Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2014

Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου [26 Δεκεμβρίου]


Λεχὼ άμωμον ανδρὸς μη γνούσαν λέχος,
Δώροις αμώμοις δεξιούμαι τοις λόγοις.
Mολπὴν αγνοτάτῃ λεχοί εικάδι έκτῃ αείδω.

Την επόμενη ημέρα από την Γέννηση του Ιησού Χριστού, εορτάζουμε την Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Τί είναι “Η Σύναξη της Θεοτόκου”;
Στις 26 Δεκεμβρίου πανηγυρίζεται η Σύναξη της Θεοτόκου, δηλαδή η συγκέντρωση των πιστών για την απόδοση τιμής στη Μητέρα του Σωτήρος.

Σήμερα ανά την Ορθοδοξία τελείται Θεία Λειτουργία προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Αδελφοί, καλεί σήμερα τη γλώσσα μας για εγκωμιασμό το πανηγύρι της Παρθένου Μαρίας. Και η γιορτή αυτή προξενεί ωφελεία στους συγκεντρωμένους, και πολύ εύλογα, διότι έχει για υπόθεσή της την αγνότητα, και η Παρθένος Μαρία που γιορτάζει είναι το καύχημα όλων των γυναικών και η δόξα, γιατί είναι και Μητέρα και Παρθένος.

Πολύ αγαπητή και εξαίσια είναι αυτή η σύναξη. Γιατί η ξηρά κι’ η θάλασσα φέρνουν δώρα στην Παρθένο. Η μεν θάλασσα γαλήνια απλώνει την πλάτη της στα πλοία, η δε ξηρά δεν φέρνει κανένα εμπόδιο στα βήματα των πεζοπόρων. Ας σκιρτά η φύση, κι’ ας αγάλλεται το ανθρώπινο γένος, διότι τιμώνται οι γυναίκες. Ας χορεύει η ανθρωπότητα, γιατί δοξάζονται οι Παρθένες. Διότι «όπου πολλαπλασιάσθηκε η αμαρτία, εκεί ξεχείλισε η χάρη».
Μας κάλεσε όλους μαζί εδώ, η αγία Θεοτόκος και Παρθένος Μαρία, το αμόλυντο κειμήλιο της παρθενίας, ο λογικός παράδεισος του δευτέρου Αδάμ -του Χριστού-, το εργαστήριο όπου ενώθηκαν οι δύο φύσεις -η θεία και η ανθρώπινη-, το πανηγύρι της συναλλαγής που έφερε τη σωτηρία, ο νυφικός θάλαμος, στον οποίο ο Λόγος του Θεού νυμφεύθηκε την ανθρώπινη σάρκα, η ζωντανή βάτος της ανθρώπινης φύσεως, την οποία δεν κατέκαυσε η φωτιά του θείου τοκετού, η πραγματική ελαφριά νεφέλη που βάσταξε με σώμα Αυτόν που κάθεται επάνω στα Χερουβίμ, το καθαρότατο ποκάρι του μαλλιού που κράτησε την ουράνια βροχή, απ’ το οποίο ο ποιμένας ντύθηκε το πρόβατο.

Απολυτίκιον
Ως βρέφος βαστάζουσα, εν ταις αγκάλαις Αγνή, τον πάντων δεσπόζοντα, σάρκα λαβόντα εκ σου, χαράς ώφθης πρόξενος, όθεν πάσα η κτίσις, ανυμνεί χαρμοσύνως, σήμερον Θεοτόκε, την φρικτήν σου λοχείαν πηγήν γαρ αθανασίας, κόσμω εκύησας.

Κοντάκιον 
Ήχος πλ. β’.
Ο προ Εωσφόρου εκ Πατρός αμήτωρ γεννηθείς, επί τής γης απάτωρ εσαρκώθη σήμερον εκ σού, όθεν Αστήρ ευαγγελίζεται Μάγοις, Άγγελοι δε μετά Ποιμένων υμνούσι, τον άχραντον Τόκον σου, η Κεχαριτωμένη.

