Και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου, και προφητεύσουσιν ημέρας χιλίας
διακοσίας εξήκοντα, περιβεβλημένοι σάκκους. ούτοι εισιν αι δύο ελαίαι και αι
δύο λυχνίαι αι ενώπιον του Κυρίου της γης εστώσαι και ει τις αυτούς θέλει
αδικήσαι, πυρ εκπορεύεται εκ του στόματος αυτών και κατεσθίει τους εχθρούς
αυτών· και ει τις θέλει αυτούς αδικήσαι, ούτω δει αυτόν αποκτανθήναι. (Αποκ.
ια’, 3-5)
Οπως
μας έχει υποσχεθεί ο ίδιος ο Κύριός μας, στα πολύ δύσκολα χρόνια του
Αντιχρίστου, δεν θα μας αφήσει μόνους, αβοήθητους και απροστάτευτους, χωρίς
απλανείς πνευματικούς οδηγούς.
Θα μας στείλει τους δύο Μάρτυρες και Προφήτες Του, οι οποίοι δεν έχουν ακόμη γευθεί θάνατο. Τον Προφήτη Ηλία και τον Ευαγγελιστήν Ιωάννην. Κατ’ άλλους τον Ηλία και τον Ενώχ. Και κατ’ άλλους και τους τρεις. Ηλία, Ενώχ και Ιωάννη τον Θεολόγον.
«Βλέπε και θαύμαζε την μεγάλη αγάπη και φιλανθρωπία του
Κυρίου μας, διότι ακόμη και στα τελευταία χρόνια (παρ ὅλα όσα του έχουμε κάνει) Εκείνος μας λυπάται και μας ελεεί, όλους
εμάς τους ανθρώπους, τα παιδιά Του, και δεν μας αφήνει μόνους μας, αλλά μας
στέλνει τους δύο Προφήτας Του, προκειμένου να μας διδάξουν και να μας
πληροφορήσουν τα σχετικά με τον Αντίχριστον, αλλά και ταυτόχρονα να μας
βοηθήσουν, και γλυτώσουν από τις παγίδες και τα τεχνάσματα αυτού, αλλά και για
να μας επιστρέψουν εις την αλήθεια, από την μεγάλη πλάνη που θα δημιουργηθεί εξ
αιτίας της παρουσίας του Αντιχρίστου».[79] (Αγίου Ιππολύτου)
Ο
Προφήτης Ηλίας
Ο ένδοξος και μεγάλος Προφήτης Ηλίας ήταν υιός του Σωβάκ,
και καταγόταν από τη φυλή του Ααρών. Γεννήθηκε στην Θέσβη, πόλη της Γαλαάδ η
οποία βρισκόταν πέραν του Ιορδάνου. Η δε Θέσβη, από το όνομα της οποίας εκλήθη
ο άγιος και Θεσβίτης, ήταν δοσμένη εις τους ιερείς.
Όταν δε γεννήθηκε ο Ηλίας, ο πατέρας του ο Σωβάκ είδε μία
οπτασία, ότι άνδρες λευκοφόροι τον ονόμαζαν Ηλία (το οποίο σημαίνει θεός η
θείος, παραγόμενο από το Ηλί, το οποίο στα εβραϊκά σημαίνει Θεός), ότι τον
εσπαργάνωναν με φωτιά, και ότι του έδιναν φωτιά να φάει. Γι αυτό, πηγαίνοντας
εις τα Ιεροσόλυμα εφανέρωσε την οπτασία αυτή στους ιερείς, οι οποίοι του είπαν
μέσω προφητικής ενοράσεως και αποκαλύψεως τα εξής: «Μη φοβηθείς, ω άνθρωπε, ότι
η κατοίκησις του τέκνου θα είναι φως, ο λόγος του απόφασις, η ζωή του κατά
Κύριον, και ο ζήλος του θα φανή ευάρεστος εις τον Θεόν, θέλει δε κρίνει τον
Ισραήλ δια πυρός και μαχαίρας».
Ο
Προφήτης Ηλίας έδρασε εννιακόσια περίπου χρόνια πριν την έλευση του Χριστού και
προφήτευσε συνολικά εικοσιπέντε χρόνια, από το 921 896 π.Χ. Η μνήμη του
εορτάζεται στις 20 Ιουλίου.
Όλοι οι Προφήται της Παλαιάς Διαθήκης ήταν αναμφίβολα
χαρισματικά και σημαντικά πρόσωπα, που ο καθένας έπαιξε τον δικό του, σημαντικό
και καθοριστικό ρόλο, σε κάθε ταραγμένη και δύσκολη εποχή, σύμφωνα με τη θεία
Πρόνοια.
Μελετώντας
όμως κανείς τον τρόπον σκέψεως, τη συμπεριφορά και γενικώτερα τη ζωή του
Προφήτου Ηλιού, δεν μπορεί να μην μείνει έκπληκτος και να μην θαυμάσει το
μεγαλείο της ψυχής του, την δύναμη της προσευχής του, την φλόγα της πίστεώς
του, τον θείον του ζήλο για τις εντολές του Θεού, τη μεγάλη του αγάπη για τον
Θεό αλλά και τους ανθρώπους, το θάρρος και τη μαχητικότητα με την οποία
πολέμησε τους αντιπάλους του, την εγκράτεια της σαρκός του, την υπομονή, την
καρτερία και την ταπείνωση, που επέδειξε εις τας διαφόρους θλίψεις και
ιδιαίτερα όταν εδιώκετο από τους βασιλείς Αχαάβ και Ιεζάβελ, αλλά και την ιερή
αγανάκτησι και την δικαία οργή του, όταν έπρεπε, εναντίον των 450 ψευτοϊερέων
του Βάαλ αλλά και των 400 ιερέων του Υψίστου, που απεστάτησαν και ακολουθούσαν τον
ψεύτικο θεό Βάαλ.
Ίσως, για όλους αυτούς τους ανωτέρω λόγους, και για
πολλούς άλλους ακόμη, ο Θεός να διάλεξε τον Προφήτη Ηλία, για να γίνει ο
Δεύτερός Του Πρόδρομος (ο πρώτος ήταν ο Ιωάννης ο Πρόδρομος) στην Δεύτερη
Παρουσία Του, όπως αναφέρει και το τροπάριό του:
«Ο
ένσαρκος Άγγελος των Προφητών η κρηπίς, ο δεύτερος Πρόδρομος της Παρουσίας
Χριστού, Ηλίας ο ένδοξος. Άνωθεν καταπέμψας Ελισσαίω την χάριν, νόσους
αποδιώκει και λεπρούς καθαρίζει, διο και τοις τιμώσιν αυτώ βρύει ιάματα».
(Απολυτίκιον Προφήτου Ηλιού)
Ο Μεγάλος λοιπόν και σπουδαίος αυτός Προφήτης της Παλαιάς
Διαθήκης ο «Ζηλωτής Ηλίας», δεν έχει ακόμη γευθεί θάνατο, για όλα όσα αναφέραμε
ανωτέρω. Ο Θεός τον έχει κρατήσει ζωντανό, (δεν γνωρίζουμε που· το πιο πιθανό
είναι εδώ στη γη και όχι στον ουρανό), εδώ και 2900 περίπου χρόνια, προκειμένου
να έρθει, το πιθανότερο, λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της εμφανίσεως του
Αντιχρίστου, για να στηρίξει επί 1260 ημέρες (τρισήμισυ χρόνια) τους πιστούς
που θα ζούνε την εποχή εκείνη, αλλά και να ελέγξει τον Αντίχριστο και τα όργανά
του.
Λέγει
σχετικά ο Συναξαριστής:
«Ο Προφήτης ούτος εφάνη μεν ότι ανελήφθη ως εις τον
ουρανόν, καθώς το ηκούσατε, αλλά εις τον ουρανόν δεν ανέβη· δια τούτο λέγει και
η Παλαιά Γραφή, ότι ανέβη ως εις τον ουρανόν, επειδή δεν είναι δυνατόν σώμα
φθαρτόν να αναβή εις τον ουρανόν. Ουδέ άλλος τις ανέβη ποτέ εις τους ουρανούς
μετά του σώματος, μόνον ο Χριστός, καθώς το λέγει και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης
εις το τρίτον αυτού Κεφάλαιον· “Ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ειμή ο εκ του
ουρανού καταβάς, ο υιός του ανθρώπου, ο ων εν τω ουρανώ”.
Ο δε Απόστολος Παύλος, εν τη προς Εφεσίους Επιστολή, εις
το τέταρτον Κεφάλαιον, τούτο αποδεικνύει λέγων· “Ο καταβάς, αυτός εστι
(τουτέστι ο Χριστός) και ο αναβάς υπεράνω πάντων των ουρανών, ίνα πληρώση τα
πάντα”. Αλλ ὁ Θεός, θέλων να φυλάξη τον
Προφήτην Ηλίαν, δια να έλθη εις το τέλος του κόσμου να ελέγξη τον Αντίχριστον,
δια τούτο άφησε μεν να φανή ότι ανελήφθη ως εις τον ουρανόν, πλην εδώ κάτω εις
την γην ευρίσκεται ζων μετά του φθαρτού σώματος, αν και ημείς δεν τον βλέπομεν
με τους αισθητούς οφθαλμούς ως ανάξιοι όντες της τοιαύτης θεωρίας. Εις ποίον δε
τόπον ευρίσκεται ουδείς Άγιος, ούτε διδάσκαλος της Εκκλησίας μας το έγραψε, και
δια τούτο μήτε ημείς δεν δυνάμεθα να αποφασίσωμεν περί του τόπου, τόσον δε
μόνον γνωρίζομεν, ότι ο Θεός, όστις τον έτρεφε και άλλοτε δια κόρακος, αυτός
δύναται και τώρα δι Αγγέλου να τον τρέφη
μέχρι της συντελείας του κόσμου»[80]
Φαίνεται
απίστευτο, βέβαια, στους πολλούς αλλά είναι αληθινό.
Στην Παλαιά Διαθήκη, Βασιλειών Γ , διαβάζουμε ότι ένα
πύρινο άρμα παρέλαβε ζωντανό τον Προφήτη Ηλία και τον μετέφερε «ως» εις τον
ουρανόν. Εκεί τον έχει κρυμμένο ο Θεός μέχρι να έλθη η ώρα, λίγο πριν την
Δευτέρα Παρουσία Του, για να τον ξαναστείλει μαζί με τον Ιωάννη τον Θεολόγον.
Ιδού πως περιγράφει η Παλαιά Διαθήκη το συγκεκριμένο γεγονός· «και εγένετο
αυτών πορευομένων, επορεύοντο και ελάλουν· και ιδού άρμα πυρός και ίπποι πυρός
και διέστειλαν ανά μέσον αμφοτέρων, και ανελήφθη Ηλιού εν συσσεισμώ ως εις τον
ουρανόν» (Δ’ Βασ. β’, 11).
Ο
Ευαγγελιστής Ιωάννης
Ο Ιωάννης ο Θεολόγος είχε αδελφό τον Ιάκωβον (όχι τον
αδελφόθεον) και ήταν παιδιά του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης. Η Σαλώμη ήταν ένα
από τα επτά παιδιά (τέσσερις υιοί και τρεις θυγατέρες) του Μνήστωρος Ιωσήφ. Από
αυτό λοιπόν συνάγεται ότι ο Χριστός ήταν θείος του Ιωάννου, ως αδελφός
λογιζόμενος της Σαλώμης, της θυγατέρας του Ιωσήφ, του νομιζομένου ως πατέρα του
Κυρίου μας.
Ήταν ο μόνος από τους μαθητές του Χριστού, που Τον
αγάπησε με όλη τη δύναμη της ψυχής του, της καρδίας του, της διανοίας του,
σύμφωνα με τον λόγον του Κυρίου μας «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της
καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης
της ισχύος σου» (Μαρκ. ιβ’, 30).
Δεν
έλειψε στιγμή από κοντά Του και δεν Τον εγκατέλειψε ποτέ, ούτε όταν Τον
συνέλαβαν, Τον δίκαζαν και Τον σταύρωναν, τη στιγμή μάλιστα που όλοι οι άλλοι
μαθητές είχαν εξαφανισθεί και κρυφθεί δια τον «φόβο των Ιουδαίων».
