Ὦ Θεέ μου, εἶσαι πλησίον μου! Ἀνήσυχος, ταραγμένος σὲ ἐπικαλοῦμαι καὶ
λαμβάνω ἐνίσχυσιν.
Ἀσθενής, ἐξηντλημένος, σὲ ἐπικαλοῦμαι καὶ αἰσθάνομαι ἀνακούφισιν.
Ἐγκαταλελειμμένος, σὲ ἐπικαλοῦμαι καὶ ἀκούω νὰ μοῦ ἀπαντᾷς: Εἶμαι κοντά σου!
Ὁ τίμιος Σταυρός σου εἶναι ἐμπρὸς εἰς τὰ μάτια μου καὶ μὲ ἐγκαρδιώνει. Ἡ
εἰκόνα σου, ἡ τόσον γλυκεῖα καὶ συγκινητική, εἶναι ἀπέναντί μου καὶ μοῦ
μεταδίδει εἰρήνην.
Ἐνδέχεται νὰ ὑποφέρω· εἶμαι ὅμως ἤρεμος καὶ ὑπομονητικός. Ἐνδέχεται νὰ
εἶμαι χωρὶς δύναμιν, ποτὲ ὅμως χωρὶς ἐνίσχυσιν.
Καὶ μὲ τὴν χάριν σου, Κύριε, ἡ εἰρήνη καὶ ἡ χαρὰ μένουν εἰς τὴν ψυχήν μου.