναν, παρά μόνο για τον
«κανακάρη – εαυτούλη» τους και είναι πραγματικά για λύπηση γιατί είναι πολύ
δυστυχισμένοι.
Αυτές
τις μέρες ας δώσουμε κι εμείς λίγη αγάπη, όχι οίκτο, αγάπη, τώρα που η
περηφάνια ψαλιδίστηκε και η αξιοπρέπεια εξουδετερώθηκε ύπουλα και πολύ
μεθοδικά.
Ας
δώσουμε λίγη αγάπη όχι διατυμπανίζοντας την, για να φανούμε καλοί και
φιλάνθρωποι, αλλά διακριτικά, ανθρώπινα, αδερφικά.
Ας
αγγίξουμε το χέρι του αδελφού μας, δεν πειράζει που τα νύχια του δεν θα είναι
καλογυαλισμένα ή δεν θα έχουν μανικιούρ, παρά θα είναι μαύρα, βρώμικα και τα
δάχτυλα γυμνά από πανάκριβα κοσμήματα.
Κλείστε
τα μάτια σας στα χιλιοτρυπημένα ρούχα και στα γυμνά παγωμένα πόδια, θυμηθείτε
πως ο Ένας και ο Μοναδικός που ήρθε στη γη για μας, που γεννήθηκε και τι
φορούσε.
Στη
γειτονιά μας όλοι γνωρίζουμε κάποια οικογένεια που τα φέρνει δύσκολα βόλτα,
χτυπήστε την πόρτα, αφήστε την «αγάπη» σας και όταν βεβαιωθείτε ότι κάποιος την
εισέπραξε, «εξαφανιστείτε» διακριτικά, για να μην τον φέρετε σε δύσκολη θέση
και νιώσει ντροπή.
Δοκιμάστε
το και αμέσως θα νιώσετε άλλος άνθρωπος!
Καινούργιος,
μέσα κι έξω!
Σχεδόν
θα πετάτε ένα μέτρο πάνω από τη γη!
Καλά Χριστούγεννα… γεμάτα αγάπη!!
Μέλια.
Πηγή:Αβέρωφ