Γι αὐτό και υπήρξε
ο ηγαπημένος μαθητής του Κυρίου μας.
Γι αὐτό και σ αὐτόν μόνο εμπιστεύθηκε ποιός ήταν αυτός που
θα τον πρόδιδε.
Γι αὐτό και τον
πήρε μαζί με άλλους δύο, τον Πέτρο και τον Ιάκωβο, εις το Όρος Θαβώρ και
μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών, αποκαλύπτοντάς τους μέρος της θεϊκής Του δόξας.
Γι αὐτό και τον
είχε πάντα κοντά Του.
Γι αὐτό και του
εμπιστεύθηκε όταν ήταν επάνω στο Σταυρό, λίγο πριν το «τετέλεσται», την Παναγία
Μητέρα Του.
Γι αὐτό και του
απεκάλυψε εν τέλει, όλα εκείνα τα φοβερά και καταπληκτικά, μελλοντικά γεγονότα
γύρω από τα έσχατα χρόνια, αλλά και όλα τα γεγονότα που σημειώθηκαν και θα
σημειωθούν, από την στιγμή της Δημιουργίας του Κόσμου έως και της Δευτέρας
Παρουσίας του Θεού και ακόμη πέραν αυτής. Γι
αὐτό, ίσως, και δεν τον άφησε να γευθεί θάνατο, μέχρι σήμερα.
Ο
Άγιος Ιωάννης δεν έχει γευθεί θάνατο
Σύμφωνα με την Αγία Γραφή και πολλούς Αγίους Πατέρες μας,
ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν έχει γευθεί θάνατο, γι αὐτό και η Εκκλησία μας, δεν εορτάζει κοίμηση
του Αγίου Ιωάννη αλλά Μετάσταση.
Στο
βίο του Αγίου Ιωάννου, διαβάζουμε σχετικά με την Μετάστασή του:
«Αφού επεστρέψαμεν εις την Έφεσον από την εξορίαν,
διεμείναμεν εις αυτήν έτη είκοσιν εξ· εμείναμεν δε και εις την νήσον Πάτμον έτη
δέκα πέντε· και προ της εξορίας ημών διετρίψαμεν εξ Ιεροσολύμων ετών
πεντήκοντα. Και αφού συνεπληρώθησαν είκοσιν εξ έτη από της επιστροφής ημών εκ
της εξορίας εις την Έφεσον, μίαν ημέραν παραλαβών ο Ιωάννης εμέ και ετέρους εξ
μαθητάς αυτού, είπε· “Λάβετε σκαπτήρια εις τας χείράς σας και ακολουθήσατέ με”·
ελάβομεν δε δύο σκαπτήρια και ακολουθήσαντες αυτόν εξήλθομεν της πόλεως·
φθάσαντες δε εις ένα τόπον, είπε προς ημάς ο Ιωάννης· “Καθήσατε ενταύθα”· και
εκαθήσαμεν, αυτός δε επροχώρησεν ολίγον δια να έχη ησυχίαν, και εκεί
προσηύχετο· ήτο δε ώρα του όρθρου, νυξ δηλαδή αρκετή προ της ανατολής του
ηλίου. Και μετά την ευχήν ελθών προς ημάς λέγει· Σκάψατε εις την γην εις μέτρον
του αναστήματός μου σταυροειδώς.
Αφού λοιπόν ημείς εσκάψαμεν, προσηύξατο ο Ιωάννης· και
μετά την ευχήν εισήλθεν εις τον τάφον τον οποίον εσκάψαμεν, και εκείθεν είπε
προς με· “Τέκνον Πρόχορε, να υπάγης εις τα Ιεροσόλυμα· διότι εκεί πρέπει να
τελειώσης τον βίον”· διδάξας δε ημάς και ασπασάμενος, είπε· “Σύρατε το χώμα της
μητρός μου γης και σκεπάσατέ με”· ημείς δε ασπασάμενοι αυτόν, και σύραντες χώμα
εσκεπάσαμεν μέχρι των γονάτων. Πάλιν εκείνος ασπασάμενος ημάς, είπε· “Σύραντες
χώμα σκεπάσατέ με έως του τραχήλου”· και ασπασάμενοι αυτόν εποιήσαμεν ούτω·
είτα δε πάλιν είπε προς ημάς· “Φέρετε λεπτόν πανίον και σκεπάσατε δι αὐτοῦ το πρόσωπόν μου, και ασπάσασθέ με δια
τελευταίαν φοράν· διότι δεν θα με ίδητε πλέον εις την ζωήν ταύτην”. Και
ποιήσαντες ούτως, ησπασάμεθα αυτόν πάλιν κλαίοντες· αυτός δε δους εις ημάς την
ειρήνην απέλυσεν ημάς. Και ούτω κλαίοντες πικρώς εσκεπάσαμεν όλον το σώμά του.
Τότε και ο ήλιος ανέτειλε, και αυτός παρέδωκε το πνεύμά του.
Επιστρέψαντες ημείς εις την πόλιν ηρωτήθημεν παρά των
αδελφών· “Που ευρίσκεται ο Διδάσκαλος ημών;” ημείς δε διηγήθημεν προς αυτούς
λεπτομερώς πάντα τα γεγονότα· και εκείνοι παρεκάλεσαν ημάς ίνα δείξωμεν εις
αυτούς τον τόπον. Απελθόντες όθεν μετά των αδελφών εις τον τόπον εκείνον, τον
μεν Ιωάννην δεν εύρομεν, εύρομεν δε μόνον τα υποδήματα αυτού. Και τότε
ενεθυμήθημεν τον λόγον του Κυρίου, τον οποίον είπε προς τον Πέτρον περί του
Αποστόλου τούτου, ότι “Εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;” και
εδοξάσαμεν δια ταύτα πάντα τον Πατέρα και τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα τον ένα
Θεόν· ω πρέπει δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν».[81]
Διαβάζουμε ακόμη στην Καινή Διαθήκη ότι, όταν ο Απόστολος
Πέτρος ρώτησε τον Χριστό μας περί του Ιωάννη «ούτος δε τι; δηλαδή, αυτός τι θα
απογίνει; καλά, εμένα μου είπες τι θα γίνω, αλλά ο Ιωάννης; Ο Κύριός μας
απήντησε: «εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;» (Ιω. κα’, 22)
δηλαδή· «εάν εγώ θέλω να τον κρατήσω ζωντανό μέχρι που θα ξαναέλθω, στην
Δεύτερη Παρουσία μου, εσένα τι σε νοιάζει; τι σε ενδιαφέρει; αυτό είναι θέμα
δικό μου».
Γι αὐτό και οι
Απόστολοι, άρχισαν να πιστεύουν και να το συζητούν μεταξύ τους, ότι ο Ιωάννης
δεν πρόκειται να αποθάνει· «εξήλθεν ουν ο λόγος ούτος εις τους αδελφούς ότι ο
μαθητής εκείνος ουκ αποθνήσκει» (Ιω. κα’, 23).
Όμως,
ο ίδιος ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, μας διευκρινίζει τα λόγια του Κυρίου μας,
λέγοντας ότι ο Χριστός δεν είπε ότι δε θα αποθάνει, αλλά εάν θέλει να τον
κρατήσει ζωντανό μέχρι να ξαναέλθει.
Πότε όμως θα έλθει ξανά ο Κύριός μας; Φυσικά στη Δευτέρα
παρουσία Του. Δεν έχουμε άλλους ερχομούς η παρουσίες του Χριστού μας. Μόνο δύο.
Την πρώτη, όταν έγινε άνθρωπος και εσταυρώθη για τη σωτηρία του κόσμου, και την
Δεύτερη, όταν θα έλθει στο τέλος του κόσμου για να κρίνει ζώντες και νεκρούς.
Άρα, αφού ο ίδιος ο Ιωάννης βεβαιώνει ότι σίγουρα θα
πεθάνει, όπως όλοι οι άνθρωποι της γης, δύο εκδοχές υπάρχουν·
Ή πέθανε τότε, κανονικά, όταν ζούσε στην εποχή του
Χριστού, ή θα πεθάνει στο τέλος του κόσμου.
Εάν όμως πάρουμε την πρώτη εκδοχή, ότι δηλαδή πέθανε
τότε, τότε προς τι ο λόγος του Κυρίου μας «εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι,
τι προς σε;» (Ιω. κα’, 22).
Πως θα ερμηνεύσουμε το· «μένειν έως έρχομαι;»
Το «έως έρχομαι» σημαίνει την Δευτέρα Παρουσία Του, άρα
θα τον κρατάει πεθαμένο μέχρι να ξανάρθει; Δεν ευσταθεί.
Εάν
υποθέσουμε πάλι ότι πέθανε και στη συνέχεια τον ανέστησε, όπως και την Παναγία
μας, και τον έχει κοντά Του, τότε και πάλι το «μένειν έως έρχομαι» πως θα το
εξηγήσουμε; Αφού είναι ήδη κοντά Του ανεστημένος και θα είναι πάντοτε πλέον,
εις τους αιώνας των αιώνων, πως θα τον κρατήσει μέχρι να ξανάρθει;
Μόνο λοιπόν αυτή η εξήγηση, κατά την ταπεινή μας άποψη,
ταιριάζει απόλυτα. Ότι θα μείνει ζωντανός, μέχρι την Δευτέρα Παρουσία Του, και
έπειτα θα αποθάνει και μάλιστα με μαρτυρικόν θάνατον, «και ουκ είπεν αυτώ ο
Ιησούς ότι ουκ αποθνήσκει, αλλ ἐάν αυτόν
θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε;» (Ιω. κα’, 23).
Τον κράτησε λοιπόν στη ζωή ο Θεός, προφανώς λόγω της
μεγάλης αγάπης που είχε στον Θεό και τους ανθρώπους· για να ξαναέλθει και να
κηρύξει, στηρίξει και βοηθήσει τους πιστούς της εποχής μας· οι οποίοι θα
παραπαίουν από τα πάθη και τις αμαρτίες, αλλά και από τα τεχνάσματα και τις
πανουργίες του διαβόλου και του Αντιχρίστου, και στη συνέχεια να αποθάνη, όπως
κάθε άνθρωπος επί της γης.
Μην
ξεχνάμε, ότι είναι και ο κατ εξοχήν
μαθητής της Αγάπης. Τα λιγοστά λόγια, που έλεγε τα τελευταία χρόνια στους
μαθητάς του ήταν: «Τεκνία, αγαπάτε αλλήλους»· «Παιδιά μου, να αγαπάτε ειλικρινά
ο ένας τον άλλον».
Ίσως ακόμη, και την ώρα που διετάχθη να καταπιεί το
βιβλίο της Αποκαλύψεως, ενώ στην αρχή ένοιωσε μια γλυκιά γεύση στο στόμα του,
προφανώς από την αίσθηση της αποκαλύψεως των θαυμασίων και των μυστηρίων του
Θεού, στη συνέχεια, όταν το βιβλίο κατέβηκε στην κοιλίαν του, όταν το «χώνεψε»
δηλαδή, όταν άρχισε και το επεξεργαζόταν και συνειδητοποιούσε όλα εκείνα τα
οποία επρόκειτο να περάσουν οι άνθρωποι της έσχατης γενιάς, ένιωσε μια πίκρα,
μια στεναχώρια μέσα του· «και έλαβον το βιβλίο εκ της χειρός του αγγέλου και
κατέφαγον αυτό, και ην εν τω στόματί μου ως μέλι γλυκύ· και ότε έφαγον αυτό,
επικράνθη η κοιλία μου» (Αποκ. ι’, 10) και ίσως, λέγω ίσως, εκείνη την ώρα να
ζήτησε και να παρακάλεσε από τον Θεό, να τον αφήσει να ζήσει μέχρι την εποχή
εκείνη, δηλαδή τη δικιά μας, για να μπορέσει να βοηθήσει και να εμψυχώσει τους
πιστούς.
Ή
ακόμη, μπορεί, ανακαλύπτοντας ότι ο Θεός τον είχε διαλέξει να ξαναέλθει στα
έσχατα, προς στιγμήν ένιωσε θλίψη, στεναχώρια και πίκρα που θα έμενε ακόμη τόσα
πολλά χρόνια κάτω στη γη, μακριά από τον Κύριο και Θεό Του που τόσο πολύ
αγάπησε και πίστεψε, όπως και ο Απόστολος Παύλος, αλλά και πολλοί άλλοι άγιοι,
που παρακαλούσαν να φύγουν γρήγορα από αυτή τη ζωή για να πάνε κοντά στο Θεό.