Η Φυγή Στην Αίγυπτο της Υπεραγίας Θεοτόκου
Όταν οι μάγοι προσκύνησαν το Χριστό, αναχώρησαν για την πατρίδα τους, χωρίς να περάσουν από το βασιλιά Ηρώδη. Τότε άγγελος Κυρίου φάνηκε σε όνειρο στον Ιωσήφ και του είπε να πάρει το παιδί με τη μητέρα του και να φύγει στην Αίγυπτο. Ευαγγέλιο Ματθαίου, Β’ 13-18. Και έμειναν εκεί, μέχρι πού πέθανε ο Ηρώδης, για να επαληθευθεί έτσι εκείνο που ελέχθη δια του προφήτου Ωσηέ: “Εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου” (Ωσ. Ια’ 1). Μετά τη φυγή του Κυρίου στην Αίγυπτο, ο Ηρώδης έστειλε στρατιώτες και θανάτωσαν όλα τα παιδιά που ήταν στη Βηθλεέμ και τα περίχωρά της, από ηλικίας δύο ετών και κάτω. Διότι τόσο είχε υπολογίσει την ηλικία του Χριστού, Τον οποίο φοβόταν ότι θα του έπαιρνε τη βασιλεία. Επίσης, η φυγή του Κυρίου στην Αίγυπτο, κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, φράσσει και τα στόματα των αιρετικών. Διότι όπως λέει, αν δεν έφευγε ο Κύριος και φονευόταν από τον Ηρώδη , θα είχε εμποδιστεί η σωτηρία των ανθρώπων. Αν πάλι τον συνελάμβαναν και δεν φονευόταν, θα έλεγαν πολλοί ότι δε φόρεσε ανθρώπινη σάρκα, αλλά μόνο κατά φαντασία. Έπειτα, η φυγή φανερώνει άλλη μια φορά, ότι τίποτα δεν μπορεί να ματαιώσει τα σχέδια του Θεού.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς βρέφος βαστάζουσα, ἐν ταὶς ἀγκάλαις Ἁγνή, τὸν πάντων δεσπόζοντα, σάρκα λαβόντα ἔκ σοῦ, χαρᾶς ὤφθης πρόξενος, ὅθεν πᾶσα ἡ κτίσις, ἀνυμνεῖ χαρμοσύνως, σήμερον Θεοτόκε, τὴν φρικτήν σου λοχείαν πηγὴν γὰρ ἀθανασίας, κόσμω ἐκύησας.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Αὐτόμελον.
Ὁ πρὸ ἑωσφόρου ἐκ Πατρὸς ἀμήτωρ γεννηθείς, ἐπὶ τῆς γῆς ἀπάτωρ ἐσαρκώθη σήμερον ἔκ σοῦ· ὅθεν Ἀστὴρ εὐαγγελίζεται Μάγοις, Ἄγγελοι δὲ μετὰ Ποιμένων ὑμνοῦσι, τὸν ἄχραντον τόκον σου, ἡ Κεχαριτωμένη.

Ὁ Οἶκος
Τὸν ἀγεώργητον βότρυν βλαστήσασα, ἡ μυστικὴ ἄμπελος ὡς ἐπὶ κλάδων, ἀγκάλαις ἐβάσταζε, καὶ ἔλεγε. Σὺ εἶ καρπός μου, σὺ εἶ ἡ ζωή μου. Ἀφ’ οὗ ἔγνων, ὅτι καὶ ὃ ἤμην εἰμί, σύ μου Θεός· τὴν γὰρ σφραγῖδα τῆς Παρθενίας μου ὁρῶσα ἀκατάλυτον, κηρύττω σε ἄτρεπτον Λόγον, σάρκα γενόμενον. Οὐκ οἶδα σποράν, οἶδά σε λύτην τῆς φθορᾶς· Ἁγνὴ γὰρ εἰμι, σοῦ προελθόντος ἐξ ἐμοῦ· ὡς γὰρ εὗρες, ἔλιπες μήτραν ἐμήν. Διὰ τοῦτο συγχορεύει πᾶσα κτίσις βοῶσά μοι· Χαῖρε ἡ Κεχαριτωμένη.

Πηγή: Διακόνημα