Αλλά και όταν κάποτε τα δύο αδέλφια, Ιάκωβος και Ιωάννης,
μη έχοντας ακόμη συνειδητοποιήσει κάποια πράγματα (διότι δεν είχε έλθει ακόμη η
Πεντηκοστή και δεν είχαν λάβει το Πνεύμα το Άγιον, όπου τους μεταμόρφωσε και
τους έκανε άλλους ανθρώπους, Χριστοφόρους, Θεοφόρους, Πνευματοφόρους), ζήτησαν
από τον Κύριο, όταν θα έλθει στη γήϊνη Βασιλεία Του, να βάλει τον ένα εκ δεξιών
και τον άλλον εξ ευωνύμων, ο Χριστός τους απήντησε· «Δεν γνωρίζετε τι ζητάτε,
διότι η Βασιλεία η δική μου, δεν είναι εδώ στη γη. Μπορείτε να πιείτε το
ποτήριον με τις θλίψεις, τις δοκιμασίες και τους διωγμούς που ήπια εγώ και να
βαπτισθείτε με το βάπτισμα (τον θάνατον) τον δικό μου;» Και εκείνοι απήντησαν·
«Μπορούμε Κύριε». Και ο Χριστός τους απαντά, ότι πράγματι έτσι θα γίνει. Δηλαδή
θα περάσουν όλα αυτά που πέρασε εκείνος και στο τέλος θα μαρτυρήσουν για την
πίστη τους (Μαρκ. ι’, 35-39).
Ο
Ιάκωβος πράγματι εμαρτύρησε, όπως γνωρίζουμε από τη βιογραφία του·
«...Τόσον δε πολύ ηγάπησεν αυτούς ο Δεσπότης Χριστός (τον
Ιάκωβον και τον Ιωάννην δηλαδή), ώστε εις μεν τον ένα αδελφόν, τον Ιωάννην,
προσέφερε το στήθος του, ίνα ανακλιθή επ
αὐτοῦ, εις δε τον άλλον αδελφόν, τούτον δηλαδή τον θείον Ιάκωβον, έδωκε
την τιμήν να πίη το ποτήριον του θανάτου, το οποίον Αυτός ο ίδιος ο Κύριος ημών
Ιησούς Χριστός έπιεν... Τα περί του μακαρίου τούτου Ιακώβου, πληροφορούμενος ο
Ηρώδης ο Αγρίππας, ο του Αριστοβούλου υιός, του οποίου θείος ήτο ο Ηρώδης ο
θανατώσας τον Πρόδρομον και μη υποφέρων να βλέπη αυτόν μετά τόσης παρρησίας
διδάσκοντα το Ευαγγέλιον μετά το Πάθος και το σωτήριον κήρυγμα του Χριστού,
εθανάτωσεν αυτόν δια μαχαίρας εν έτει από Χριστού μδ’ (44ω). Ούτω μετά τον
Πρωτομάρτυρα Στέφανον δεύτερον Μάρτυρα έστειλε τούτον προς τον Χριστόν, ως
γράφεται εις το βιβλίον των Πράξεων (ιβ’, 1-2): «Κατ ἐκεῖνον δε τον καιρόν επέβαλεν Ηρώδης ο
βασιλεύς τας χείρας κακώσαί τινας των από της εκκλησίας. ανείλε δε Ιάκωβον τον
αδελφόν Ιωάννου μαχαίρα».82\
Ο
Ιάκωβος λοιπόν, ο αδελφός του Ευαγγελιστού Ιωάννου εμαρτύρησε, σύμφωνα με τα
λόγια του Κυρίου μας.
Ο Ιωάννης; δεν πρέπει και αυτός όχι μόνον να πεθάνει ως
άνθρωπος, αλλά και να ΜΑΡΤΥΡΗΣΕΙ όπως προεφήτευσε ο Χριστός μας;
Φυσικά και έτσι θα γίνει· Είναι αδύνατον να διαψευστεί ο
Θεάνθρωπος Ιησούς· «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσι»
(Ματθ. κδ’, 35).
Πρέπει λοιπόν λογικά, να «ξαναέλθει» για να πεθάνει και
μάλιστα με μαρτυρικό θάνατο.
Αλλά
και εις την Αποκάλυψιν διαβάζουμε: «δει σε πάλιν προφητεύσαι επί λαοίς και
έθνεσι και γλώσσαις και βασιλεύσι πολλοίς» (Αποκ. ι’, 11).
Του λέει ο Άγγελος να καταπιεί το βιβλίο της Αποκαλύψεως,
προφανώς για να το χωνέψει και κατανοήσει απόλυτα επειδή του έχει ορίσει πάλι ο
Θεός να ξαναπροφητεύσει στα έσχατα χρόνια, σε πολλούς βασιλείς, λαούς, φυλές,
γλώσσες και έθνη σε όλο τον κόσμο.
Άλλωστε, ποιός θα ήτο καταλληλότερος του Ιωάννου, για να
ερμηνεύσει και εξηγήσει όλα εκείνα τα διαδραματισθέντα εις την «Αποκάλυψη», τα
οποία του απεκάλυψε ο ίδιος ο Θεός και έχουν σχέση με τον Αντίχριστο, το
σφράγισμα, τα σχέδιά του και την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας;
Η γνώμη βέβαια αυτή, δεν είναι μόνον ιδική μας, ούτε και
τα επινοούμε εμείς όλα αυτά.
«Ταύτα
δε διδάσκομεν, ουχ ευρεσιλογούντες, αλλ ἐκ
των θείων εκκλησιαζομένων Γραφών...»[83] (Αγίου Κυρίλλου).
Πολλοί Πατέρες έχουν καταγράψει τα ανωτέρω πολύ όμορφα,
γλαφυρά και ξεκάθαρα. Ας δούμε μερικούς.
Μαρτυρίες Αγίων Πατέρων σχετικές με το ότι
ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν έχει κοιμηθεί
1.
Ανθίμου Πατριάρχου Ιεροσολύμων
«Το δε ειπείν τον άγγελον προς αυτόν, δει σε πάλιν
προφητεύσαι επί λαοίς και έθνεσι και λοιπά, βεβαιοί το παρ ἡμῖν τοις Γραικοίς δόγμα περί τούτου του
αγίου και ενδόξου Ευγγελιστού Ιωάννου, ότι ουκ απέθανε θάνατον κατά διάζευξιν
ψυχής εκ του σώματος, αλλά μετέστη εν χώρω, ον είδε μόνος ο Κύριος, και ζη ως
και ο Ηλίας, ίνα πάλιν έλθη επί του αντιχρίστου μετά του Ηλιού και Ενώχ, και
διδάξη τους ανθρώπους α εκελεύσθη σφραγίσαι μέχρι του τηνικαύτα καιρού· τω γαρ
γένει των ανθρώπων τρεις νόμους δέδωκεν ο Θεός, τον φυσικόν λέγω, ον
ενομοθέτησεν ο Θεός τω Αδάμ εν τω παραδείσω, και αυτοδίδακτον τη ημών εκάστου
ενεκόλαψε φύσει, και τον γραπτόν, ον δια του Μωϋσέως δέδωκε τοις Ισραηλίταις εν
τω Σινά, και τον ευγγελικόν, ον δια των αγίων Αποστόλων παρέδωκεν ο Κύριος ημών
Ιησούς Χριστός εν Ιερουσαλήμ. Δει ουν εν εσχάτοις καιροίς παραγενέσθαι και μάρτυρας
τούτων· όθεν του μεν φυσικού, ελεύσεται ο Ενώχ, του δε Μωσαϊκού, ο Ηλίας, του
δε ευαγγελικού, ο παρών Ευαγγελιστής, όστις και συναποκτανθήσεται τω Ενώχ και
τω Ηλία επί αντιχρίστου· είρηται γαρ αυτώ και τω ομαίμονι αυτού Ιακώβω παρά του
Κυρίου· “Το ποτήριον ο εγώ πίνω πίεσθε, και το βάπτισμα, ο εγώ βαπτίζομαι,
βαπτισθήσεσθε” (Μαρκ. ι’, 39)· δηλούντος τον δια μαρτυρίου θάνατον· και ο μεν
Ιάκωβος υπό Ηρώδου ανηρέθη, και έπιε το ποτήριον του Χριστού, και εβαπτίσθη
κατά τον θάνατον αυτού· ο δε Ιωάννης ούπω του τοιούτου τετύχηκε τέλος. Εικότως
ουν λέγομεν, ότι αποκτανθήσεται επί αντιχρίστου, και αμφοτέροις πληρωθήσεται το
του Κυρίου λόγιον».[84]
2.
Αγίου Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας
«Έστοντας να ακούση ο Πέτρος, λέγουσιν, ότι μέλλει να
αποθάνη δια τον Χριστόν, είπεν, αλλά ο Ιωάννης τι; δεν θέλει αποθάνει και
αυτός; ο δε Χριστός δεν το απηγόρευσε τούτο, δηλαδή δεν το εβεβαίωσε να ειπή,
ότι δεν αποθαίνει· διότι κάθε άνθρωπος που θα γεννηθή, είναι βέβαιο ότι και θα
αποθάνη. Είπε δε το, εάν θέλω αυτόν μένειν, δηλαδή να ζη, έως της συντελείας
του κόσμου, και τότε να μαρτυρήση δι ἐμέ.
Δια τούτο και λέγουσιν, ότι ζη αυτός, πρόκειται δε να φονευθή υπό του
Αντιχρίστου μαζί με τον Ηλίαν, κηρύττοντες τον Χριστόν. Εάν δε και το μνήμα
αυτού φαίνεται, τι προς αυτό; διότι ζωντανός μεν εισήλθεν εις αυτό, και έπειτα
μετεστάθη. Καθώς και ο Ενώχ και ο Ηλίας. Ανατρέπει λοιπόν ο Ευαγγελιστής την
ψευδή δόξαν, δηλαδή εμποδίζει τον ψεύτικον λογισμόν εκείνων οπού νομίζουν, ότι
δεν αποθαίνει ο μαθητής αυτός, αλλά θέλει είναι αθάνατος· διότι κατά αλήθειαν
ψευδές είναι, το να είναι άνθρωπος αθάνατος. Διότι αν και ο Ενώχ, και ο Ηλίας
δεν απέθαναν, αλλ ὅμως πρόκειται στο
μέλλον να αποθάνουν· έτσι λοιπόν και αυτός, εάν και δεν απέθανεν, αλλά θέλει
αποθάνει. Το δε λεγόμενον και λογιζόμενον ότι δεν θα αποθάνει ποτέ, δηλαδή, το
ότι θα είναι αθάνατος, είναι ψεύδος...»[85]
3.
Αγίου Ιππολύτου
«Η μεν πρώτη Παρουσία του Κυρίου μας είχε Πρόδρομον τον
Βαπτιστή Ιωάννη, η δε Δευτέρα Παρουσία, εις την οποία πρόκειται να έλθει με
μεγάλη δόξα, θα έχει Προδρόμους τον Ενώχ, τον Ηλίαν και Ιωάννην τον Θεολόγον».
[86]
4.
Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου
«Επειδή θα είναι ολίγοι αυτοί που θα μπορέσουν να
αντέξουν και να γλυτώσουν από τις παγίδες του Αντιχρίστου, ο Θεός θα στείλει
τον Ηλία και τον Ενώχ, ίσως και τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, δεν το γνωρίζουμε αυτό,
προκειμένου να βοηθήσουν την αδύνατη και ασθενή ανθρώπινη φύση μας, ως
πρωτοστάτες και αθλοφόροι στον αγώνα και ομολογία τους υπέρ της νίκης του
Χριστού και κατά του Αντιχρίστου».[87]
5.
Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού
«...Το συγκεκριμένο «εάν αυτός θέλω να μείνει μέχρι να
ξανάρθω, εσένα τι σε νοιάζει;» έχει λεχθεί για τον Ιωάννη τον Θεολόγον, ο
οποίος δεν έχει γευθεί θάνατον και διαμένει ζωντανός μέχρι την Δευτέρα Παρουσία
του Κυρίου μας. Αυτή είναι η σωστή ερμηνεία που έχουν δώσει πολλοί από τους
σοφούς αγίους μας στο ανωτέρω χωρίον».[88]
6.
Μεγάλου Φωτίου
«...Μάρτυρες αδιάψευστοι ότι οι άνθρωποι, εάν δεν
αμάρτανε ο Αδάμ, δεν θα πέθαιναν και θα είχαν τα σώματά τους αιώνια, είναι οι
τρεις άνθρωποι Ενώχ, Ηλίας και Ιωάννης ο Θεολόγος, που ο Θεός κράτησε
ζωντανούς. Έναν από κάθε εποχή. Ο Ενώχ, ως ζήσας προ του Νόμου· ο Ηλίας μετά
τον Νόμον· και ο Ιωάννης μετά την Χάριν.
Απόδειξη δε ότι είναι ζωντανός και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης
είναι ο λόγος του Κυρίου μας στο Ευαγγέλιο που λέγει “Εάν αυτόν θέλω μένειν έως
έρχομαι, τι προς σε;”. Όχι ότι δεν θα αποθάνει όπως όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι,
αλλά ότι ο Θεός τον έχει φυλάξει ζωντανό για να ξαναέλθει ως Πρόδρομος στην
Δευτέρα Παρουσία Του μαζί με τον Ηλία και τον Ενώχ...».[89]
Έτσι λοιπόν καταλήγοντας, ταπεινή μας γνώμη είναι, ότι ο
δεύτερος Μάρτυρας και Προφήτης δεν θα είναι ο Ενώχ, αλλά ο Ιωάννης ο Θεολόγος.
Εάν βέβαια μιλάμε για δύο Μάρτυρας και Προφήτας, όπως λέγει η ιερή Αποκάλυψις.
«Και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου, και προφητεύσουσιν ημέρας χιλίας διακοσίας
εξήκοντα, περιβεβλημένοι σάκκους. ούτοι εισιν αι δύο ελαίαι και αι δύο λυχνίαι
αι ενώπιον του Κυρίου της γης εστώσαι» (Αποκ. ια’, 3-5).
Εάν είναι τρεις οι Μάρτυρες και Προφήτες, τότε θα είναι
και ο Ενώχ.
Η Αποκάλυψις όμως, είναι σαφής. Μιλάει για δύο ΜΑΡΤΥΡΑΣ
και ΠΡΟΦΗΤΑΣ και όχι για τρεις· «και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου...» (Αποκ. ια’,
3).
Βέβαια, και ο Ενώχ δεν πρέπει να έχει γευθεί θάνατον
σύμφωνα με τη Γραφή και τους Πατέρες, αλλά «μετέστη» επειδή ήτο δίκαιος και
ενάρετος και πιστός στον Θεόν· «και ευηρέστησεν Ενώχ τω Θεώ και ουχ ευρίσκετο,
ότι μετέθηκεν αυτόν ο Θεός» (Γεν. ε’, 24).
Όμως δεν υπάρχει κάτι άλλο στη Γραφή και στους Πατέρες,
που να μαρτυρεί τον ερχομόν του. Καμμία, μα καμμία, αγιογραφική μαρτυρία, εκτός
επαναλαμβάνω από τη συγκεκριμένη αυτή αναφορά της Αγίας Γραφής. Αυτή όμως, και
μόνον αυτή. Για το συγκεκριμένο αυτό θέμα γράφει και ο Μακαριώτατος
Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος, τα εξής:
«Περί μεν του Ηλία συμφωνούν οι ερμηνευτές ότι πρόκειται
ακριβώς περί αυτού και όχι περί του Ενώχ (υπάρχει και μία τέτοια άποψη αφού ο
Ηλίας και ο Ενώχ είναι δύο μοναδικοί άνθρωποι στην ιστορία του κόσμου οι οποίοι
δεν γνώρισαν θάνατο). Το γεγονός λοιπόν αυτό, οδηγεί στην επιλογή του Ενώχ ως
του δευτέρου μάρτυρος, στη θέση δηλαδή του Μωϋσέως, χωρίς όμως να υπάρχει
καμμιά άλλη σαφής μαρτυρία στην Αγία Γραφή».[90]
Αναφορές για τον Προφήτη Ηλία
Για τον Προφήτη Ηλία υπάρχουν πολλές αναφορές και μάλιστα
ονομαστικές.
Όπως· Στον Προφήτη Μαλαχία: «και ιδού εγώ αποστελώ υμίν
Ηλίαν τον Θεσβίτην, πριν η ελθείν την ημέραν Κυρίου την μεγάλην και επιφανή»,
(Μαλαχία δ’, 4).
Στον Ευαγγελιστή Μάρκο: «Ηλίας μεν ελθών πρώτον
αποκαθιστά πάντα» (Μαρκ. θ’, 12).
Στον Ευαγγελιστή Λουκά: «εν πνεύματι και δυνάμει Ηλίου»
(Λουκ. α’, 17).
Στον Ευαγγελιστή Ματθαίον: «ηρώτα τους μαθητάς αυτού (ο
Ιησούς) λέγων· τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου; οι δε
είπον· οι μεν Ιωάννην τον βαπτιστήν, άλλοι δε Ηλίαν, έτεροι δε Ιερεμίαν η ένα
των προφητών» (Ματθ. ιστ’, 13-14). Που από εδώ βγαίνει, ότι οι τότε Ιουδαίοι
περίμεναν τον Ηλία να έλθει, ως Πρόδρομο του Μεσσία τους.
Στον
άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομον, ο οποίος ερμηνεύοντας διάφορα χωρία της Γραφής,
λέγει τα εξής:
«Και ο Ηλίας θα έρθει τότε για ν ἀσφαλίσει τους πιστούς (Μαλαχ. δ’, 5). Και
αυτό το λέγει ο Χριστός· “έρχεται ο Ηλίας και θ
ἀποκαταστήσει τα πάντα” (Μαρκ. θ’, 12). Γι αὐτό έχει λεχθεί για τον Ιωάννη το “με δύναμη
και πνεύμα του Ηλία” (Λουκ. α , 17). Γιατί ο Ιωάννης δεν έκαμε σημείο, όπως ο
Ηλίας, ούτε θαύματα· γιατί λέγει “ο Ιωάννης δεν έκαμε κανένα σημείο, όλα όμως
όσα είπε ο Ιωάννης γι αὐτόν, ήταν
αληθινά” (Ιω. ι , 41). Πως λοιπόν “με δύναμη και πνεύμα του Ηλία;” Δηλαδή
θ ἀναλάβει την ίδια διακονία. Όπως ακριβώς
εκείνος υπήρξε πρόδρομος της πρώτης παρουσίας, έτσι και αυτός θα είναι
πρόδρομος της δεύτερης και ένδοξης παρουσίας αυτού, και γι αὐτό το σκοπό φυλάσσεται. Ας μη φοβηθούμε
λοιπόν...»[91] (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου)
Αναφορές για τον Ιωάννη τον Θεολόγο
Για τον Ευαγγελιστή Ιωάννη επίσης, υπάρχουν πολλές
αναφορές.
Στην
Αποκάλυψη: «δει σε πάλιν προφητεύσαι επί λαοίς και έθνεσι και γλώσσαις και
βασιλεύσι πολλοίς» (Αποκ. ι’, 11).
Στο Ευαγγέλιο του: «εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι
προς σε; εξήλθεν ουν ο λόγος ούτος εις τους αδελφούς ότι ο μαθητής εκείνος ουκ
αποθνήσκει» (Ιω. κα’, 22-23).
Στον Ευαγγελιστή Μάρκο: «Και προσπορεύονται αυτώ Ιάκωβος
και Ιωάννης υιοί Ζεβεδαίου λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ίνα ο εάν αιτήσωμεν
ποιήσης ημίν. ο δε είπεν αυτοίς· τι θέλετε ποιήσαί με υμίν; οι δε είπον αυτώ·
δος ημίν ίνα εις εκ δεξιών και εις εξ ευωνύμων σου καθίσωμεν εν τη δόξη σου. ο
δε Ιησούς είπεν αυτοίς· ουκ οίδατε τι αιτείσθε. δύνασθε πιείν το ποτήριον ο εγώ
πίνω, και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήναι; οι δε είπον αυτώ· δυνάμεθα·
ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· το μεν ποτήριον ο εγώ πίνω πίεσθε, και το βάπτισμα ο
εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε» (Μαρκ. ι’, 35-39).
Ορισμένοι
λένε, ότι ο Ιωάννης, στο συγκεκριμένο χωρίο της Αποκαλύψεως (ια , 3) αναφέρει
δύο και όχι τρεις από ταπείνωση. Και στο Ευαγγέλιο του, λένε, πολλές φορές δεν
αναφέρει το όνομά του, από ταπείνωση, αλλά λέει· «ο μαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς»
(Ιω. κα’, 20) ή «ο άλλος μαθητής» (Ιω. ιη’, 15 και 16) ή κάτι παρόμοιο.
Λυπάμαι, αλλά έχουν πέρα για πέρα άδικο. Διότι αφ ενός το ομολογούν και οι ίδιοι, ότι ο ίδιος ο
Ιωάννης αναφέρει «ο μαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς» η «ο άλλος μαθητής». Άρα μπορεί
να μην αναφέρει το όνομά του, κάνει όμως νύξη και αναφορά στο πρόσωπό του, δεν
το παραλείπει. Γιατί λοιπόν να μην κάνει το ίδιο και εδώ, στο συγκεκριμένο
χωρίο της Αποκαλύψεως, αναφέροντας είτε, «ο μαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς» είτε «ο
άλλος μαθητής» είτε ο,τιδήποτε άλλο; Αφ ἑτέρου
εδώ, δεν τίθεται καν θέμα ταπεινώσεως και μετριοφροσύνης, διότι δεν αναφέρει
ονόματα για τους δύο προφήτας και μάρτυρας, ώστε από ταπείνωση να παραλείπει το
δικό του. Εδώ, μιλάει αριθμητικά και όχι ονομαστικά. Λέει· θα αποστείλλει ο
Θεός τους δύο προφήτας και μάρτυράς του.
Τι
να έγραφε δύο, όπως έγραψε, τι να έγραφε τρεις. Τι θα άλλαζε; Με το δύο θα
έδειχνε ταπείνωση, ενώ με το τρεις υπερηφάνεια; Μα αφού, ούτε στο δύο αναφέρει
ονόματα, ούτε στο τρεις θα ανέφερε ονόματα.
Δεν ευσταθεί λοιπόν, καθόλου, το επιχείρημά τους.
Έτσι λοιπόν για τον Προφήτη Ηλία και τον Ευαγγελιστή
Ιωάννη υπάρχουν πολλές αναφορές της Αγίας Γραφής. Για τον Ενώχ όμως, δεν
υπάρχει καμμία άλλη αναφορά εκτός της συγκεκριμένης που ήδη αναφέραμε.
Ας
είναι όμως, εγώ δεν είμαι ούτε άγιος, ούτε προφήτης για να γνωρίζω ακριβώς την
αλήθεια, γύρω από το συγκεκριμένο θέμα.
Ζήτημα δευτερεύον και θεολογούμενον
Αν οι άγιοί μας, μιλώντας για το θέμα αυτό δεχόταν και το
ένα και το άλλο, όπως ήδη έχουμε αναφέρει και δει σε πολλά κείμενα των αγίων
μας και εάν για το ίδιο θέμα ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος
γράφει, ότι ο ένας από τους δύο Προφήτας θα είναι ο Προφήτης Μωϋσής,
καταλήγοντας όμως ότι: «Πολλοί
ερμηνευτές βεβαίως θεωρούν ότι είναι λεπτομέρεια το ποιοί θα είναι οι δύο
μάρτυρες της Αποκαλύψεως. Εκείνο όμως το οποίο εμάς κυρίως μας ενδιαφέρει και
το οποίο πρέπει να τονίσουμε είναι αυτό που αναφέραμε προηγουμένως ότι δηλαδή
στον καιρό της μεγάλης δοκιμασίας και της δεινής καταστάσεως εις βάρος των
πιστών ο Θεός δεν θα μας αφήσει μόνους και αβοήθητους...» [92] πόσο μάλλον η
ταπεινότης μου.
Άλλωστε το συγκεκριμένο θέμα, όπως λέει και ο Μέγας
Φώτιος, δεν είναι θέμα πίστεως η δογματικό, ώστε να μην έχει κανείς δικαίωμα να
προσθέσει ή να αφαιρέσει κάτι χωρίς τον κίνδυνο να χαρακτηρισθεί αιρετικός,
αλλά είναι θέμα δευτερεύον και «θεολογούμενον» όπως λέγεται και γι αυτό, απλώς, σας εξωτερικεύω τις σκέψεις μου
και σας καταθέτω την άποψή μου, όχι δογματικά και αποφαντικά, αλλά ερμηνευτικά
και ταπεινά, «ο δε χρόνος και η πείρα τοις νήφουσιν»[93], όπως λέγει και ο
άγιος Ανδρέας Καισαρείας, σύντομα θα δείξει τι απ όλα αυτά θα γίνει.
«Εκείνο δε δήλον, ως το παρόν ζήτημα, (η έλευσις ή όχι
του Ιωάννου) καν της αληθείας παρασφαλή, ου φέρει ψυχής κίνδυνον. Η μεν γαρ
περί πίστεως έρευνα της αληθείας παρατραπείσα ναυάγιον μέγα τη ψυχή προξενεί,
διο δη και βραχείας της εις αυτήν τελούσης αντέχεσθαι δει συλλαβής· η δε
ζήτησις των παρά την ευσέβειαν προβλημάτων καλόν μεν ει προς το της αληθείας
καταλήγει τέλος· ει δε γε ταύτης αστοχήσει, ου καλόν μεν, όμως όλεθρον ψυχής ου
φέρει». [94] (Μεγάλου Φωτίου)
Όπου
Θεός βούλεται νικάται φύσεως τάξις
Ορισμένοι, βέβαια, ίσως αναρωτηθούν. Καλά, είναι δυνατόν
να ζει άνθρωπος, τόσα πολλά χρόνια;
Κάτω από κανονικές και φυσιολογικές συνθήκες, φυσικά και
δεν είναι δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο. Αν και εις τους χρόνους της Παλαιάς
Διαθήκης, οι άνθρωποι ζούσαν πολύ περισσότερα χρόνια, απ ὅ,τι ζουν σήμερα. Ζούσαν 200, 300, 500, έως
και χίλια χρόνια.
Ο Αδάμ π.χ., έζησε 930 έτη.
Ο Νώε, έζησε 950.
Ο Μαθουσάλας έζησε τα περισσότερα χρόνια που έζησε
άνθρωπος επάνω σ αὐτήν τη γη, 969
χρόνια.
Προσοχή,
κάνουμε μια διευκρίνιση. Δεν υπήρχε άλλη μονάδα μετρήσεως των ετών, όπως
νομίζουν και πιστεύουν κάποιοι από άγνοια, η ισχυρίζονται και υποστηρίζουν
κάποιοι άλλοι, αναπόδεικτα.
Ας μην ξεχνάμε όμως ότι, πάνω από όλους τους Νόμους της
φύσεως και πάνω από όλα τα δημιουργήματα, είναι ο Νομοθέτης και ο Δημιουργός.
Εκείνος όπου εδημιούργησε τα πάντα από το πουθενά, και
έθεσε τους φυσικούς νόμους.
Εκείνος όπου, «εκ του μη όντος εις το είναι ημάς
παρήγαγε».
Εκείνος όπου, «όταν βούλεται νικάται φύσεως τάξις».
Εκείνος όπου, «ουκ αδυνατεί παρά τω Θεώ παν ρήμα».
Δεν υπάρχει ΤΙΠΟΤΑ που δεν μπορεί, εάν θέλει, να το
κατορθώσει ο Θεός.
Γιατί ο Θεός θα στείλει τους δύο προφήτας Του
Έτσι λοιπόν και εδώ. Θέλησε ο Θεός και κράτησε ζωντανούς,
μέχρι και σήμερα, τους Προφήτες Ηλία και Ιωάννη, για να παίξουν σημαντικό ρόλο
στην περίοδο του Αντιχρίστου.
Μια που προφανώς τότε, οι περισσότεροι από εμάς, αλλά
δυστυχώς και οι περισσότεροι κληρικοί, οι φύσει και θέσει φρουροί και ταγοί της
Πίστεως και της Πατρίδος μας θα έχουν «προδώσει», άλλοι εν γνώσει η εν αγνοία,
άλλοι εκούσια η ακούσια, δεν έχει σημασία, τον Θεό, την Εκκλησία και το Λαό
Του, και θα ακολουθούν τον Αντίχριστο και το σύστημά του, σύμφωνα με τους
λόγους των αγίων μας.
Οι
ποιμένες ως λύκοι γενήσονται
«Οι ποιμένες ως λύκοι γενήσονται. οι ιερείς το ψεύδος
ασπάσονται. οι μοναχοί τα του κόσμου ποθήσουσιν...»[95] γράφει για την εποχή
του Αντιχρίστου ο άγιος Ιππόλυτος.
«Οι κληρικοί θα γίνουν οι χειρότεροι και ασεβέστεροι των
όλων»[96] προφητεύει για τα έσχατα χρόνια ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.
«Όταν πλησιάση ο καιρός της ελεύσεως του Αντιχρίστου θα
σκοτισθή η διάνοια των ανθρώπων από τα πάθη της σαρκός και θα πληθυνθή σφόδρα η
ασέβεια και η ανομία... Οι ποιμένες των Χριστιανών Αρχιερείς και ιερείς θα
είναι άνδρες κενόδοξοι, μη γνωρίζοντες παντελώς την δεξιάν οδόν από την
αριστεράν... Αι εκκλησίαι δε του Θεού θα στερηθούν ευλαβών και ευσεβών Ποιμένων
και αλλοίμονον τότε εις τους εν τω κόσμω ευρισκομένους Χριστιανούς οι οποίοι θα
στερηθούν τελείως την πίστιν, διότι δεν θα βλέπουν από κανένα φως
επιγνώσεως...»[97] προφητεύει και ο άγιος Νείλος.
«Εν ταις ημέραις εκείναις... θέλουν προχειρίζεσθαι
ηγούμενοι και ποιμένες άνδρες αδόκιμοι αρετής, άπιστοι... μη διακρίνοντες την
δεξιάν οδόν εκ της αριστεράς, αμελείς, φιλομέριμνοι, τα πρωτεία με δώρα
αρπάζοντες... μη γνωρίζοντες κατηχείν και νουθετείν το ποίμνιον... εκ της
τοιαύτης δε αμελείας και καταφρονήσεως των ποιμένων απολούνται οι
αδελφοί...»[98] προφητεύει και ο Αββάς Μωϋσής.
Και
ο άγιος Κύριλλος·
«Αλλά ζητάμε δικό μας σημείο της παρουσίας του Κυρίου.
Εμείς οι εκκλησιαστικοί ζητάμε εκκλησιαστικό σημείο, και ο Κύριος λέγει· “και
τότε θα σκανδαλισθούν πολλοί και θα παραδώσουν ο ένας τον άλλο και θα μισήσουν
ο ένας τον άλλο” (Ματθ. κ , ις ). Αν ακούσεις ότι, επίσκοποι στρέφονται
εναντίον επισκόπων, και κληρικοί εναντίον κληρικών, και λαοί εναντίον λαών, και
φτάνουν μέχρι να χυθεί αίμα, να μην ταραχθείς. Διότι κάτι τέτοιο είναι ήδη
γραμμένο».[99] (Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων)
Ο
καιρός της εμφανίσεως των Προφητών και ο σκοπός τους
Οι δύο Προφήτες θα εμφανιστούν, ταυτόχρονα σχεδόν με τον
Αντίχριστο και θα κηρύξουν 1260 μέρες· «και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου και
προφητεύσουσιν ημέρας χιλίας διακοσίας εξήκοντα, περιβεβλημένοι σάκκους...»
(Αποκ. ια’, 3).
Δηλαδή, 42 μήνες η τρισήμισυ περίπου χρόνια (για την
ακρίβεια, τρία χρόνια και πεντέμισυ μήνες).
(3ι365=1095
και 5ι30=150 και 15. Εάν αθροίσουμε το 1095+150+15 =1.260 ημέρες).
Οι δυό Προφήτες μας, θα έλθουν για να καταδείξουν και να
στιγματίσουν τον Αντίχριστο σε όλους. Θα έλθουν για να προφυλάξουν τους πιστούς
από τα τεχνάσματα και τις πανουργίες του Αντιχρίστου. Θα έλθουν για να κηρύξουν
σε όλους τους ανθρώπους την αλήθεια του Θεού. Θα έλθουν για να αποκαταστήσουν
τις καρδιές και τις σχέσεις των ανθρώπων. Θα έλθουν για να βοηθήσουν τους
Εβραίους και να τους δώσουν μια τελευταία ευκαιρία, πριν το τέλος, μήπως και
αποδεχθούν τον αληθινό Μεσσία και Σωτήρα τους, τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν.
Θα έλθουν για να επιστρέψουν καρδίας πατέρων προς τα παιδιά τους, όπως λέγει ο
Προφήτης Μαλαχίας·
«και ιδού εγώ αποστελώ υμίν Ηλίαν τον Θεσβίτην, πριν η
ελθείν την ημέραν Κυρίου την μεγάλην και επιφανή, ος αποκαταστήσει καρδίαν
πατρός προς υιόν και καρδίαν ανθρώπου προς τον πλησίον αυτού, μη ελθών πατάξω
την γην άρδην» (Μαλαχ. δ’, 4-5).
Ερμηνεύοντας
το συγκεκριμμένο χωρίο ο άγιος Χρυσόστομος, λέγει τα εξής σημαντικά: «Προσέξτε
δεν είπε ότι θα αποκαταστήσει την καρδία του υιού προς τον πατέρα του, αλλά
“του πατρός προς τον υιόν”. Γιατί επειδή οι Ιουδαίοι ήσαν πατέρες των Αποστόλων,
λέγει αυτό, ότι ο Προφήτης Ηλίας θα οδηγήση εις το να πιστέψουν οι Εβραίοι εις
τας αλήθειας των υιών τους, δηλαδή των Αποστόλων»[100] (Αγίου Ιωάννου
Χρυσοστόμου).
Θα έλθουν για να βοηθήσουν και να στηρίξουν, όλους
εκείνους που θα έχουν καλή προαίρεση, η θα ολιγοπιστούν και θα
αμφιταλαντεύονται λόγω των πολλών, «ισχυρών» φωνών που θα ακούγονται υπέρ του
Αντιχρίστου, αλλά και τα πολλά «σημεία και τέρατα» που θα πράττει ο ίδιος και ο
ψευδοπροφήτης του, ο Πάπας.
Θα έλθουν τέλος, δια να οδηγήσουν και να καθοδηγήσουν
όσους θα έχουν απομείνει πιστοί εις τον Ένα και Αληθινό Τριαδικό Θεό, εις την
Μία και Μοναδική εξ αποκαλύψεως Αλήθεια, αυτήν της Ορθοδόξου Πίστεως.
Θα έλθουν, με μια λέξη, για να «αποκαταστήσουν τα πάντα».
«Προτού μάλιστα να συμβούν αυτά, θα στείλει ο Κύριος, ως
εύσπλαχνος, τον Ηλία τον Θεσβίτη και τον Ενώχ, για να διδάξουν αυτοί την
ευσέβεια στο γένος των ανθρώπων και να κηρύξουν με παρρησία σε όλους τη γνώση
του Θεού, ώστε να μην πιστεύσουν στον τύραννο από φόβο, και θα κραυγάζουν και
θα λένε· Άνθρωποι, είναι απατεώνας· κανείς να μην πιστεύσει εντελώς σ αὐτόν, ούτε να υπακούσει στον θεομάχο». [101]
(Οσίου Εφραίμ του Σύρου)
«Τέλος
θα σταλούν ο Ενώχ και ο Ηλίας ο Θεσβίτης και θα φέρουν πίσω πατέρες στα παιδιά
τους, δηλαδή τη συναγωγή στον Κύριό μας Ιησού Χριστό και στο κήρυγμα των
αποστόλων, και γι αυτό θα φονευθούν».[102] (Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού)
«Και ο Ηλίας θα έρθει τότε για ν ασφαλίσει τους πιστούς. Και αυτό το λέγει ο
Χριστός· “έρχεται ο Ηλίας και θ΄
αποκαταστήσει τα πάντα”... Όπως ακριβώς εκείνος υπήρξε πρόδρομος της
πρώτης παρουσίας, έτσι και αυτός θα είναι πρόδρομος της δεύτερης και ένδοξης
παρουσίας αυτού, και γι αὐτό το σκοπό
φυλάσσεται. Ας μη φοβηθούμε λοιπόν...»[103] (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου)
Η
Δράσις των δύο Προφητών για τρισήμισυ έτη
Στο διάστημα αυτό των 1.260 ημερών, οι δύο Προφήτες θα
μπορούν να κηρύττουν ελεύθερα σε όλη την οικουμένη και συγχρόνως να ελέγχουν
δριμύτατα τον Αντίχριστον και τα όργανά του, χωρίς να μπορεί κανείς να τους
εμποδίσει, η να τους συλλάβει, η να τους κάνει οποιοδήποτε κακό. Ανθρώπινο χέρι
δεν θα μπορέσει να τους αγγίξει. Ούτε καν να τους πλησιάσει κάποιος. Θα έχουν
λάβει το χάρισμα και τη δύναμιν εξ ουρανού, ώστε, όποτε θελήσουν, να «βγαίνει
φωτιά από το στόμα τους» και να κατακαίει όσους θα επιχειρήσουν να τους
συλλάβουν η να τους κάμουν κακό.
Δηλαδή
ο Θεός δεν θα επιτρέπει σε κανέναν να τους βλάψει στο ελάχιστο. Μόλις δε
συμπληρωθούν τα χρόνια δράσης τους και έχει επιτελεσθεί το έργο και ο σκοπός
τους, τότε θα επιτρέψει ο Θεός να συλληφθούν και να θανατωθούν.
Για τους λόγους αυτούς, όλοι εκείνοι οι οποίοι θα
υπηρετούν τον Αντίχριστον, μικροί και μεγάλοι, άνδρες και γυναίκες και
ιδιαίτερα, οι πολιτικοί και εκκλησιαστικοί άρχοντες, θα μισήσουν τόσο πολύ τους
δύο αυτούς Προφήτες, ώστε μόνη τους σκέψη και επιθυμία θα είναι η σύλληψη και
θανάτωσή τους. Με αυτήν τη σκέψη θα κοιμούνται και μ αυτήν τη σκέψη θα ξυπνούν· (Θεέ μου, φύλαξε
μας από τοιαύτην πώρωσιν και διαστροφήν)!
Μάταια όμως θα προσπαθούν επί τρισήμισυ χρόνια να τους
συλλάβουν και να τους θανατώσουν. Μόνο όταν ολοκληρώσουν το έργο τους και την
αποστολή τους ο Θεός θα επιτρέψει να συλληφθούν και να θανατωθούν με μαρτυρικό
θάνατο, για να λάβουν και αυτοί, ως θνητοί άνθρωποι, πείρα θανάτου και να
εκπληρωθεί ο αδιάψευστος Λόγος του Θεού μας, που λέγει· «Γη ει και εις γην
απελεύση» (Γεν. γ’, 19) και «ουκ έστι άνθρωπος ος ζήσεται και ουκ όψεται
θάνατον» (Ψαλμ. πη’, 49).
«...και πληρώσουσι την μαρτυρίαν αυτών, καθώς φησι και
τούτο Δανιήλ, προεωρακώς ότι το θηρίον το αναβαίνον εκ της αβύσσου ποιήσει μετ΄
αυτών πόλεμον, ήγουν μετά Ενώχ, Ηλία και Ιωάννου, και νικήσει αυτούς και
αποκτενεί αυτούς δια το μη θέλειν αυτούς δόξαν δούναι τω διαβόλω τουτέστι το
αναφανέν μικρόν κέρας, ος επαρθείς τη καρδία λοιπόν άρχεται εαυτόν υψούν και
δοξάζειν ως θεόν, διώκων τους αγίους και βλασφημών τον Χριστόν»[104] (Αγίου
Ιππολύτου).
Ο
θάνατος και η Ανάστασις των δύο Προφητών
Αφού λοιπόν περάσουν οι 1.260 ημέρες (3.5 έτη) τότε ο
Αντίχριστος, κατά παραχώρηση Κυρίου, θα συλλάβει τους δύο Προφήτας, Ηλία και
Ιωάννη, και θα τους κρεμάσει στην πλατεία της Ιερουσαλήμ.
Η Πλατεία αυτή, σύμφωνα με την Ιερά Αποκάλυψη και την
μέχρι σήμερα παράδοση των Αγιοταφιτών Πατέρων, πρέπει να είναι η Αγία Αυλή, η
οποία ευρίσκεται έξω από το Ναό της Αναστάσεως του Κυρίου μας «εκεί όπου και ο
Κύριος αυτών εσταυρώθη» (Αποκ. ια’, 8), ετάφη και ανεστήθη, ο Ιησούς Χριστός,
για να τους ιδεί όλος ο κόσμος και αφ΄ ενός μεν να κάμει επίδειξη της δυνάμεώς
του ο Αντίχριστος, και να στείλει ένα μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις, αφ΄
ετέρου δε για να χαρούν, να γλεντήσουν και να ησυχάσουν όλοι εκείνοι που
ηλέγχοντο και μισούσαν τους Προφήτες.
Πράγματι, μέχρι δώρα θα ανταλλάσουν μεταξύ τους όλοι
αυτοί· «και οι κατοικούντες επί της γης χαίρουσιν επ΄ αυτοίς, και ευφρανθήσονται και δώρα πέμψουσιν
αλλήλοις» (Αποκ. ια’, 10), επειδή επιτέλους συνελήφθησαν οι δύο «πλάνοι και
απατεώνες», οι δύο «ψευδοδιδάσκαλοι και ψευδοπροφήτες», οι δύο «τρομοκράτες»,
οι δύο...
Και
ενώ αυτοί θα πανηγυρίζουν, οι δυστυχείς, για τη μεγάλη τους «επιτυχία», που
επιτέλους γλύτωσαν από τους δύο Προφήτας, και ενώ όλος ο κόσμος θα βλέπει
(δορυφορικά μέσω των τηλεοράσεών τους) τα άψυχα σώματα των δύο Προφητών να
είναι κρεμασμένα επί τρεις και ήμισυ ημέρας, ξαφνικά θα πραγματοποιηθεί ένα
μεγάλο θαύμα!
Τα σώματα των δύο Προφητών θα αναστηθούν και θα
αναληφθούν εις τους ουρανούς, πιστοποιώντας για μία ακόμη φορά την πίστη μας
στην ανάσταση των νεκρών, αλλά και την ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΙΑ του Θεού, μην αφήνοντας
πλέον κανένα περιθώριο αμφισβητήσεως εις ουδένα και αφήνοντας έντρομους και
έκπληκτους όλους τους κατοικούντας επί της γης, και ιδιαίτερα τους εχθρούς
αυτών.
Και δεν είναι μόνον αυτό. Αλλά κατά την ίδιαν ημέραν θα
γίνει μέγας σεισμός, κατά τον οποίον θα καταστραφεί το 1/10 της πόλεως της
Ιερουσαλήμ και θα σκοτωθούν 7.000 άνθρωποι. Τόσος δε θα είναι ο φόβος και ο
τρόμος όλων, ώστε πολλοί θα δοξάσουν τον Θεό του ουρανού.
«Και μετά τας τρεις ημέρας και ήμισυ, πνεύμα ζωής εκ του
Θεού εισήλθεν εις αυτούς, και έστησαν επί τους πόδας αυτών, και φόβος μέγας
επέπεσεν επί τους θεωρούντας αυτούς. και ήκουσα φωνήν μεγάλην εκ του ουρανού
λέγουσαν αυτοίς· ανάβητε ώδε. και ανέβησαν εις τον ουρανόν εν τη νεφέλη, και
εθεώρησαν αυτούς οι εχθροί αυτών. Και εν εκείνη τη ημέρα εγένετο σεισμός μέγας,
και το δέκατον της πόλεως έπεσε, και απεκτάνθησαν εν τω σεισμώ ονόματα ανθρώπων
χιλιάδες επτά, και οι λοιποί έμφοβοι εγένοντο και έδωκαν δόξαν τω Θεώ του
ουρανού» (Αποκ. ια’, 11-13).
Απαραίτητο
λοιπόν ΣΗΜΕΙΟ για την εμφάνιση του Αντιχρίστου είναι και η έλευσις, ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ,
των δύο Προφητών.
Προσοχή όμως, διότι όπως πάντα άλλωστε, ο διάβολος θα
θελήσει και εδώ να μας μπερδέψει και σίγουρα κάποιους ψευτοπροφήτες θα στείλει,
οι οποίοι θα παριστάνουν τον Ηλία και τον Ιωάννη, προκειμένου να μας
δημιουργήσουν σύγχυση και ταραχή.
Για όσους είναι καλοπροαίρετοι, γνωρίζουν τα ανωτέρω και
έχουν σώας τας φρένας, ζουν μυστηριακή ζωή και μελετούν το Λόγο του Θεού, έχουν
ταπείνωση και παρακαλούν με δάκρυα τον Θεόν να τους βοηθήσει σ αὐτές τις πολύ δύσκολες στιγμές, σίγουρα ο
Θεός θα τους βοηθήσει να μην πλανηθούν και να αντιληφθούν ποιοί θα είναι οι
αληθινοί Προφήτες Του. Και όχι μόνον αυτό, αλλά και θα αξιωθούν να τους δουν
από κοντά, να πάρουν την ευχή και ευλογία τους, να συνομιλήσουν μαζί τους, να
τους ρωτήσουν και να τους συμβουλευθούν για διάφορα προσωπικά τους θέματα (ο
νοών νοείτω...) αλλά και άλλα πολλά.
Εύχομαι
ειλικρινά να είμαστε όλοι μας. Αμήν.
Γιατί δεν θα δεχθούν οι περισσότεροι άνθρωποι τους δύο
Προφήτας
Ένα ερώτημα που
απασχολεί πολλούς και τους δημιουργεί διάφορα ερωτήματα και αμφιβολίες είναι,
το πως είναι δυνατόν αφού θα έλθουν οι δύο Προφήτες για να κηρύξουν και να
βοηθήσουν τον κόσμο να μην πλανηθεί, οι πιστοί, δεν θα τους ακούσουν, δεν θα
τους δεχθούν, και δεν θα τους ακολουθήσουν;
Και ακόμη μάλιστα, πως είναι δυνατόν, ιδιαίτερα οι
Χριστιανοί, όχι μόνο να μην αναγνωρίσουν, να μη δεχθούν και να μην ακολουθήσουν
τους δύο Προφήτας, αλλά αντιθέτως να δεχθούν και να προσκυνήσουν τον
Αντίχριστο; Τους φαίνεται πολύ περίεργο, αδιανόητο και απίστευτο να συμβεί.
Η απάντηση όμως είναι απλή.
Για τους ίδιους ακριβώς λόγους που δεν δέχθησαν και δεν
ακολούθησαν τον Χριστόν, τότε, οι άνθρωποι και ειδικώτερα οι Ιουδαίοι, οι
Γραμματείς και οι Φαρισσαίοι, που ενώ γνώριζαν την Γραφή, ενώ ήξεραν τις
Προφητείες για την έλευση του Μεσσία, ενώ ήταν κοινή πεποίθηση ότι θα έλθη η
ότι έρχεται ο Μεσσίας τους, όταν τελικά ήλθε δεν Τον αναγνώρισαν, δεν Τον
δέχθηκαν και Τον σταύρωσαν.
Ο διάβολος, αφού δεν μπόρεσε τους Ιουδαίους να τους
απομακρύνει από τους Νόμους του Μωϋσέως και την προσκύνηση του Αληθινού Θεού,
όπως τους άλλους λαούς που λάτρευαν τα είδωλα και τα δαιμόνια, κατάφερε
σιγά-σιγά να τους αλλοιώσει πνευματικά.
Κατάφερε
να τους υποδουλώσει στα πάθη τους και τους εγωϊσμούς τους, κάνοντάς τους να
προσέχουν τους τύπους και όχι την ουσία των εντολών του Θεού, προσθέτοντας κατά
καιρούς διάφορες παραδόσεις των πρεσβυτέρων που ερχόταν σε αντίθεση με τον Νόμο
του Θεού.
Κατάφερε ακόμη σιγά-σιγά να διαστρέψει το νόημα και το
πνεύμα των προφητειών για την έλευση του Χριστού, κάνοντάς τους όλους να
περιμένουν με προσμονή, αγωνία και αδημονία την έλευσή Του, αλλά όχι ως Μεσσία
και Σωτήρα της ψυχής τους που θα τους ελευθέρωνε από την αμαρτία, την φθορά,
τον θάνατο και την κυριαρχία του Διαβόλου, αλλά ως Μεσσία και Σωτήρα των
σωμάτων τους, που θα τους ελευθέρωνε και θα τους έσωζε από την σκλαβιά και την
κυριαρχίαν των Ρωμαίων, αλλά και των υπολοίπων λαών, εγκαθιδρύοντας μία
παγκόσμιο κυριαρχία με Βασιλέα τον Χριστό και κυρίαρχο λαό τους Εβραίους.
Κάτι
παρόμοιο λοιπόν συμβαίνει και σήμερα.
Ο,τι ίσχυε και γινόταν πριν έλθη ο Κύριος στην Πρώτη Του
Παρουσία, τα ίδια περίπου θα ισχύουν και για την Δεύτερη Παρουσία Του. Για τους
ίδιους ακριβώς λόγους οι άνθρωποι δεν θα δεχθούν και δεν θα ακολουθήσουν τους
δύο Προφήτας του Θεού, ενώ θα αποδεχθούν και θα προσκυνήσουν με μεγάλη ευκολία
και χαρά θα έλεγα, τον Αντίχριστο, ο οποίος, για να ξεγελάσει τους ανθρώπους θα
έλθει ακριβώς στην θέση του Χριστού, προσφέροντάς τους μάλιστα, ο,τι θα θέλει
και θα επιθυμεί ο καθένας τους και εκπληρώνοντας τις προσδοκίες και όλα εκείνα
τα οποία είχε δημιουργήσει και πιστέψει ο καθένας, μέσα στην αρρωστημένη
φαντασία του και εγκαταλελειμένο από τη χάρη του Θεού μυαλό του.
Ο Σατανάς έχοντας πάντα σε ενέργεια και εφαρμογή «το
μυστήριον της ανομίας» που «ήδη ενεργείται» μπόρεσε να απομακρύνει τους πιστούς
από τον δρόμον του Θεού και την Ορθόδοξον Εκκλησία Του, είτε με διάφορες
αμαρτίες και παρανομίες, είτε με διάφορες πλάνες και αιρέσεις, καταφέρνοντας
έτσι να αποκόπτει την πνευματική πρόοδο των πιστών και να εμποδίζει την έλευση της
θείας χάριτος και του Αγίου Πνεύματος εις τους ανθρώπους και εις τον κόσμον.
Διότι είναι γνωστόν ότι οι αιρέσεις και η αμαρτία διώχνουν και απομακρύνουν την
χάρη του Θεού, σκοτίζοντας στην συνέχεια τον νου του ανθρώπου, ο οποίος δεν
μπορεί να δει καθαρά η νομίζει ότι βλέπει καθαρά.
«Ένθα χοιρώδης βίος και δυσωδία και βόρβορος και
παραίτησις καλού, ο Χριστός ου μένει εκεί»[105] (Αγίου Ιωάννου Ξιφιλίνου) και
«η αίρεσις χωρίζει από της Εκκλησίας πάντα άνθρωπον»[106] (Ζ’ Οικ. Συνόδου).
Έτσι λοιπόν πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους θα φαίνεται
και θα νομίζουν ότι είναι ευσεβείς και ότι είναι κοντά στον Θεό, αλλά μέσα τους
θα είναι άδειοι, κενοί, χωρίς Θεό, χωρίς ζωντανή πίστη. Οι άνθρωποι αυτοί θα
έχουν μεν «μόρφωση ευσεβείας» όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, θα έχουν αρνηθεί
όμως την δύναμη αυτή της ευσεβείας «έχοντες μόρφωσιν ευσεβείας την δε δύναμιν
αυτής ηρνημένοι» (Β’ Τιμ. γ’, 5), αφού «το μυστήριον της ανομίας» θα έχει κάνει
την δουλειά του πολύ καλά.
Θα έχει φροντίσει ο διάβολος, να τους αλλοιώσει το
ορθόδοξο φρόνημα, την πίστη, τις παραδόσεις, την αγάπη στο Θεό και στους
ανθρώπους, τις αρετές και άλλα πολλά.
Θα έχει φροντίσει να τους υποδουλώσει στα πάθη τους και
στους εγωϊσμούς τους και εν τέλει, θα έχει καταφέρει να νεκρώσει την ψυχή τους.
Μία τέτοια νεκρωμένη και πωρωμένη ψυχή, δε νοιώθει και
δεν καταλαβαίνει τίποτε. Ακόμη και εάν δει το μεγαλύτερο θαύμα του κόσμου.
Ακόμα και εάν δει μπροστά της τον ίδιο το Θεό, όχι δύο προφήτας Του, οι οποίοι
μάλιστα θα τους ελέγχουν και θα τους καυτηριάζουν ακριβώς για τους ανωτέρω
λόγους.
Πολύ
ωραία μας περιγράφει μια τέτοια ψυχική κατάσταση ο πάντοτε επίκαιρος, άγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομος:
«Προς ποίον σκοπόν δεν διέλυσε την δύναμίν των; διότι
έτσι θα ήτο δυνατόν να πιστεύσουν. Παράλυτον εθεράπευσε και δεν επίστευσαν,
άλλα αμέτρητα θαύματα έκαμε και κατά το πάθος του ακόμη τους έρριψεν υπτίους
(Ιω. ιη’, 6), και επεσκότωσε τους οφθαλμούς των, και δεν επίστευσαν, και πως
ήτο δυνατόν να πιστεύσουν, εάν διέλυε την δύναμίν των; Διότι τίποτε δεν υπάρχει
χειρότερον από απεγνωσμένην ψυχήν· και αν ακόμη ιδή θαύματα, και αν ακόμη ιδή
τέρατα, εξακολουθεί να δεικνύη την ιδίαν αναισχυντίαν. Καθ ὅσον και ο Φαραώ, αν και εδέχετο μυρίας
πληγάς, μόνον όταν ετιμωρείτο, εσωφρονίζετο, και μέχρι την τελευταίαν ημέραν
τέτοιος παρέμεινε, καταδιώκων αυτούς που ηλευθέρωσε (Εξ. ζ , 14). Δια τούτο και
ο Παύλος συνεχώς λέγει· “Να μη σκληρυνθή κανείς σας από την απατηλήν αμαρτίαν”.
Διότι, όπως ακριβώς τα μέλη του σώματος νεκρώνονται εις το τέλος και δεν
αισθάνονται τίποτε, έτσι και η ψυχή, όταν κυριευθή από πολλά πάθη, νεκρώνεται
ως προς την αρετήν. Και ο,τιδήποτε και αν της προσφέρης, δεν αισθάνεται αυτό
που της προσφέρεται, αλλά και αν ακόμη την απειλήσης με τιμωρίαν, και αν ακόμη
με ο,τιδήποτε άλλο παραμένει αναίσθητος».[107] (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου)
Και
συμπληρώνει ο άγιος Επιφάνιος:
«Χείρων γαρ η κακοπιστία της απιστίας. η μεν γαρ απιστία
πίστιν λαμβάνουσα διορθωθήσεται· η δε κακοπιστία ακατόρθωτος, δυσχερώς
σωζομένη, μη τι αν άρα το χάρισμα άνωθεν επιφοιτήση»[108] (Αγίου Επιφανίου).
Από το βιβλίο του πατρός Μαξίμου
"Ο ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ ΗΛΘΕΝ 1983, 2013"
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
79. «Όρα του δεσπότου την φιλανθρωπίαν, ότι και εν τοις υστέροις
χρόνοις πως του των βροτών γένους κήδεται και ελεεί, ότι ουδέ τότε χωρίς
προφητών ημάς καταλιμπάνει, αλλά πέμψει αυτούς προς διδαχήν ημών και
πληροφορίαν και επιστροφήν της του αντικειμένου παρουσίας...». (Αγίου
Ιππολύτου, ΒΕΠΕΣ 6, 283)
80. (Ο Μέγας
Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας Τόμος Ζ’,
σελ. 385)
81. (Η Μετάστασις του Αγίου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του
Θεολόγου - 26 Σεπτεμβρίου. Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας Τόμος
Θ’, σελ. 622-623)
82. (Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας Τόμος
Δ’, σελ. 614)
83. (Αγίου Κυρίλλου, ΕΠΕ 2, 138)
84. (Ανθίμου Ιεροσολύμων, Ερμηνείαν εις την Ιεράν
Αποκάλυψιν, σελ. 104-105, Εκδόσεις Ρηγόπουλου)
85. «Ακούσας, φασίν, ο Πέτρος, ότι θανείται υπέρ Χριστού,
είπεν, ότι και Ιωάννης τι; ου θανείται και αυτός; Ο δε Χριστός ουκ απηγόρευσε
μεν τούτο (πας γαρ ο γεννηθείς, και θανείται), είπε δε το, “Εάν θέλω αυτόν
μένειν·” τουτέστι, Ζην άχρι της του κόσμου συντελείας, και τότε μαρτυρήσαι περί
εμού. Όθεν και φασι ζην αυτόν, υπό δε του Αντιχρίστου μέλλειν αναιρεθήναι, συν
τω Ηλία κηρύττοντα τον Χριστόν. Ει δε και μνήμα αυτού δείκνυνται, τι τούτο; Ζων
μεν γαρ εισήλθεν εν αυτώ, είτα μετέστη, ώσπερ και Ενώχ και Ηλίας. Ανατρέπει
τοίνυν ο ευαγγελιστής την ψευδή δόξαν των οιομένων, ότι ουκ αποθνήσκει ο
μαθητής ούτος, αλλ ἀθάνατος έσται.
Ψευδές γαρ όντως, το αθάνατον είναι άνθρωπον. Καν γαρ Ενώχ και Ηλίας ουκ
απέθανεν, αλλ ὅμως θνητοί. Ούτως ουν και
ούτος, καν ουκ απέθανεν, αλλ ἀποθανεῖται.
Το ουν, “Ουκ αποθνήσκει,” τουτέστιν, αθάνατος έσται, ψευδές». (Θεοφύλακτου
Βουλγαρίας, Ρ.υ. 124, 316, Ερμηνεία εις τα τέσσαρα Ιερά Ευαγγέλια, Τόμος Β’,
σελ. 417-418)
86. «Η μεν πρώτη αυτού παρουσία Ιωάννην τον βαπτιστήν
είχε πρόδρομον, η δε δευτέρα αυτού, εν η μέλλει έρχεσθαι εν δόξη, Ενώχ και
Ηλίαν και Ιωάννην τον θεολόγον αναδείξει».
(Αγίου Ιππολύτου, ΒΕΠΕΣ 6, 283)
87. «Και ίδε εισήλθεν εν τω λόγω αυτών πάντως ο
Αντίχριστος. Βασιλεύς γαρ ων κακείνος, τούτο μόνον επιζητήσοι, ο θέλει και
λέγει γίνεσθαι·..., και οπόσοι δυνάμει Θεού ανταγωνιζόμενοι στώσιν, είεν αν και
ταις ημέραις εκείναις νικώντες τον Αντίχριστον εν θανάτω μετά Χριστού... Δια
τούτο ολίγοι οι μέλλοντες στήναι. Δια τούτο Ηλίας και Ενώχ· ουκ οίδαμεν ει και
ο Θεολόγος και ευαγγελιστής, αρωγοί της ανθρωπίνης ασθενείας, και πρωτοστάται,
και αθλοφόροι της υπέρ ομολογίας Χριστού νίκης». (Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Ρ.G. 99, 1033)
88. «Εισί τινες, έλεγε, των ώδε εστώτων, οι ου μη
γεύσωνται θανάτου, έως αν ίδωσι τον Υιόν του ανθρώπου ερχόμενον εν τη βασιλεία
αυτού. Ει μεν ουν, ως εφ ἑνός έφησεν,
Έστι τις των ώδε εστώτων, ταυτό μηνύειν υπετοπήσαμεν, τω, Εάν αυτόν θέλω μένειν
έως έρχομαι τι προς σε; περί Ιωάννου του Θεολόγου ειρημένω, ως θανάτου άγευστον
διαμένειν, μέχρι της Χριστού παρουσίας· ούτω γαρ ήδη τινές εκείνο των λίαν
σοφών εξελάβοντο». (Αγίου Ιωάννου
Δαμασκηνού, Ρ.G. 96, 556-557)
89. «Μαρτυρεί δε τοις ειρημένοις Ενώχ και Ηλίας και ο της
βροντής υιός Ιωάννης, έτι περιόντες εν τω σώματι· και γαρ τούτους ως απαρχήν
του όλου φυράματος ημών ο Δημιουργός λαβών έδειξε πάσι ως ει μη ήμαρτεν ο Αδάμ,
έτι αν περιήν μετά του σώματος. Πλην και ούτοι πολυχρόνιον βίον ανύοντες
γεύσονταί ποτε θανάτου, καν εν ριπή οφθαλμού. Όρα δε την δι αὐτῶν πίστιν, ως εκ των τριών προάγεται
γενεών, εκ μεν των προ νόμου ληφθέντος του Ενώχ, εκ δε των μετά νόμον του Ηλία,
εκ δε των μετά την χάριν του επιστηθίου των μαθητών. Ουκούν και ο Αδάμ, ει την
εντολήν εφύλαττε, τούτοις αν αδιστάκτως συμπεριήν. Ότι δε περίεστιν ο παρθένος
Ιωάννης, όπερ εζήτησας, ώσπερ τον Ενώχ και τον Ηλίαν παράδοσις μαρτυρεί, ούτω
και τούτον. Και το εν τοις Ευαγγελίοις δε ειρημένον εις τον αυτόν ημάς νουν
έλκει. Είπε μεν γαρ ο Χριστός τον τρόπον του θανάτου, ον έμελλεν υπέρ αυτού
αποθνήσκειν ο Πέτρος· ο δε Πέτρος τον οικείον θάνατον ακούσας ευθύς επερωτά
περί του ευαγγελιστού Ιωάννου, δήλον κακείνου ουκ άλλο τι αλλ ἤ τον τρόπον του θανάτου αυτού μαθείν
επιζητών, Ούτος δε τι; ου γαρ άλλο μεν ήκουε παρά του Σωτήρος περί αυτού, εις
άλλο δε τι ανακόλουθον την ερώτησιν μετήγεν, ώσπερ παρορών και παρά φαύλον
ποιούμενος την του διδασκάλου περί αυτού προφητείαν. Της δε του Πέτρου ερωτήσεως
περί του θανάτου, ον έμελλεν αποθνήσκειν ο Ιωάννης, επερω-τώντος, και του
Σωτήρος ειπόντος, Εάν αυτόν θέλω μένειν έως έρχομαι, τι προς σε; Πως ουχί την
μέχρι της παρουσίας αυτού διαμονήν η αλήθεια προλέγει; διο και ο εν αγίοις
Κύριλλος το Ακολούθει μοι περί του θανάτου του αγίου Πέτρου ειρήσθαι τω Σωτήρι
εκδέχεται. Το δε, ότι Εξήλθεν ο λόγος ούτος εις τους μαθητάς, ότι ο μαθητής
εκείνος ουκ αποθνήσκει και τα εξής ου μόνον ουδέν μάχεται, αλλά και συνάδει. Ου
γαρ τις αυτόν αθάνατον είναί φησιν, αλλά διαμένειν μετά Ενώχ και Ηλία μέχρι της
δευτέρας του Δεσπότου παρουσίας· ο και μαθητής αυτός βεβαιών φησιν, ότι ουκ
είπε δε αυτώ ο Ιησούς ότι ουκ αποθνήσκει, αλλ, εάν αυτόν θέλω μένειν έως
έρχομαι, τι προς σε; Και φανερόν ότι το μεν αθάνατον είναι ανέτρεψε, το δε
μένειν έως της παρουσίας εβεβαίωσεν. Ει δε ο Παμφίλου Ευσέβιος, την
εκκλησιαστικήν γράφων Ιστορίαν και τους χρόνους αυτού, καθ οὕς εβίωσεν, αριθμητούς έθετο, και ως μέχρι
των Τραϊανού χρόνων διήρκεσεν, ουδέν μαχόμενον, καν δοκή, λέγει. Εκείνο γαρ
έκαστος κατά νουν λαμβανέτω, ως οι του Ενώχ κατάδηλοι χρόνοι, και όσα έτη εν τω
κόσμω εβίω, σαφώς· η θεία Γραφή παραδίδωσιν· αλλ οὐ δια τούτο την μετά σώματος αρνήσεταί τις
του δικαίου μετάθεσιν. Ταύτη τη δόξη συνάδουσι και αι πράξεις του ηγαπημένου
Ιωάννου και ο βίος, ας ουκ ολίγοι προφέρουσι. Κατατεθείς γαρ, φασί, κατά την
αυτού εκείνου προτροπήν εν τινι τόπω, ζητηθείς αιφνίδιον ουχ ευρίσκετο, αλλά
μόνον το αγίασμα βρύον εξ αυτού του τόπου εν ω προς βραχείαν ροπήν ετέθη·
αφ οὗ πάντες, ως πηγήν αγιασμού, το άγιον
εκείνο μύρον αρυόμεθα». (Μεγάλου Φωτίου, Ρ.G. 103, 985-988)
90. (Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, Η Δευτέρα Παρουσία, σελ.
53)
91.«Και γαρ και ο Ηλίας ήξει τότε τους πιστούς
ασφαλιζόμενος. Και τούτο ο Χριστός φησίν, “Ηλίας έρχεται, και αποκαταστήσει
πάντα”. Δια τούτο είρηται περί Ιωάννου το, “εν δυνάμει και πνεύματι Ηλίου”.
Ούτε γαρ σημεία ειργάσατο, καθάπερ Ηλίας, ούτε θαύματα· “Ιωάννης μεν” γαρ,
φησί, “σημείον εποίησεν ουδέν· πάντα δε, όσα είπεν Ιωάννης περί τούτου, αληθή
ην”. Πως ουν “εν δυνάμει και πνεύματι Ηλίου;” Τουτέστι, την αυτήν αναλήψεται
διακονίαν. Καθάπερ ούτος πρόδρομος της προτέρας παρουσίας, ούτω κακείνος
πρόδρομος της δευτέρας και ενδόξου αυτού παρουσίας, και εις τούτο φυλάττεται.
Μη τοίνυν δείσωμεν...» (Αγίου Ιωάννου
Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 23, 72)
92. (Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, Η Δευτέρα Παρουσία, σελ.
53)
93. (Ο Άγιος Ανδρέας Καισαρείας (Ρ.G. 106, 340 ε)
94. (Μεγάλου Φωτίου, Ρ.G. 103, 988 Β)
95. (Ο Άγιος Ιππόλυτος (ΒΕΠΕΣ 6, 278)
96. (Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, «Πατροκοσμάς», σελ. 39)
97. (Προφητεία Αγίου Νείλου. Πιστόν αντίγραφον από το
Βιβλίον «Ευαγγελικός Κήπος», της Ιεράς
Μονής Σταυροβουνίου Κύπρου)
98. (Δ. Παναγόπουλου, «Άγιοι και Σοφοί περί των μελλόντων
να συμβώσι», Προφητεία Αββά Μωϋσέως,
σελ. 6).
99. «Αλλά ζητούμεν της παρουσίας ημέτερον σημείον,
εκκλησιαστικόν ζητούμεν οι εκκλησιαστικοί. ο δε Σωτήρ φησι· “και τότε
σκανδαλισθήσονται πολλοί, και αλλήλους παραδώσουσι, και μισήσουσιν αλλήλους”.
Εάν ακούσης, ότι επίσκοποι κατά επισκόπων, και κληρικοί κατά κληρικών, και λαοί
κατά λαών μέχρις αιμάτων έρχονται, μη ταραχθής· προγέγραπται γαρ». (Αγίου
Κυρίλλου Ιεροσολύμων, ΕΠΕ 2, 130)
100. (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 11 Α’, 10)
101. «Πριν δε ταύτα γίνωσι, θ ἀποστείλῃ ο Κύριος Ηλίαν τον Θεσβίτην και τον
Ενώχ, ως εύσπλαχνος, δια να παρακινήσωσιν εις την ευσέβειαν το γένος των
ανθρώπων, και κηρύξωσι παρρησία την θεογνωσίαν εις πάντας τους ανθρώπους, δια
να μη πιστεύσωσιν εις τον Τύραννον ένεκα φόβου, και θέλουσι κράζει και λέγει.
Πλάνος είναι, ω άνθρωποι, ας μη πιστεύση κανείς εις αυτόν παντελώς, μηδέ να
υπακούση εις τον θεομάχον». (Οσίου
Εφραίμ του Σύρου, Τόμος Δ’, σελ. 125, Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας,
Θεσ/νίκη 1992)
102. «Αποσταλήσεται δε Ενώχ και Ηλίας ο Θεσβίτης και
επιστρέψουσι καρδίας πατέρων επί τέκνα, τουτέστι την συναγωγήν επί τον Κύριον
ημών Ιησούν Χριστόν και το των αποστόλων κήρυγμα, και υπ αυτού
αναιρεθήσονται...». (Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού,
Ρ.G. 94, 1217)
103. «Και γαρ και ο Ηλίας ήξει τότε τους πιστούς
ασφαλιζόμενος. Και τούτο ο Χριστός φησίν, “Ηλίας έρχεται, και αποκαταστήσει
πάντα” (Μαρκ. θ’, 12)... Καθάπερ ούτος πρόδρομος της προτέρας παρουσίας, ούτω
κακείνος πρόδρομος της δευτέρας και ενδόξου αυτού παρουσίας, και εις τούτο
φυλάττεται. Μη τοίνυν δείσωμεν...». (Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 23, 72)
104. (Αγίου Ιππολύτου, ΒΕΠΕΣ 6, 284)
105. (Αγίου Ιωάννου Ξιφιλίνου, Ρ.G. 120, 1248)
106. (Πρακτικά Ζ’ Οικ. Συνόδου Β’ Τόμος, σελ. 733)
107. «Τίνος ένεκεν ουκ εξέλυσεν αυτών την δύναμιν; ούτω
γαρ αν επίστευσαν. Παραλελυμένον εθεράπευσε, και ουκ επίστευσαν, αλλά μυρία
ειργάσατο, και εν αυτώ δε τω πάθει έρριψεν αυτούς υπτίους, και εσκότωσεν αυτών
τας όψεις, και ουκ επίστευσαν, και πως αν επίστευσαν, ει την δύναμιν αυτών
εξέλυσε; Ψυχής γαρ απεγνωκυίας χείρον ουδέν, καν σημεία ίδη, καν τέρατα, μένει
την αυτήν αναισχυντίαν έχουσα· και γαρ ο Φαραώ, μυρίας δεχόμενος πληγάς, ότε
εκολάζετο μόνο, εσωφρονίζετο, και μέχρι της εσχάτης ημέρας τοιούτος έμεινε,
διώκων ους απέλυσε. Δια τούτο άνω και κάτω ο Παύλός φησι· “Μη σκληρυνθή τις εξ
υμών απάτη της αμαρτίας”. Καθάπερ γαρ οι στύλοι του σώματος νεκρούνται λοιπόν,
και ουδεμίαν αίσθησιν έχουσιν, ούτω και ψυχή, όταν πολλοίς κατασχεθή πάθεσι,
νεκρούται προς την αρετήν. Καν ετιούν προσενέγκης, ου λαμβάνει του πράγματος
αίσθησιν, αλλά καν κόλασιν, καν οτιούν απειλήσης, ανάλγητος μένει».
(Αγίου
Ιωάννου Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 14, 18)
108.
(Αγίου Επιφανίου, Ρ.G. 43, 32)